Αρχιτεκτονική που να αντλεί έμπνευση από τη θάλασσα και από τη ναυπηγική είναι εκ προοιμίου φιλόδοξη. Το δε αισθητικό αποτέλεσμα σίγουρα είναι εντυπωσιακό αλλά μέχρι τέλους αμφισβητήσιμο. Αρχής γενομένης από το κτίριο γραφείων ναυτιλιακής εταιρείας που σχεδίασε η Ζάχα Χαντίντ. Δεν μπορεί να διαφύγει της προσοχής σου, δεν είναι άλλωστε η επιτομή της διακριτικότητας στα σχεδόν 143 μέτρα του ύψους του και τους 33 ορόφους του (και τα αόρατα εξωτερικώς είκοσι ασανσέρ του). Απεναντίας, πρόκειται για ένα άκρως εντυπωσιακό κτίριο το οποίο ξεχωρίζει από την επιβλητική κάθετη φόρμα του που θυμίζει φουγάρο. Το κτίριο στεγάζει τα γραφεία της ναυτιλιακής εταιρείας CMA CGM στη Μασσαλία και φέρει πολύ διακριτά τη σφραγίδα της Ζάχα Χαντίντ, της μεγάλης κυρίας των φουτουριστικών κτιρίων, η οποία υπήρξε και η πρώτη γυναίκα που βραβεύθηκε με το Pritzker, το Νομπέλ της αρχιτεκτονικής, το 2004. Η ανάθεση έγινε το 2004, το κτίριο ολοκληρώθηκε το 2011 και έκτοτε αποτελεί βέβαια ένα από τα αδιαμφισβήτητα τοπόσημα του γαλλικού λιμανιού, το οποίο συνομιλεί με τα έτερα εμβληματικά κτίριά του, όπως το Château d’ If και η Βασιλική της Notre-Dame de la Garde.
Η δημιουργία της ιρακινής καταγωγής αρχιτέκτονος αποτελείται από ετερόκλητους όγκους οι οποίοι συγκλίνουν ο ένας προς τον άλλον αλλά τελικά χωρίζουν για να δημιουργήσουν δύο τόξα που ορθώνονται και μοιάζουν να ανεβαίνουν με ιλιγγιώδη ταχύτητα προς τον ουρανό δημιουργώντας έτσι μια γεωμετρία με πολύ δραματικό χαρακτήρα. Είναι λοιπόν δύσκολο να χαμηλώσεις τα μάτια για να δεις τι υπάρχει στο επίπεδο του εδάφους, αλλά αν το κάνεις θα διαπιστώσεις ότι και εκεί, στα χαμηλά, έχει δοθεί ιδιαίτερη προσοχή, γιατί ο στόχος είναι να βρίσκεται το κτίριο σε ζωηρό διάλογο με τη ζωή της πόλης.
Και αυτό γιατί το κτίριο βρίσκεται στη μέση μιας περιοχής γεμάτης κίνηση και ζωντάνια, δίπλα σε έναν υπερυψωμένο αυτοκινητόδρομο και σε ένα σημείο όπου συναντώνται σταθμοί δημόσιων συγκοινωνιών, οπότε το τμήμα του που βρίσκεται κοντά στο έδαφος επιμηκύνεται προκειμένου να εναρμονιστεί με την οριζόντια κίνηση και δραστηριότητα που δημιουργούν οι πεζοί, τα αυτοκίνητα, τα τραμ και βεβαίως τα πλοία στο λιμάνι της Μασσαλίας.
Η Ζάχα στην πόλη των διαμαντιών
Μια και μιλάμε για τα επιτεύγματα της Ζάχα Χαντίντ, αξίζει να αναφερθούμε και σε ένα άλλο κτίριό της το οποίο δεν αποτελεί μεν έδρα ναυτιλιακής εταιρείας, αλλά δεσπόζει σε ένα λιμάνι και θυμίζει και αυτό με τη σειρά του πλοίο. Για την ακρίβεια, το Port House της Αμβέρσας φέρνει στο μυαλό την πλώρη (ή την πρύμνη) ενός πλεούμενου το οποίο έχει εμβολίσει ένα παλιό κτίριο της πόλης, έστω και αν κατά βάση ένας από τους στόχους του σχεδιασμού ήταν να παραπέμπει και σε διαμάντι. Δεν είναι μια διακριτική παρέμβαση, αλλά είναι μια άκρως εντυπωσιακή προσθήκη στην «πόλη των διαμαντιών» και πρόκειται για το νέο κτίριο διοίκησης του λιμανιού το οποίο άνοιξε το 2016, τη χρονιά που πέθανε η «ιέρεια της αρχιτεκτονικής» από καρδιακή προσβολή.
Το νέο κτίριο επί της ουσίας επικάθεται πάνω στον παλιό πυροσβεστικό σταθμό της πόλης ο οποίος σχεδιάστηκε με τις αρχές τις χανσεατικής αρχιτεκτονικής. Το δυναμικό λιμάνι της Αμβέρσας με τις αποβάθρες μήκους δώδεκα χιλιομέτρων ανήκει στην πρώτη τριάδα της Ευρώπης και συγκαταλέγεται ανάμεσα στα είκοσι σημαντικότερα του κόσμου, ενώ φιλοδοξεί να παίξει έναν ακόμη πιο ενεργό ρόλο στο εμπόριο και στις μεταφορές στη Γηραιά Ηπειρο.
Σε αυτό λοιπόν το ζωντανό κύτταρο όπου εργάζονται περισσότεροι από 8.000 άνθρωποι δημιουργήθηκε αυτό το κτίριο για να συνδέσει το παρελθόν της πόλης με την κατεύθυνση που επιδιώκει να πάρει το μέλλον της. Το αρχιτεκτονικό στυλ του παλιού πυροσβεστικού σταθμού παραπέμπει στον 16ο αιώνα, που ήταν «η χρυσή εποχή» της Αμβέρσας, ενώ ο γυαλιστερός πύργος συμβολίζει τη νέα, εξίσου λαμπερή εποχή που θα διανύσει η πόλη.
Αλλωστε, όταν προκηρύχθηκε ο σχετικός διαγωνισμός από την αρχιτεκτονική υπηρεσία της φλαμανδικής κυβέρνησης σε συνεργασία με τις αρχές της πόλης και του λιμανιού, ο μόνος όρος που τέθηκε για τον σχεδιασμό ήταν ότι έπρεπε να αξιοποιηθεί αυτός ο παλιός πυροσβεστικός σταθμός. Συμπτωματικά (ή και όχι τόσο) οι πέντε επικρατέστεροι αρχιτέκτονες παρουσίασαν προτάσεις στις οποίες είχαν σχεδιάσει ένα καινούργιο κτίριο πάνω από το παλιό και όχι πλησίον του. Αυτή όμως που κέρδισε τον διαγωνισμό και τις εντυπώσεις ήταν η Ζάχα Χαντίντ, η οποία πήρε βέβαια πολύ στα σοβαρά τις επιθυμίες των αρχών της πόλης. Το γραφείο της συνεργάστηκε με ειδικούς επί θεμάτων πολιτιστικής κληρονομιάς για τη συντήρηση και ανακαίνιση ιστορικών μνημείων και δόθηκε η μέγιστη προσοχή στην ανάδειξη του παλιού κτιρίου. Επειδή λοιπόν οι τέσσερις προσόψεις του θεωρούνται εξίσου σημαντικές, η νέα προσθήκη έπρεπε να γίνει προς τα πάνω και όχι δίπλα του. Ο νέος όγκος που κατασκευάστηκε πάνω από το παλιό κτίριο έρχεται να λειτουργήσει και ως ο πύργος που προοριζόταν να κατασκευαστεί βάσει του αρχικού σχεδιασμού του πυροσβεστικού σταθμού, ο οποίος όμως δεν είχε υλοποιηθεί ποτέ.
Ετσι, το σύγχρονο, αεροδυναμικό κτίριο της Χαντίντ δεν εμποδίζει τη θέα από και προς το παλιό κτίριο. Αποτελείται δε από γυαλί, η επιφάνεια του οποίου αντανακλά τους χρωματισμούς του ουρανού αλλά θυμίζει και τους μικρούς κυματισμούς τoυ νερού χάρη στα μικρά τριγωνικά τζάμια που χρησιμοποιήθηκαν στις επιφάνειες του νέου κτιρίου. Τα μικρά αυτά τζάμια δεν είναι μόνο διαφανή αλλά και αδιαφανή, μια ισορροπία που διασφαλίζει ότι θα μπαίνει αρκετό φως του ήλιου μέσα στο κτίριο, ενώ παράλληλα κατακερματίζει τον μεγάλο όγκο και τον κάνει να λάμπει σαν ένα διαμάντι. Βεβαίως είναι ένας συμβολισμός που πολύ ταιριάζει στην πόλη των διαμαντιών, ενώ προσφέρει πανοραμική θέα στον ποταμό Σχέλντε, την ίδια την πόλη και το λιμάνι.
Η Αμβέρσα πάντως τιμά τη ναυτική της παράδοση με κάθε δυνατό τρόπο, καθώς ακόμα και τα δικαστήρια της πόλης παραπέμπουν στα πανιά των πλοίων (ή περισσότερο σε πτερύγια καρχαρία). Σχεδιάστηκαν από τον βρετανό αρχιτέκτονα Ρίτσαρντ Ρότζερς σε συνεργασία με τους Βέλγους VK Studio στα νότια της πόλης και την περιοχή του Bolivarplaats, σε ένα μέρος της πόλης που συνδέει έναν μεγάλο αυτοκινητόδρομο με τον ποταμό Σχέλντε. Εννοείται ότι πρόκειται για ένα «πράσινο» κτίριο, καθώς μεταξύ άλλων οι κυματοειδείς οροφές του από τις οποίες ξεπετάγονται τα «πτερύγια» συλλέγουν τα όμβρια ύδατα και τα επαναχρησιμοποιούν. Πάντως, από μακριά το σύμπλεγμα των «πτερυγίων» θυμίζει κυματισμούς της θάλασσας ή μια νηοπομπή ιστιοφόρων. Εξάλλου, η έμπνευση για τον σχεδιασμό προήλθε και από τις θαλασσογραφίες των φλαμανδικών πινάκων, μια ζωγραφική παράδοση που βρέθηκε στο αποκορύφωμά της τον 17ο αιώνα, καθώς οι καλλιτέχνες της εποχής αντλούσαν υλικό από την τεχνογνωσία της ναυπηγικής της χώρας που εκείνον τον καιρό ήταν η καλύτερη στον κόσμο.
Το πλοίο ως κέλυφος
Η Σκωτία έχει τη δική της παράδοση να αναδείξει, και αυτή αφορά βέβαια το design. Το 2018 ο Κένγκο Κούμα ολοκλήρωσε το πολυαναμενόμενο V&A στο Νταντί, το πρώτο μουσείο design στη Σκωτία και το πρώτο V&A εκτός Λονδίνου. Αν ρωτήσετε τον δημιουργό του θα σας πει ότι έχει εμπνευστεί από τους βραχώδεις λόφους στην ανατολική ακτή της Σκωτίας, όμως έτσι όπως στέκεται το κτίριο στην όχθη του ποταμού Τάι μοιάζει να βρίσκεται σε απευθείας συνομιλία με τα γειτονικά αραγμένα ιστιοφόρα. Οπως βεβαίως και με το παρελθόν της «Πόλης των Ανακαλύψεων» καθώς εκεί, μεταξύ άλλων, κατασκευάστηκε το RRS Discovery, το πλοίο που συμμετείχε στην αποστολή του Ρόμπερτ Φάλκον Σκοτ στην Ανταρκτική.
Καθόλου τυχαία, η έκθεση με την οποία εγκαινιάστηκε το μουσείο της πόλης με το δραστήριο λιμάνι είχε τον τίτλο «Ocean Liners: Speed & Style» και αναφερόταν στη χρυσή εποχή των ταξιδιών με υπερωκεάνια. Βέβαια, είπαμε, το περιεχόμενο του μουσείου είναι αφιερωμένο στο σκωτσέζικο design και παρουσιάζει την ιστορία του. Οπως το περίφημο «Oak Room» του Τσαρλς Ρένι Μάκιντος, του πιο γνωστού αρχιτέκτονα της Σκωτίας, το οποίο αναστηλώθηκε και συντηρήθηκε για τον σκοπό αυτόν.
Τώρα, το πλοίο ως αρχιτεκτονικό κέλυφος που χρησιμοποιείται για να στεγάσει κάποιο ναυτικό μουσείο είναι μια ταυτολογική τάση που ανήκει περισσότερο στο παρελθόν. Ευτυχώς, θα έλεγε κανείς, γιατί ορισμένες φορές ο συσχετισμός κελύφους και περιεχομένου αποδόθηκε ανέμπνευστα, με τη μέγιστη δυνατή κυριολεξία. Οπως συνέβη στο Μουσείο Ναυτικών Επιστημών στο Τόκιο όπου το κτίριο έχει το σχήμα ενός υπερωκεάνιου, κατ’ αντιγραφή μάλιστα του βρετανικού «Queen Elisabeth 2». Το Ναυτικό Μουσείο στο μεγάλο λιμάνι της πόλης Κόμπε της Ιαπωνίας υιοθετεί μια πιο διακριτική προσέγγιση. Χτισμένο τη δεκαετία του ’80 μέσα στο πάρκο Meriken στο παραλιακό μέτωπο της πόλης, έχει γίνει γνωστό για την οροφή του, μια κατασκευή από ένα λευκό πλέγμα από ατσάλι το οποίο παραπέμπει σε πανιά πλοίου αλλά και σε δίχτυα ψαράδων.
Αρχιτεκτονική σε κοντέινερ
Βέβαια, μια άλλη σταθερά δημοφιλής τάση είναι να χρησιμοποιούνται τα κοντέινερ των πλοίων μεταφοράς εμπορευματοκιβωτίων, των λεγόμενων container ships. Τα κοντέινερ χρησιμοποιούνται ως δομική μονάδα για «έξυπνες» κατοικίες αλλά και για αρχιτεκτονικές λύσεις που απαιτούν αμεσότητα στην κατασκευή. Πιο πρόσφατο παράδειγμα αποτελούν τα κοντέινερ-μονάδες εντατικής θεραπείας τα οποία σχεδίασε εν μέσω της πανδημίας της COVID-19 το αρχιτεκτονικό γραφείο του Κάρλο Ράτι. Με τίτλο εργασίας CURA (θεραπεία) δείχνουν άλλον έναν σωτήριο τρόπο χρήσης των πανταχού παρόντων εμπορευματοκιβωτίων.
Οι Ολλανδοί Loos Architects, από την άλλη, εκμεταλλεύτηκαν αυτή την τάση προκειμένου να δημιουργήσουν ένα κτίριο εργαστηρίων για μια εταιρεία στην πόλη Σότεν του Βελγίου. Σε μια βιομηχανική έκταση δίπλα σε ένα κανάλι το οποίο συνδέει τις πόλεις Αμβέρσα και Λιέγη σχεδίασαν ένα κτίριο το οποίο έπρεπε να έχει το μικρότερο δυνατό κόστος. Αντί όμως να χρησιμοποιήσουν κοντέινερ προτίμησαν να αντλήσουν στοιχεία από την αισθητική τους. Ετσι, ο προστατευτικός φράκτης που υπό άλλες συνθήκες θα περιέβαλλε το κτίριο συρρικνώθηκε για να το αγκαλιάσει και για να το προστατεύει σαν επιδερμίδα. Το αποτέλεσμα είναι μια ενδιαφέρουσα πρόσοψη που θυμίζει μουαρέ (το ανεπιθύμητο σχέδιο που σχηματίζεται από την ελαφρά μετατόπιση τουλάχιστον δύο χρωμάτων στην εκτύπωση), μέσα από το οποίο μπορεί να διακρίνει κανείς τη μαύρη «υποδερμίδα» του πρωτότυπου αυτού κτιρίου. Στην Ελλάδα και στην Αθήνα, το «φωτεινό καράβι» που σχεδίασε η Ρένα Σακελλαρίδου για τις εταιρείες του Ομίλου Αγγελικούση επί της οδού Δοϊράνης στην Καλλιθέα παραπέμπει στα θαλάσσια ταξίδια και αποτελεί ένα λαμπρό παράδειγμα αρχιτεκτονικής που δεν έχει τίποτα να ζηλέψει από τα πιο αξιόλογα αντίστοιχα οικοδομήματα στο εξωτερικό.