Μπροστά σε μια μεγάλη, δραματική αλλαγή στη ζωή των νοικοκυριών, στη δράση και στα σχέδια των επιχειρήσεων βρίσκονται όλοι οι Ελληνες μετά την επώδυνη και τραυματική εμπειρία της πανδημίας.
Ακόμη και όσοι δεν έχασαν δικούς τους ανθρώπους, συγκλονισμένοι από αυτά που συνέβησαν στη γειτονική Ιταλία, στην Ισπανία, στη Γαλλία, στη Σουηδία, στη Βρετανία του Μπόρις Τζόνσον και τους χιλιάδες θανάτους που ανακοινώνονται καθημερινά στις ΗΠΑ του ανεκδιήγητου Ντόναλντ Τραμπ (δηλαδή σε όλον τον αναπτυγμένο κόσμο που αποτελούσε και το πρότυπο ζωής για τη χώρα μας), προσπαθούν να… ξεχάσουν και να επανέλθουν στους ρυθμούς ζωής – την εργασία, τη διασκέδαση – προ κορωνοϊού.
Τίποτε όμως δεν είναι ίδιο…
Η πανδημία άλλαξε τον ρου της παγκοσμιοποιημένης οικονομίας, βύθισε στη Μεγάλη Υφεση τις ισχυρές οικονομίες και πλήττει (ελπίζουμε όχι ανεπανόρθωτα) όσες στηρίζονταν περισσότερο στον τουρισμό και τις υπηρεσίες (κυρίως μεταφορές), που ήταν και οι πρώτοι δρόμοι που αποκόπηκαν για να ελεγχθεί η πανδημία.
Ομως, όπως λένε και οικονομολόγοι, «δεν ωφελεί να κλαις πάνω από το χυμένο γάλα, δες τώρα τι θα κάνεις».
Ρευστότητα στις αγορές
Σε αυτό λοιπόν το σημείο βρισκόμαστε. Η Ευρωπαϊκή Ενωση, η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα, η Fed, οι κεντρικές τράπεζες πλημμύρισαν τις αγορές με ρευστότητα. Δεν ανησυχούν, ευτυχώς ούτε εμείς, για το δημόσιο χρέος και κυριολεκτικά ρίχνουν όλα τα όπλα για την αντιμετώπιση της ύφεσης που μπορεί να συγκριθεί μόνο με τους Μεγάλους Πολέμους και τις επιπτώσεις που είχαν σε ανθρώπινες ζωές και στις οικονομίες.
Οπως έλεγε ένας παλιός πολιτικός, θέλοντας να περιγράψει τις αλλαγές που θα έρθουν και στην πολιτική σκηνή, μιλώντας προς «Το Βήμα», «όταν η Σχολή του Σικάγο υποκλίνεται στον Κέινς, τότε έχει γυρίσει ο κόσμος ανάποδα…».
Δεν είναι τυχαίο ότι πρώτη η Γερμανία ανέτρεξε στις κεϊνσιανές πολιτικές που αποτέλεσαν πρότυπο οικονομικό μοντέλο στα ανεπτυγμένα έθνη για δεκαετίες που ακολούθησαν τη Μεγάλη Υφεση, τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο, έως και τις αρχές της δεκαετίας του 1970.
Η πορεία προς την ανάπτυξη
Σε αυτό το περιβάλλον η κυβέρνηση έχοντας κερδίσει την πρώτη μάχη, της επιτυχούς και αποτελεσματικής αντιμετώπισης της εισβολής του κορωνοϊού στη χώρα μας στις αρχές Μαρτίου, και αφού έδωσε τη μάχη της καραντίνας εξασφαλίζοντας τα προς το ζην σε 1.700.000 εργαζομένους και επαγγελματίες (small business) που επλήγησαν, καλείται τώρα να περάσει τη «γέφυρα» από το δύσκολο ελληνικό καλοκαίρι και το δεύτερο κύμα ύφεσης που έρχεται από το ισχυρό πλήγμα που δέχεται ο τουρισμός, στο φθινόπωρο, αξιοποιώντας όλους τους διαθέσιμους πόρους από τα ευρωπαϊκά ταμεία για να ξαναφέρει την οικονομία στο «ξέφωτο» και να δημιουργήσει το κατάλληλο επενδυτικό περιβάλλον ώστε να επιστρέψουμε σε τροχιά ανάπτυξης στο νέο, δύσκολο περιβάλλον που διαμορφώνεται.
Είναι κάτι περισσότερο από βέβαιο ότι η οικονομία μας θα κινείται σε τεντωμένο σκοινί τους επόμενους έξι μήνες. Σε αυτό το τοπίο το «πακέτο» της Ευρώπης, το Ταμείο Ανάκαμψης στο οποίο κατέληξαν η καγκελάριος Μέρκελ και ο πρόεδρος Μακρόν για να βγάλουν την ευρωζώνη από το αδιέξοδο, είναι και η μεγάλη ευκαιρία της Ελλάδας μέσα στην καταιγίδα.
Αλλαγή της παραγωγικής δομής
Τα 32 δισ. της Ευρώπης που προβλέπονται για την ανάκαμψη της ελληνικής οικονομίας (επιχορηγήσεις και δάνεια) σε βάθος επτά ετών, αν προστεθούν στους πόρους 20 δισ. ευρώ του νέου ΕΣΠΑ για την περίοδο 2021-2027 και στα 10 δισ. ευρώ πόρους που θα διατεθούν μέσω του εθνικού σκέλους του Προγράμματος Δημοσίων Επενδύσεων για δημόσια έργα (υποδομές) και προγράμματα (όπως ο εκσυγχρονισμός του ΕΣΥ) δημιουργούν ένα κεφάλαιο 62 δισ. ευρώ (!) ικανό να καλύψει το μεγαλύτερο μέρος του επενδυτικού κενού της χώρας και να αλλάξει την παραγωγική δομή της οικονομίας.
Το μεγαλύτερο μέρος της χρηματοδότησης θα χορηγηθεί μέσω επιχορηγήσεων (περίπου 25 δισ. ευρώ για την Ελλάδα), με πιθανές συμπληρωματικές ενισχύσεις μέσω δανείων. Σε ευρωπαϊκό επίπεδο το συνολικό ποσό των επιχορηγήσεων θα ανέλθει σε 335 δισ. ενώ θα διατεθούν και 268 δισ. ευρώ σε δάνεια. Εκτός από τις επιχορηγήσεις που είναι «ζεστό χρήμα», τα κράτη-μέλη μπορούν να ζητήσουν δάνειο για την εφαρμογή των μεταρρυθμίσεων και των δημόσιων επενδύσεών τους. Τα δάνεια πρέπει να συνδέονται με τα σχέδια ανάκαμψης τα οποία θα υποβάλουν. Το μέγιστο ύψος δανείων για κάθε κράτος-μέλος δεν θα υπερβαίνει το 4,7% του ΑΕΠ (7-8 δισ. για την Ελλάδα)
Τα «πυροσβεστικά» μέτρα
Η κυβέρνηση, μέχρι τότε, θα συνεχίσει την προσπάθεια να αναχαιτίσει την ύφεση και να αντιμετωπίσει την ανεργία. Ηδη έχουν διατεθεί από τα ταμειακά διαθέσιμα της χώρας, αλλά και τα ευρωπαϊκά ταμεία, περίπου 17 δισ. ευρώ ζεστό χρήμα σε εργαζομένους και επιχειρήσεις, πέραν των εγγυήσεων του Δημοσίου για δανειοδοτήσεις.
Ωστόσο αυτό που έχει σημασία είναι η επόμενη μέρα και ο σχεδιασμός που γίνεται από το οικονομικό επιτελείο – τον υπουργό Οικονομικών Χρήστο Σταϊκούρα και τον υφυπουργό Θεόδωρο Σκυλακάκη – για να αντιστρέψουν την πορεία και να επανέλθει η χώρα σε αναπτυξιακή τροχιά.
Είναι αξιοσημείωτο ότι το Γενικό Λογιστήριο του Κράτους τον Μάρτιο είχε έτοιμο το μοντέλο αντιμετώπισης των αναγκών και των δημοσιονομικών επιπτώσεων που έφερνε η πανδημία. Τώρα βλέπει ότι το καλοκαίρι λόγω της κάμψης του τουρισμού θα εκδηλωθεί το νέο κύμα ύφεσης (μετά την ύφεση που έφερε η καραντίνα το δεύτερο τρίμηνο του έτους) και ακόμη θεωρεί ότι το εφετινό καλοκαίρι θα αλλάξει ο χάρτης των εισοδημάτων της Ελλάδας.
Κι αυτό γιατί οι τουριστικές περιοχές θα χάνουν σημαντικά εισοδήματα ενώ «ξεχασμένοι», ήσυχοι τόποι θα δουν την τουριστική κίνηση να αυξάνεται κυρίως από τον εσωτερικό τουρισμό.
Η επόμενη μέρα
Το στίγμα των προσεχών κινήσεων της κυβέρνησης δίνει, πιο συγκεκριμένα, ο κ. Σταϊκούρας, προσδιορίζοντας τις έξι παρεμβάσεις στην οικονομία που θα εκδηλωθούν το επόμενο διάστημα προτού ακόμη ολοκληρωθεί το «Recovery Plan» της χώρας. Αυτές είναι:
– Μείωση φόρων και ειδικά των ασφαλιστικών εισφορών.
– Νέος Πτωχευτικός Κώδικας για τη διευθέτηση του ιδιωτικού χρέους.
– Εφαρμογή του πλάνου των ιδιωτικοποιήσεων, που παρά την κρίση της πανδημίας συνεχίστηκε (ΔΕΠΑ, Μαρίνα Αλίμου).
– Συνέχιση του ψηφιακού μετασχηματισμού του Δημοσίου.
– Υλοποίηση της μεταρρυθμιστικής ατζέντας (εξόφληση ληξιπρόθεσμων χρεών).
– Προτεραιότητα στις «πράσινες επενδύσεις».
Για την «επόμενη μέρα», ο υπουργός υπογραμμίζει πως δεν αρκεί η επιστροφή σε αναπτυξιακούς ρυθμούς, αλλά απαιτείται η αλλαγή του παραγωγικού μοντέλου της χώρας, με προτεραιότητα την κάλυψη του επενδυτικού «κενού» που προϋπήρχε της πανδημίας, σε συνδυασμό με την προστασία της κοινωνικής συνοχής.