Η πανδημία και η κοινωνική αποστασιοποίηση που επέβαλε, ανέδειξαν την τηλε-εργασία ως το νέο τρόπο απασχόλησης. Υπάρχουν όμως επαγγέλματα που απαιτούν τη φυσική παρουσία του επαγγελματία στο χώρο της εργασίας του. Το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο εκτιμά ότι περί τα 100 εκατομμύρια εργαζόμενοι σε 35 αναπτυγμένες και αναδυόμενες οικονομίες (το 15% του συνολικού εργατικού τους δυναμικού) βρίσκονται υπό απειλή, καθώς είναι πρακτικώς αδύνατο να δουλέψουν εξ αποστάσεως.
Αναλύοντας τον τύπο των επαγγελμάτων και τα κοινωνικά χαρακτηριστικά των εργαζομένων που απειλούνται περισσότερο από τις κατακλυσμιαίες εργασιακές αλλαγές που επισυμβαίνουν παγκοσμίως, το ΔΝΤ αναδεικνύει γι’ άλλη μια φορά τους συνήθεις ευάλωτους: τους νέους, τις γυναίκες και τους φτωχούς, όσους ασκούν δηλαδή επαγγέλματα με χαμηλή ειδίκευση και μικρές απολαβές.
Εστίαση, διαμονή, πωλήσεις
Σε γενικές γραμμές οι εργαζόμενοι στους τομείς της εστίασης και της φιλοξενίας, καθώς επίσης και όσοι απασχολούνται στις πωλήσεις, χονδρικές και λιανικές, είναι εκείνοι που εκ της φύσεως της εργασίας τους αδυνατούν να δουλέψουν από το σπίτι τους. «Αυτό σημαίνει ότι 20 εκατομμύρια εργαζόμενοι στις συγκεκριμένες χώρες κινδυνεύουν περισσότερο να χάσουν τη δουλειά τους.
Ωστόσο, υπάρχουν κάποιοι που είναι πιο ευάλωτοι από τους άλλους», σημειώνει χαρακτηριστικά το ΔΝΤ.
1. Είναι οι νέοι εργαζόμενοι και όσοι δεν έχουν πανεπιστημιακή εκπαίδευση είναι πιο δύσκολο να δουλέψουν εξ αποστάσεως. Ο υψηλότερος αυτός κίνδυνος συνδυάζεται με το ηλικιακό προφίλ των εργαζομένων σε τομείς που επλήγησαν περισσότερο από τα μέτρα καραντίνας και κοινωνικής αποστασιοποίησης που έλαβαν οι κυβερνήσεις. «Αυτό σημαίνει ότι η κρίση διεύρυνε τις ήδη υπάρχουσες ανισότητες μεταξύ των γενεών», τονίζουν οι αναλυτές του διεθνούς Οργανισμού.
2. Οι γυναίκες επίσης πλήττονται τόσο που τίθεται υπό απειλή η πρόοδος που επιτεύχθηκε τις τελευταίες δεκαετίες προς την κατεύθυνση της ισότητας των φύλων. Και είναι ευάλωτες οι γυναίκες, επειδή συγκριτικά με τους άνδρες είναι περισσότερες εκείνες που απασχολούνται σε τομείς που πλήττονται περισσότερο, δηλαδή στις υπηρεσίες εστίασης και διαμονής. Επιπλέον οι γυναίκες σηκώνουν μεγαλύτερο βάρος σε ό,τι αφορά τη φροντίδα των παιδιών και του νοικοκυριού, την ώρα που η πανδημία έπληξε και τη βοήθεια που μπορούν θεωρητικά να έχουν στους τομείς αυτούς.
3. Ισχυρό είναι το πλήγμα – και η απειλή της ανεργίας – για τους μερικώς απασχολούμενους σε μικρομεσαίες επιχειρήσεις. «Εκείνους απομακρύνουν πρώτους οι επιχειρήσεις όταν επιδεινώνονται τα οικονομικά τους και εκείνους επαναπροσλαμβάνουν τελευταίους όταν βελτιώνονται». Οι μερικώς απασχολούμενοι έχουν είναι επίσης πιο ευάλωτοι επειδή έχουν μικρότερη πρόσβαση σε προγράμματα υγείας και ασφάλισης. Στις αναπτυσσόμενες οικονομίες ειδικότερα, οι μερικώς απασχολούμενοι και οι αδήλωτοι εργαζόμενοι είναι εκείνοι που απειλούνται από τη φτώχεια.
Ο αντίκτυπος της πανδημίας στους χαμηλόμισθους και μη κατοχυρωμένους εργασιακά απασχολούμενους έχει μεγάλο κοινωνικό αντίκτυπο καθώς διευρύνει τις ανισότητες, σημειώνει το Ταμείο. «Και ο Covid-19 όξυνε την εισοδηματική ανισότητα και στις ανεπτυγμένες και στις αναπτυσσόμενες χώρες». Εξάλλου, όσοι βρίσκονται στη βάση της εισοδηματικής κλίμακας απασχολούνται συχνά στους καίρια πληγέντες επαγγελματικούς τομείς (εστίαση, διαμονή), που δεν μπορούν να τηλε-εργαστούν. Επίσης, έχουν τις συγκριτικά με άλλους εργαζομένους τις μικρότερες δυνατότητες να εξασφαλίσουν μια κάποια οικονομική προστασία μέσω αποταμιεύσεων ή μέσω πρόσβασης σε πιστώσεις.
Προτάσεις στις κυβερνήσεις
Η πανδημία πιθανότατα θα αλλάξει τον τρόπο εργασίας σε πολλούς τομείς. Οι καταναλωτές στρέφονται περισσότερο στο ηλεκτρονικό εμπόριο κι αυτό αποβαίνει εις βάρος του ευρύτερου τομέα του λιανικού εμπορίου. Επίσης, τείνουν να αυξάνουν τις παραγγελίες τροφής στο σπίτι, κάτι που περιορίζει τις δυνατότητες απασχόλησης στα εστιατόρια.
«Τι πρέπει να κάνουν εν προκειμένω οι κυβερνήσεις;», ρωτά το ΔΝΤ. Και απαντά ότι πρέπει να στηρίξει τους εργαζόμενους που πλήττονται, καθώς και τις οικογένειές τους, παρέχοντάς τους κοινωνική ασφάλιση και ένα δίχτυ προστασίας του εισοδήματος και της δυνατότητάς τους να απασχοληθούν. «Οι επιδοτήσεις μισθών και τα προγράμματα δημοσίων έργων θα τους βοηθήσουν να ξανακερδίσουν τη ζωή τους ενόσω και οι εθνικές οικονομίες ανακάμπτουν από την πανδημία», αναφέρεται χαρακτηριστικά.
Για να μειωθούν οι ανισότητες και να αποκτήσει ο κόσμος καλύτερες προοπτικές για πρόοδο και ευημερία, οι κυβερνήσεις πρέπει επίσης να φροντίσουν για την εκπαίδευση και την επαγγελματική κατάρτιση των πολιτών τους, «προετοιμάζοντας έτσι τους εργαζομένους για τις δουλειές του μέλλοντος». Η δια βίου εκπαίδευση προϋποθέτει τη δυνατότητα πρόσβασης και σε διδασκαλικές αίθουσες και σε χώρους επαγγελματικής κατάρτισης και πρακτικής εξάσκησης και εν γένει βελτίωσης των επαγγελματικών δεξιοτήτων, διευκρινίζουν οι συντάκτες της μελέτης που δημοσιεύθηκε στο blog του ΔΝΤ.
Εν κατακλείδι, «η κρίση αυτή έδειξε καθαρά ότι η δυνατότητα να είναι κανείς on-line αποτελεί καθοριστικό κριτήριο για να μπορέσει να παραμείνει στην αγορά εργασίας», τονίζει το Ταμείο. Γι’ αυτό και «οι επενδύσεις στην ψηφιακή υποδομή και στο κλείσιμο του ψηφιακού χάσματος θα επιτρέψουν στις ομάδες εκείνες του πληθυσμού που μειονεκτούν να αποκτήσουν ουσιαστική συμμετοχή στην οικονομία του μέλλοντος».