Την περασμένη Τρίτη η αμερικανική κυβέρνηση προχώρησε σε δέσμευση 500.000 δόσεων του φαρμάκου remdesivir το οποίο σε κλινικές δοκιμές έχει βρεθεί να μειώνει την περίοδο νοσηλείας των σοβαρά ασθενών με COVID-19 (αν και δεν είναι σαφές ότι μειώνει τη θνησιμότητα, σύμφωνα με τα μέχρι τώρα αποτελέσματα). Με δεδομένο το γεγονός ότι η επιδημία στις ΗΠΑ όχι μόνο δεν έχει κοπάσει, αλλά σε ορισμένες Πολιτείες σαρώνει, η προσπάθεια να εξασφαλιστεί θεραπευτική αγωγή για τους πάσχοντες μοιάζει αυτονόητη. Πολύ περισσότερο δε που η εταιρεία η οποία παρασκευάζει το φάρμακο είναι αμερικανική.
Ωστόσο, υπάρχουν ορισμένες λεπτομέρειες αναφορικά με αυτή την ενέργεια της αμερικανικής κυβέρνησης οι οποίες προκάλεσαν παγκόσμια ανησυχία: οι 500.000 δόσεις αντιστοιχούν στη συνολική παραγωγή του φαρμάκου για τους επόμενους τρεις μήνες, πράγμα το οποίο σημαίνει ότι καμία άλλη χώρα δεν θα έχει πρόσβαση στο φάρμακο για αυτή την περίοδο. Παρά το γεγονός ότι πλήθος χωρών συνέβαλαν στην κλινική δοκιμή του φαρμάκου για την οποία χρησιμοποιήθηκαν 140.000 δόσεις και η οποία τελεί υπό την αιγίδα του Παγκόσμιου Οργανισμού Υγείας (ΠΟΥ). Προσθέστε στα παραπάνω και τις πανηγυρικές δηλώσεις του αμερικανού υπουργού Υγείας σύμφωνα με τις οποίες «Ο πρόεδρος Τραμπ έκλεισε μια τρομερή συμφωνία η οποία εξασφαλίζει ότι οι Αμερικανοί θα έχουν πρόσβαση στο πρώτο εγκεκριμένο φάρμακο για την COVID-19» και καθίσταται ανατριχιαστικά φανερό το πώς θα συμπεριφερθεί η «υπερδύναμη» στην περίπτωση που υπάρξει εμβόλιο για τη νόσο.
Τα παραπάνω μάλλον δεν αποτελούν έκπληξη: το «Πρώτη η Αμερική» (America First) είναι το σύνθημα επιλογής και της κυβέρνησης Τραμπ. Και βεβαίως το σύνθημα παίρνει σάρκα και οστά με έναν τρόπο που αντικατοπτρίζει την ιδιοσυγκρασία του σημερινού αμερικανού προέδρου. Ο οποίος θα έπρεπε να αναλογιστεί ότι αγνοώντας επιδεικτικά τις συστάσεις των άριστων επιστημόνων που τον πλαισιώνουν κατάφερε να κάνει την Αμερική όντως πρώτη σε αριθμό κρουσμάτων και αριθμό θανάτων από την COVID-19. Αντί όμως να αλλάξει τη στάση της χώρας στη διαχείριση της νόσου, δυστυχώς για τους πολίτες των ΗΠΑ, εκείνος αναλώνεται στο να ρίχνει το φταίξιμο σε άλλους και στο να προβαίνει σε κινήσεις εντυπωσιασμού με αμφίβολα, αν όχι καταστρεπτικά αποτελέσματα.
Υπάρχει άραγε κανείς πάνω σε αυτόν τον πλανήτη ικανός να πείσει τον πλανητάρχη ότι ορισμένοι «πόλεμοι» κερδίζονται με συνεργασία;