Στις 7 Μαΐου 1965, ενόσω από τη μια εξυφαίνονταν σενάρια ανατροπής της κυβέρνησης Γεωργίου Παπανδρέου και από την άλλη γινόταν ολοένα και πιο συγκεχυμένο το πολιτικό σκηνικό στην Κύπρο, συνεκλήθη το Συμβούλιο του Στέμματος, προκειμένου να γίνει μια ανασκόπηση της κατάστασης σε πολιτικό και στρατιωτικό επίπεδο, αλλά και να επιχειρηθεί η διαμόρφωση μιας κοινής πολιτικής σε ό,τι αφορούσε το Κυπριακό Ζήτημα.
Ο πρωθυπουργός και αρχηγός της Ένωσης Κέντρου (ΕΚ), Γεώργιος Παπανδρέου, ήταν της άποψης ότι ενδεχόμενη πολεμική αναμέτρηση με την Τουρκία ήταν ένα αβέβαιο και πολύ επικίνδυνο εγχείρημα, που θα οδηγούσε στον ενταφιασμό της Ένωσης με την Κύπρο.
Οι υποθέσεις «Περικλής» και «ΑΣΠΙΔΑ»
Θέλοντας, μάλιστα, να διαφυλάξει την πειθαρχία και τη σύμπνοια στους κόλπους του στρατεύματος, ο Παπανδρέου χειρίστηκε με προσεκτικό και υπεύθυνο τρόπο τις υποθέσεις «Περικλής (εμπλοκή των σωμάτων ασφαλείας και των ενόπλων δυνάμεων στην εκτέλεση του σχεδίου που αποσκοπούσε στη νίκη του Κωνσταντίνου Καραμανλή τις εκλογές της 29ης Οκτωβρίου 1961) και «ΑΣΠΙΔΑ» (συνωμοτική παραστρατιωτική οργάνωση που είχε συγκροτηθεί από κατώτερους αξιωματικούς, απέβλεπε στην ανατροπή του βασιλιά Κωνσταντίνου και συνδεόταν στενά κατά τον Γεώργιο Γρίβα με τον Ανδρέα Παπανδρέου), παραπέμποντας και τις δύο σε στρατοδικείο.
Τα γεγονότα αυτά προκάλεσαν όξυνση των σχέσεων αφενός μεν ανάμεσα στον πρωθυπουργό και τα Ανάκτορα, αφετέρου δε ανάμεσα στην Ένωση Κέντρου και την ΕΡΕ του Παναγιώτη Κανελλόπουλου.
Μέσα σε αυτήν την ιδιαίτερα φορτισμένη ατμόσφαιρα, στις 28 Ιουνίου, η κυβέρνηση Παπανδρέου ζήτησε και έλαβε ψήφο εμπιστοσύνης από τη Βουλή.
Η ρήξη των δύο ανδρών
Ο Γέρος της Δημοκρατίας, αφού προειδοποίησε το Παλάτι ότι δεν ήταν διατεθειμένος να ανεχτεί την ύπαρξη στεγανών διαμερισμάτων στους κόλπους της κυβέρνησής του, αλλά ούτε και συνδιοίκηση του κράτους, έλαβε την απόφαση να προβεί στην απομάκρυνση του υπουργού Εθνικής Άμυνας, Πέτρου Γαρουφαλιά, και να αναλάβει ο ίδιος το συγκεκριμένο κρίσιμο χαρτοφυλάκιο.
Όμως, ο τελευταίος όχι μόνο αρνήθηκε να υποβάλει την παραίτησή του, προκειμένου να διευκολύνει τους χειρισμούς του Παπανδρέου, αλλά και ισχυρίστηκε ότι έπαιρνε διαταγές από το βασιλιά και όχι από τον πρωθυπουργό.
Από τη δική του πλευρά, ο Κωνσταντίνος αρνήθηκε να υπογράψει το διάταγμα απομάκρυνσης του Γαρουφαλιά.
Όπως γίνεται αντιληπτό, δημιουργήθηκε μείζων πολιτική κρίση, καθώς οι κινήσεις του βασιλιά εξέφευγαν της συνταγματικής νομιμότητας και έθεταν εκ των πραγμάτων ζήτημα εμπιστοσύνης προς το πρόσωπο του πρωθυπουργού.
Οι τρεις επιστολές που αντηλλάγησαν ακολούθως, στο χρονικό διάστημα 8-15 Ιουλίου, μεταξύ των δύο ανδρών φανέρωναν απλώς το βαθύτατο ρήγμα που είχε δημιουργηθεί ανάμεσα στην πολιτειακή και την πολιτική ηγεσία της χώρας.
Ο μεν Κωνσταντίνος κατηγορούσε τον πρωθυπουργό για άμεση ή έμμεση ανάμειξη σε συνωμοσία με σκοπό την επιβολή στρατιωτικής δικτατορίας, ο δε Παπανδρέου απέρριπτε τις σχετικές κατηγορίες, καθώς και το δικαίωμα του βασιλιά να επεμβαίνει στο κυβερνητικό έργο.
Η παραίτηση Παπανδρέου και η κυβέρνηση των αποστατών
Στις 15 Ιουλίου 1965, κι αφού είχε προηγηθεί η διαγραφή του Πέτρου Γαρουφαλιά από την κοινοβουλευτική ομάδα της Ένωσης Κέντρου, ο Γεώργιος Παπανδρέου, εμμένοντας στις προαναφερθείσες θέσεις του και παρά τις εκκλήσεις ηγετικών στελεχών του κόμματός του, ακολούθησε το δρόμο της ρήξης με τα Ανάκτορα ανακοινώνοντας στο βασιλιά ότι την επομένη επρόκειτο να υποβάλει εγγράφως την παραίτησή του.
Όμως, ο βασιλιάς δεν ήταν διατεθειμένος να χάσει χρόνο. Το ίδιο βράδυ ανακοινώθηκε ραδιοφωνικώς η ανάθεση εντολής σχηματισμού κυβέρνησης στον πρόεδρο της Βουλής, Γεώργιο Αθανασιάδη – Νόβα, που έμεινε στην ιστορία ως ο πρώτος «πρωθυπουργός της Αποστασίας».
Το σχέδιο του Κωνσταντίνου και των αμερικανικών κύκλων για την απομάκρυνση των Παπανδρέου, την απόσπαση βουλευτών από την κοινοβουλευτική ομάδα της Ένωσης Κέντρου και τη συγκρότηση μιας φιλοβασιλικής κυβέρνησης με την υποστήριξη της ΕΡΕ είχε γίνει πραγματικότητα.
Ο Γεώργιος Παπανδρέου χαρακτήρισε τη νέα κυβέρνηση, την αποκληθείσα κυβέρνηση των αποστατών, ομάδα προδοτών και κάλεσε τον ελληνικό λαό σε πάνδημη ειρηνική εκδήλωση εναντίον της προδοσίας.
Η οξύτατη πολιτική κρίση που είχε προκληθεί οδήγησε στο λεγόμενο Δεύτερο Ανένδοτο Αγώνα, με χιλιάδες Αθηναίους να κατεβαίνουν στους δρόμους για να διαμαρτυρηθούν για το «βασιλικό πραξικόπημα».
Αξίζει να σημειωθεί ότι η κυβέρνηση Νόβα καταψηφίστηκε από τη Βουλή στις 5 Αυγούστου, ενώ την ίδια τύχη είχε και η επακολουθήσασα κυβέρνηση Τσιριμώκου στις 28 Αυγούστου.