Κάποια στιγμή πρέπει να μάθουμε να λέμε την αλήθεια και την ουσία για αυτά που συμβαίνουν, αντί απλώς να εξαπολύουμε εύκολες κραυγές προς τη μία ή την άλλη κατεύθυνση.
Πολλοί έγραψαν για τα προβλήματα που είχε η «λίστα Πέτσα» και αρκετοί είχαν δίκιο.
Δόθηκαν χρήματα με αδιαφανή κριτήρια, που ποτέ δεν προσδιορίστηκαν επαρκώς. Υπάρχουν Μέσα που έχουν δίκιο να λένε ότι είναι αδικημένα και άλλα που βρέθηκαν να επιδοτούνται επειδή είχαν… μπάρμπα στην Κορώνη.
Μόνο που αυτά που λέγονται δεν πιάνουν την ουσία του προβλήματος.
Γιατί εάν κανείς το σκεφτεί λίγο παραπάνω, τίποτε δεν αποτυπώνει καλύτερα την κρίση των ΜΜΕ από την εικόνα του καυγά για το εάν μοιράστηκε δίκαια το κρατικό χρήμα.
Η ίδια η εικόνα των ΜΜΕ που συζητούν για το κρατικό χρήμα είναι το πρόβλημα.
Γιατί αυτό σημαίνει ότι η κουβέντα για την ανεξαρτησία των Μέσων Ενημέρωσης πάει περίπατο.
Η ουσία της ενημέρωσης και η εγγύηση της πολυφωνίας και της εγκυρότητας είναι η ανεξαρτησία των ΜΜΕ.
Και αυτό σημαίνει Μέσα που δεν εξαρτώνται από την κρατική ή την επιχειρηματική επιδότηση.
Σημαίνει μέσα ενημέρωσης που θα μπορούν να ζήσουν από τις πωλήσεις και τη διαφήμιση.
Εάν τα Μέσα δεν μπορούν να ζήσουν από τις πωλήσεις και τη διαφήμιση, τότε χρειάζονται να παίρνουν κρατικό, κομματικό και επιχειρηματικό χρήμα, είτε νομότυπο είτε «μαύρο».
Γιατί η ενημέρωση, όχι η γνώμη σε ένα blog (ακόμη και η πιο εύστοχη), κοστίζει: θέλει επαγγελματίες δημοσιογράφους και τεχνολογική υποδομή.
Για ένα μεγάλο διάστημα τα ΜΜΕ μπορούσαν να το καταφέρνουν αυτό.
Και τότε υπήρχαν ζητήματα με την κατανομή της κρατικής διαφήμισης ή προβλήματα «διαπλοκής», όμως οι εφημερίδες πωλούσαν φύλλα και είχαν διαφημίσεις, το ίδιο και τα κανάλια.
Αυτό ανατράπηκε την εποχή της κρίσης, γιατί οι πωλήσεις καταβαραθρώθηκαν και η διαφήμιση υποχώρησε σημαντικά.
Συνέβαλαν σε αυτό και οι καταστροφικές οικονομικές επιλογές διαφόρων ιδιοκτητών ΜΜΕ που είτε απλώς αρνήθηκαν να βάλουν το χέρι στην τσέπη, είτε -ακόμη χειρότερα- λεηλάτησαν πετυχημένες επιχειρήσεις στο χώρο της ενημέρωσης.
Συνέβαλε, όμως, και μια συγκεκριμένη νοοτροπία του κοινού που είδε το διαδίκτυο κυρίως ως «τζάμπα» ενημέρωση αδυνατώντας να καταλάβει ότι από ένα σημείο και μετά το «τζάμπα» οδηγούσε σε ψεκασμένες» θεωρίες και fake news.
Σε αυτό το τοπίο, το κρατικό χρήμα άρχισε να παίζει ρόλο μεγάλο στην ενημέρωση.
Είτε το απευθείας κρατικό, είτε εκείνο που επηρεαζόταν από κυβερνητικές επιλογές (βλ. π.χ. τη διαφήμιση των μεγάλων ΔΕΚΟ).
Αυτό έκανε κυβερνήσεις, κόμματα και πολιτικούς να προσπαθούν έτσι να συντηρούν «φίλια» ΜΜΕ.
Αυτό έκαναν όλες οι προηγούμενες κυβερνήσεις και γι’ αυτό π.χ. ο ΣΥΡΙΖΑ πρέπει κάποια στιγμή να δώσει εξηγήσεις για το πώς κατευθυνόταν χρήμα και διαφήμιση σε συγκεκριμένα ΜΜΕ.
Αυτό δεν έπρεπε να κάνει η τωρινή κυβέρνηση και με τον τρόπο που χειρίστηκε το συγκεκριμένο πρόγραμμα έδωσε την εντύπωση ότι ακολουθούσε την πεπατημένη των προηγούμενων.
Και για να είμαστε σαφείς: Ναι τα ΜΜΕ έχουν υποχρέωση να προσφέρουν δωρεάν μηνύματα κοινωνικού περιεχομένου, ιδίως εάν τους έχουν εκχωρηθεί δημόσια αγαθά όπως είναι οι ραδιοτηλεοπτικές συχνότητες, οπότε η μετάδοση σχετικών μηνυμάτων είναι υποχρέωσή τους.
Όμως, η κρατική διαφήμιση, δεν παύει να είναι διαφήμιση και ως τέτοια θα πρέπει να δίνεται με ξεκάθαρους όρους και με κριτήρια που να αναλογούν στη δύναμη και την παρέμβαση των Μέσων.
Όμως δεν μπορεί το πρόβλημα των ΜΜΕ να είναι όλη αυτή η συζήτηση για το εάν μοιράζεται δίκαια το κρατικό χρήμα.
Δεν είναι αυτό το μέλλον των ΜΜΕ, εκτός και εάν θέλουμε να συνεχίσουμε την ίδια κατάσταση, δηλαδή να συντηρούνται διάφορα Μέσα που ούτε την ενημέρωση υπηρετούν, ούτε καν την ανεργία δεν καταπολεμούν.
Ο χώρος των ΜΜΕ έχει ανάγκη από ένα νέο συμβόλαιο ανάμεσα στους παραγωγούς ενημερωτικού (και ψυχαγωγικού) περιεχομένου και την κοινωνία.
Από τη μια, αυτό σημαίνει πραγματική επένδυση στα Μέσα, από ανθρώπους που το όραμά τους είναι να υπάρξει ποιοτική ενημέρωση και ψυχαγωγία.
Και όχι απλώς «να κάνουν δουλίτσες».
Και αυτό αφορά τον οποιοδήποτε θέλει να ασχοληθεί, είτε μιλάμε για επιχειρηματίες και μεγάλες επενδύσεις, είτε μιλάμε για πρωτοβουλίες «από τα κάτω», συνεταιριστικές ή συνεργατικές.
Από την άλλη, ένα κοινό που πρέπει να κατανοήσει ότι για να έχει ποιότητα στην ενημέρωση και την ψυχαγωγία θα πρέπει να επιβραβεύει αυτούς που την προσφέρουν, στηρίζοντας τα ΜΜΕ που αξίζουν με το κλικ στο υλικό ελεύθερης πρόσβασης, με την αγορά του εντύπου, με τη συνδρομή εάν είναι συνδρομητικό.
Το κοινό έχει δύναμη και πρέπει να μάθει να τη χρησιμοποιεί.
Εάν το κράτος θέλει να βοηθήσει σε ένα τέτοιο νέο συμβόλαιο ανάμεσα στα ΜΜΕ και το κοινό, βοηθώντας επενδύσεις και την παραγωγή ποιοτικού περιεχομένου, είναι καλοδεχούμενο. Αλλά ως εκεί.
H Alter Ego δεν μπήκε και δεν πρόκειται να μπει στη συζήτηση για το εάν έγινε με ορθό τρόπο η κατανομή των χρημάτων για τη διαφημιστική καμπάνια «Μένουμε Σπίτι».
Τα μέσα της Alter Ego από την αρχή θεώρησαν ευθύνη τους να ενημερώσουν για τους κινδύνους από την πανδημία και αυτό θα συνεχίσουν να κάνουν, συμβάλλοντας στην ψύχραιμη ενημέρωση του κοινού για τους τρόπους αντιμετώπισης. Και αυτό θα συνεχίσουν να κάνουν.
Με την απόφασή της να επιστρέψει τα σχετικά ποσά και την προτροπή της στην κυβέρνηση να δώσει τα χρήματα αυτά για τις οικογένειες των ανέργων εργαζομένων στα ΜΜΕ, η Alter Ego έδωσε ένα στίγμα που πρέπει να ακολουθήσουν και άλλα μέσα, εάν πραγματικά θεωρούν ότι αφετηρία της ενημέρωσης είναι η ανεξαρτησία.
Και ανεξαρτησία στα ΜΜΕ σημαίνει αυτά να λειτουργούν με κανόνες καθαρού ανταγωνισμού.
Χωρίς κρατικές ή άλλες παρεμβάσεις.
Δηλαδή, να μπορούν να λειτουργήσουν και να αναπτυχθούν παράγοντας και προσφέροντας περιεχόμενο που κερδίζει την εμπιστοσύνη του κοινού.
Εμπιστοσύνη που μετριέται σε πωλήσεις εντύπων, σε τηλεθέαση καναλιών, σε ακροαματικότητα ραδιοφώνων, σε επισκεψιμότητα ιστοσελίδων.
Αυτός είναι ο δρόμος της Alter Ego.