Αν και επίσημες ανακοινώσεις δεν έχουν υπάρξει ακόμα, σύμφωνα με ασφαλείς πληροφορίες, η Μόνιμη Επιτροπή του Εθνικού Λαϊκού Κογκρέσου της Κίνας ψήφισε ομόφωνα την εφαρμογή νόμου στο Χονγκ Κονγκ, για την αντιμετώπιση αποσχιστικών και ανατρεπτικών δράσεων, της τρομοκρατίας και κακόβουλων συνεργασιών με ξένες δυνάμεις.
Το κείμενο του νόμου δεν έχει ακόμα δημοσιευτεί, όμως επικριτές της κινεζικής κυβέρνησης και ακτιβιστές χαρακτηρίζουν τη συγκεκριμένη εξέλιξη ως το αποφασιστικό βήμα για την επιβολή ολοκληρωτικού κινεζικού ελέγχου στην ημιαυτόνομη μέχρι σήμερα περιοχή του Χονγκ Κονγκ.
Το μίνι σύνταγμα και η νομοθεσία εθνικής ασφαλείας
Τον Μάρτιο του 1990, το Εθνικό Λαϊκό Κογκρέσο της Κίνας θέσπισε το «μίνι σύνταγμα» του Χονγκ Κονγκ. Σύμφωνα με το άρθρο 23, η τοπική κυβέρνηση υποχρεούται να εφαρμόσει νομοθεσία εθνικής ασφαλείας για την καταστολή οποιασδήποτε πράξης «προδοσίας, απόσχισης, στάσης και ανατροπής» κατά της κινεζικής κυβέρνησης.
Μέχρι σήμερα, υπό τον φόβο αντιδράσεων του λαού του Χονγκ Κονγκ που διαχρονικά αντιμετώπιζε την κινεζική νομοθεσία ως απειλή για τη διατήρηση των ατομικών του ελευθεριών, το άρθρο 23 δεν είχε εφαρμοστεί. Το 2003, εξάλλου, μια απόπειρα εφαρμογής του απέτυχε «προσκρούοντας» στο ανθρώπινο τείχος 500.000 διαδηλωτών.
Οι διαδηλώσεις του 2019
Η εφαρμογή ενός νόμου εθνικής ασφαλείας ήρθε στο προσκήνιο την άνοιξη του 2019, όταν χιλιάδες διαδηλωτές εναντιώθηκαν αρχικά σε επικείμενη τροποποίηση της νομοθεσίας περί έκδοσης κατηγορουμένων από το Χονγκ Κονγκ στην ηπειρωτική Κίνα. Γρήγορα, και προς μεγάλη ανησυχία του Πεκίνου, στα αιτήματα των διαδηλωτών του Χονγκ Κονγκ προστέθηκε η απαίτηση για διενέργεια ελεύθερων εκλογών. Οι διαδηλώσεις συνεχίζονταν, ο όγκος των διαδηλωτών αυξανόταν κι έτσι το καλοκαίρι του 2019, οι ειρηνικές διαμαρτυρίες έδωσαν τη θέση τους σε επεισόδια πρωτόγνωρης για τα δεδομένα του Χονγκ Κονγκ έντασης.
Το τέλος του δόγματος «μία χώρα, δύο συστήματα»
Αν οι φόβοι των ακτιβιστών και των αντιφρονούντων επιβεβαιωθούν, την 1η Ιουλίου, που ο νόμος τίθεται σε εφαρμογή, θα έχουμε ουσιαστικά και το τέλος του δόγματος «μία χώρα, δύο συστήματα» που η Κίνα και το Ηνωμένο Βασίλειο είχαν συνυπογράψει το 1997, όταν το Χόνγκ Κόνγκ, βρετανική αποικία από το 1842, επέστρεφε στην κυριαρχία της Κίνας.
Το δόγμα αυτό επέτρεπε ως σήμερα στους κατοίκους του Χονγκ Κονγκ να απολαμβάνουν δικαιώματα και ελευθερίες που δεν απολαμβάνουν οι κάτοικοι της κινεζικής ενδοχώρας, όπως π.χ. η ελευθερία του τύπου και το δικαίωμα συμμετοχής σε διαδηλώσεις.
Όπως ορίζει ο νέος νόμος το Πεκίνο θα εγκαταστήσει γραφείο εθνικής ασφαλείας στο Χονγκ Κονγκ με σκοπό τη συγκέντρωση πληροφοριών και τη «διαχείριση εγκλημάτων» κατά της εθνικής ασφαλείας.
Το συγκεκριμένο γραφείο θα αποφασίζει τη μεταφορά και εκδίκαση υποθέσεων στην ηπειρωτική Κίνα, με το Πεκίνο πάντως να διευκρινίζει ότι κάτι τέτοιο θα συμβαίνει σε «πολύ μικρό αριθμό» υποθέσεων.
Η ανώτατη ποινή που ορίζει ο νόμος εθνικής ασφαλείας είναι τα ισόβια ενώ η δικαιοδοσία ερμηνείας του νόμου δεν θα ανήκει στα δικαστήρια του Χονγκ Κονγκ αλλά στο Πεκίνο.
Η επόμενη ημέρα
Όπως αναφέρει η Μάγια Γουάνγκ, ερευνήτρια του Παρατηρητηρίου Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων για την Κίνα: «Ο τρόπος που το Πεκίνο αντιλαμβάνεται την ‘εθνική ασφάλεια’ και ο τρόπος που τη συνδέει με κάθε επικριτική προς το Κομμουνιστικό Κόμμα της Κίνας ενέργεια σημαίνει πιθανότατα το τέλος του Χονγκ Κόνγκ όπως το γνωρίζουμε»
Και ενώ τους τελευταίους μήνες η προσοχή της παγκόσμιας κοινής γνώμης ήταν στραμμένη στον κορωνοϊό, η πίεση και η παρεμβατικότητα της κινεζικής κυβέρνησης εντάθηκε μέσω μαζικών συλλήψεων ηγετικών στελεχών ακτιβιστών και αντιφρονούντων.
Αυτό που φοβούνται περισσότερο τώρα οι αντιφρονούντες είναι ότι ο νέος νόμος θα εφαρμοστεί ενάντια σε όσους πρωταγωνίστησαν στις διαδηλώσεις του προηγούμενου έτους, καθώς η κινεζική κυβέρνηση τους χαρακτηρίζει σταθερά ως τρομοκράτες.
«Θα χάσουμε ένα ασφαλές λιμάνι της αντίθετης γνώμης, σε καιρούς που ο κόσμος χρειάζεται έναν τόπο που συνεχίζει να μιλά τη γλώσσα της αλήθειας απέναντι σε μια Κίνα που ισχυροποιείται διαρκώς» σημειώνει η Μάγια Γουάνγκ, ενώ το Χονγκ Κονγκ προετοιμάζεται ήδη για νέες διαδηλώσεις ενάντια στην κινεζική παρεμβατικότητα.