Κάθε φορά που ξεσπά μια κρίση, η οποία συνδέεται με τη θεμελιωτική λειτουργία των κανόνων της Δημοκρατίας και τον σεβασμό στο υπέρτερο που ορίζει ο Νόμος, τίθεται το ζήτημα των κυρώσεων. Παρεμποδιστικό το θεσμικό μας οικοδόμημα στην επιβολή τιμωρίας και εύκολα αποδεκτό πια το επιχείρημα ότι κάθε διαδικασία ελέγχου είναι πολιτική δίωξη.
Εχουμε επαναλαμβανόμενα ακούσει, για παράδειγμα, ότι τους πρωθυπουργούς τούς κρίνει η Ιστορία. Πέρα από την άγονη συζήτηση αν υπάρχει Ιστορία, αυτή η διάχυτη γνώμη αφήνει και αποδέχεται ένα περιθώριο αυθαιρεσίας επί των θεσμών και κατάχρησής τους χωρίς τέλος.
Θα θυμίσω ένα ιστορικό γεγονός, με μεγάλη, κατά τη γνώμη μου, αξία. Θα έπρεπε να διδάσκεται επίμονα σε κάθε Σχολή που διερευνά τα ανθρώπινα. Βρισκόμαστε δύο χρόνια πριν από το τέλος του πολέμου μεταξύ Αθηναίων και Πελοποννησίων. Αργινούσες. Εκεί στα παράλια της Μικράς Ασίας οι δύο πανίσχυροι στόλοι θα αναμετρηθούν σε μια από τις πιο σημαντικές ναυμαχίες του αδυσώπητου εκείνου πολέμου. Ο νεαρός Καλλικρατίδας, επικεφαλής του στόλου των Σπαρτιατών. Οι οκτώ αθηναίοι στρατηγοί. Με τη μεγάλη νίκη τους στις Αργινούσες οι οκτώ στρατηγοί δίνουν, εν δυνάμει, νέα, νικηφόρα για την Αθήνα, τροπή στον Πελοποννησιακό Πόλεμο. Η Σπάρτη κάνει προτάσεις ειρήνης. Απορρίπτονται.
Δεν έχουμε την τύχη να διαβάσουμε από το χέρι του Θουκυδίδη τα συναρπαστικά γεγονότα που ακολούθησαν. Να ακούσουμε την κριτική του ματιά, το δικό του μοναδικό ζύγισμα, την ιδιαίτερη αποτίμηση για τα βαθύτερα κίνητρα της ακραίας και τόσο πολυσήμαντης απόφασης του Δήμου.
Το άγγελμα της μεγάλης νίκης στις Αργινούσες συνοδεύει η είδηση ότι οι στρατηγοί δεν μερίμνησαν, όπως ο ιερός κανόνας επέβαλλε, για την περισυλλογή των ναυαγών και των νεκρών. Το επιχείρημα, πραγματικό, της μεγάλης κακοκαιρίας δεν άντεξε μπροστά στον παροξυσμό της κριτικής για τον μη σεβασμό στο ιερό έθιμο. Οι νεκροί του πολέμου είναι ιεροί. Ας είχαν χαθεί μαζί τους και οι στρατηγοί.
Με «συνοπτικές διαδικασίες» οι έξι από τους οκτώ στρατηγούς καταδικάζονται σε θάνατο. Οι δύο άλλοι προτίμησαν την αυτοεξορία. Μέσα στη δίνη του πολέμου, αν και γονατισμένος από τον πολύχρονο πόλεμο, ο «ναυτικός όχλος», η πηγή και το στήριγμα της ναυτικής δύναμης της Αθήνας, προτιμά τη θανάτωση των στρατηγών από μια προσιτή ειρήνη. Ο Δήμος προκρίνει την αξία των νεκρών του από τη νίκη στον πόλεμο. Το υπερασπίσιμο μέχρι θανάτου αυτό υπέρτερο ορίζει τελικά την τύχη του. Μόλις λίγο μετά, στους Αιγός Ποταμούς, θα καταστραφεί ο αθηναϊκός στόλος από τους Λακεδαιμονίους υπό τον Λύσανδρο. Και η Αθήνα θα δει να γκρεμίζονται τα Μακρά Τείχη της.