Το θέμα των καμερών σε δημόσιους χώρους επανέρχεται στο προσκήνιο με αφορμή τη γνωμοδότηση της Αρχής Προστασίας Προσωπικών Δεδομένων για το προεδρικό διάταγμα που αφορά στο θεσμικό αυτό ζήτημα.
Η Αρχή είχε κρίνει επί του γενικού νομικού πλαισίου ως σύννομη και θεμιτή την επεξεργασία δεδομένων μέσω συστημάτων επιτήρησης, δηλαδή τις κάμερες και με την σημερινή γνωμοδότησή της εξετάζει τη νομιμότητα των επιμέρους προβλέψεων του σχεδίου Προεδρικού Διατάγματος, το οποίο εν συνεχεία θα προωθηθεί προς το Συμβούλιο της Επικρατείας.
Ωστόσο, διατυπώνει μία σειρά από παρατηρήσεις επισημαίνοντας ότι είναι αναγκαίο να γίνουν συγκεκριμένες τροποποιήσεις προκειμένου οι διατάξεις του επίμαχου σχεδίου προεδρικού διατάγματος να είναι συμβατές με την ελληνική και την ευρωπαϊκή νομοθεσία.
Βασικά σημεία από το κείμενο της Γνωμοδότησης:
* Τα συστήματα επιτήρησης μπορούν να διαθέτουν κάμερες σταθερές, περιστρεφόμενες, κινητές, επίγειες, εναέριες ή θαλάσσιες (π.χ. drones) αλλά και να χρησιμοποιούν άλλα ηλεκτρονικά συστήματα ή πρόσθετο εξοπλισμό (π.χ. λογισμικό αναγνώριση προσώπου). Η Αρχή επισημαίνει ότι σε περίπτωση χρήσης λογισμικού αναγνώρισης προσώπου θα πρέπει να τηρηθεί η νομοθεσία για την προστασία προσωπικών δεδομένων αυτοτελώς και ανεξάρτητα από την νομιμότητα των συστημάτων επιτήρησης.
*Σκοποί επεξεργασίας των δεδομένων με τη χρήση των συστημάτων επιτήρησης δια της λήψης ή καταγραφής εικόνας ή ήχου σε δημόσιους χώρους επιτρέπεται για την πρόληψη και καταστολή συγκεκριμένων εγκλημάτων και της διαχείριση της κυκλοφορίας.
* Καταγράφονται τα δεδομένα εικόνας όσων εισέρχονται στην εμβέλεια καταγραφής των καμερών σε δημόσιους χώρους και διατηρούνται για 15 ημέρες. Εάν δεν προκύψει η τέλεση αδικήματος από τα αναφερόμενα στο νόμο και το Π.Δ. τα δεδομένα καταστρέφονται αυτόματα. Σε περίπτωση τέλεσης αδικήματος τα δεδομένα διαβιβάζονται τις αρμόδιες αρχές π.χ. εισαγγελία. Στις περιπτώσεις δημοσίων συναθροίσεων τα δεδομένα διατηρούνται για 48 ώρες και καταστρέφονται εκτός εάν προέκυψε η τέλεση αδικήματος. Τελευταία και περισσότερο προβληματική είναι η κατηγορία της διατήρησης των δεδομένων για 10 έτη που αφορούν πρόσωπα τα οποία θεωρούνται ύποπτα για την προπαρασκευή ή την διάπραξη στο μέλλον αξιόποινων πράξεων. Η Αρχή αφού επισημαίνει ότι μια τέτοια προληπτική διατήρηση δεδομένων δεν έρχεται σε αντίθεση με το δίκαιο της Ε.Ε. επικαλούμενη και πρόσφατη απόφαση του ΕΔΔΑ με την οποία κρίθηκε ότι το γερμανικό δίκαιο δεν παραβίασε το δικαίωμα στα προσωπικά δεδομένα και την ιδιωτική ζωή (Ρ.N. κατά Γερμανίας της 11-6-2020) διαπιστώνει ότι το σχέδιο Π.Δ. δεν περιλαμβάνει κριτήρια με βάση τα οποία χαρακτηρίζεται ένα άτομο ως ύποπτο με αποτέλεσμα ο κάθε πολίτης να χαρακτηρίζεται αυθαίρετα ως ύποπτος αδικήματος που δεν τέλεσε ακόμη, να καθίσταται αδύνατος ο έλεγχος της νομιμότητας του χαρακτηρισμού αυτού και συνακόλουθα η νομιμότητα της επί 10ετία διατήρησης των δεδομένων του.
3.4. Η Αρχή επισημαίνει ως βασική έλλειψη του συνόλου του σχ. Π.Δ. την απουσία νομοθετικής πρόβλεψης ορισμού ενός εκπροσώπου ανεξάρτητης ή αμερόληπτης αρχή ή δικαστικού/εισαγγελικού λειτουργού που θα αποφασίζει εκ των προτέρων ή θα ελέγχει ή επιβλέπει την διαδικασία λειτουργίας του συστήματος επιτήρησης, την ενεργοποίηση του, ιδίως στην περίπτωση των φορητών καμερών, την εστίαση προσώπων, την διατήρηση ή καταστροφή των δεδομένων ή την επιλογή και διαβίβαση τους στις αρμόδιες αρχές π.χ. εισαγγελία.
*Ιδιαίτερη μνεία γίνεται από την Αρχή σε σχέση με την επιτήρηση δημόσιων υπαίθριων συναθροίσεων καθώς συνδέεται με την άσκηση του ατομικού δικαιώματος του συνέρχεσθαι (αρ. 11 Σ.) και την αποκάλυψη ευαίσθητων δεδομένων (π.χ. στις πολιτικές-κομματικές συναθροίσεις). Στην περίπτωση αυτή, η Αρχή προτείνει σειρά νομοθετικών τροποποιήσεων αλλά και την διασφάλιση της διαδικασίας από εισαγγελικό ή δικαστικό λειτουργό.
* Εξαιρετικά σημαντικές είναι οι παρατηρήσεις της Αρχής επί της δυνατότητας των συστημάτων επιτήρησης να παρακολουθούν και να καταγράφουν δεδομένα ήχου, δηλαδή ακόμη και τις συζητήσεις που λαμβάνουν χώρα σε δημόσιους χώρους ή σε συναθροίσεις. Η Αρχή επισημαίνει ότι σε περίπτωση κατά την οποία τα εν λόγω δεδομένα ήχου εμπίπτουν στην έννοια της κατ’ αρ. 19 παρ. 1 Σ. προστατευόμενης επικοινωνίας και του απορρήτου αυτής, τότε οι εγγυητικές προβλέψεις του σχ. Π.Δ. δεν επαρκούν, παρά το ότι περιλαμβάνουν την προηγούμενη εντολή ή την έγκριση της εισαγγελικής αρχής, αλλά θα πρέπει να εφαρμόζεται ο νόμος για την άρση του απορρήτου των επικοινωνιών.
Η γνωμοδότηση εκδόθηκε υπό τον Πρόεδρο της Αρχής Κωνσταντίνο Μενουδάκο , ενώ στη συνεδρίαση παραστάθηκαν τα τακτικά μέλη Σπυρίδων Βλαχόπουλος και Κωνσταντίνος Λαμπρινουδάκης, ως εισηγητές, τα τακτικά μέλη Χαράλαμπος Ανθόπουλος, Ελένη Μαρτσούκου και το αναπληρωματικό μέλος ΓρηγόριοςΤσόλιας, επίσης ως εισηγητής.
Τέλος, αξίζει να σημειωθεί ότι νομικοί κύκλοι επισημαίνουν ότι πρόσφατα οι κάμερες σε δημόσιους χώρους αποδείχθηκαν χρήσιμο «εργαλείο» στα χέρια των αρχών για την εξιχνίαση σοβαρών εγκλημάτων, όπως η επίθεση με βιτριόλι σε βάρος της 34χρονης Ιωάννας στην Καλλιθέα και στην απαγωγή της 10χρονης Μαρκέλλας στη Θεσσαλονίκη.