Τις θέσεις της για τη δημιουργία της λεγόμενης «κακής τράπεζας» (bad bank) η οποία προορίζεται να λειτουργήσει συμπληρωματικά με το σχέδιο «Ηρακλής» της κυβέρνησης για τη μείωση των κόκκινων δανείων, θα παρουσιάσει σήμερα η Τράπεζα της Ελλάδος.
Η αναλυτική παρουσίαση για τη σύσταση και τη λειτουργία της bad bank θα περιλαμβάνεται στην Έκθεση Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας που θα δοθεί αργότερα στη δημοσιότητα.
Όπως είχε γράψει το «Βήμα» πριν από λίγες ημέρες, ο διοικητής της Τράπεζας της Ελλάδος Γιάννης Στουρνάρας προετοιμάζει το σχεδιασμό μίας ελληνικού τύπου bad bank, η οποία θα μπορεί να χρησιμοποιηθεί από όποιο πιστωτικό ίδρυμα το κρίνει απαραίτητο.
Στόχος είναι η ίδια λύση να περιορίζει και το ύψος της αναβαλλόμενης φορολογίας, η οποία παραμένει σε υψηλά επίπεδα ως ποσοστό επί των ιδίων κεφαλαίων των τραπεζών. Αυτό έχει ως αποτέλεσμα να δυσχεραίνεται το έργο των εμπροσθοβαρών δράσεων για τα κόκκινα δάνεια, ενώ τίθεται υπό αμφισβήτηση η ποιότητα των δεικτών κεφαλαιακής επάρκειας των ελληνικών ομίλων από την επενδυτική κοινότητα.
Σύμφωνα με πληροφορίες, με βάση μετρήσεις που έχουν ήδη γίνει στην κεντρική τράπεζα, το κόστος ανά μονάδα μη εξυπηρετούμενων δανείων σε όρους απώλειας κεφαλαίων εκτιμάται μικρότερο μέσω μιας bad bank σε σχέση με τις τιτλοποιήσεις.
Aναγκαίο το πράσινο φως από SSM
Σε κάθε περίπτωση, πάντως, ο κ. Στουρνάρας γνωρίζει ότι το εργαλείο που θα σχεδιαστεί, εκτός του ότι θα πρέπει να έχει τη σύμφωνη γνώμη της κυβέρνησης για να προχωρήσει η εφαρμογή του, είναι απαραίτητο να λάβει το πράσινο φως από τον εποπτικό βραχίονα της ΕΚΤ (SSM) και την Ευρωπαϊκή Γενική Διεύθυνση Ανταγωνισμού.
Ο κεντρικός τραπεζίτης, όπως λέει σε συνεργάτες του, δεν πιστεύει ότι θα τεθεί ζήτημα κρατικών ενισχύσεων εάν ενταχθούν στη λύση της κακής τράπεζας τα προ κορωνοϊού κόκκινα δάνεια, καθώς η αρμόδια υπηρεσία της Κομισιόν σε μεγάλο βαθμό έχει αποφανθεί για τα περιθώρια στήριξης του συστήματος για αυτά τα ανοίγματα.
Ενώ αναφορικά με τους προβληματισμούς που διατυπώνονται για το κόστος που συνεπάγεται αυτή η επιλογή για τους ιδιώτες μετόχους, υποστηρίζει ότι ούτως ή αλλιώς, με τον έναν ή τον άλλον τρόπο, θα χρειαστεί να εισφέρουν και αυτοί κάποια στιγμή το δικό τους μερίδιο για τη θεραπεία του συστήματος.