Το μεσημέρι της Παρασκευής 10 Ιουλίου, το Συμβούλιο της Επικρατείας της Τουρκίας έλαβε μία απόφαση που ήταν μάλλον προειλημμένη. Κατήργησε την απόφαση του Υπουργικού Συμβουλίου της 24ης Νοεμβρίου 1934, την οποία είχε υπογράψει ο θεμελιωτής της σύγχρονης Τουρκικής Δημοκρατίας Μουσταφά Κεμάλ «Ατατούρκ» και μετέτρεπε τον εμβληματικό ναό της Αγίας Σοφίας σε μουσείο, ανοίγοντας τον δρόμο ώστε πλέον ένα από τα ιστορικότερα μνημεία της ανθρωπότητας και του χριστιανικού κόσμου να γίνει τζαμί.
Ελάχιστη ώρα αργότερα, ο Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν υπέγραφε το Προεδρικό Διάταγμα με το οποίο το μνημείο περνάει στα χέρια της τουρκικής Προεδρίας και πιο συγκεκριμένα στη Διεύθυνση Θρησκευτικών Υποθέσεων. Το βράδυ της ίδιας ημέρας, ο κ. Ερντογάν ανακοίνωνε ότι η πρώτη προσευχή πρόκειται να πραγματοποιηθεί την Παρασκευή 24 Ιουλίου.
Δεν υπάρχει η παραμικρή αμφιβολία ότι αυτή η κίνηση έχει ξεκάθαρη εσωτερική πολιτική στόχευση για τον τούρκο πρόεδρο (περίπου το 90% των ψηφοφόρων του κόμματός του υποστηρίζει την επιλογή αυτή), ο οποίος επιδιώκει να τονώσει τη μειούμενη, σύμφωνα με τις δημοσκοπήσεις, δημοτικότητά του, αλλά και το προφίλ του στον ισλαμικό κόσμο.
Θα πυροδοτήσει όμως σφοδρότατες αντιδράσεις στον χριστιανικό κόσμο και σε όσους θεωρούν την Αγία Σοφία, αυτό το αρχιτεκτονικό κόσμημα με ιστορία 1.500 ετών, ως ένα μνημείο που δεν ανήκει στην Τουρκία, αλλά στην ανθρωπότητα και μόνον. Και αναμφίβολα δεν θα διευκολύνει, αντίθετα θα δυσκολέψει, τις σχέσεις με την Ελλάδα, κρίνοντας από την αντίδραση του Κυριάκου Μητσοτάκη.
Διαβάστε περισσότερα στο «Βήμα της Κυριακής»