«Μου λείπεις». «Γύρισε πίσω, σε παρακαλώ». «Σε χρειάζομαι». Ισως να είναι ο μοναδικός πολιτικός στον κόσμο ο Μπαράκ Ομπάμα που κάθε δημόσια εμφάνισή του πυροδοτεί δηλώσεις που τις έχουμε συνδέσει με την ερωτική «καψούρα» – ειδικά τους τελευταίους μήνες που ο Ντόναλντ Τραμπ έχει αποδειχθεί κατώτερος των περιστάσεων. Η δημοτικότητα του τέως προέδρου των ΗΠΑ, τον οποίο κάποιοι έχουν χαρακτηρίσει ιδανικό πλανητάρχη, βρίσκεται σταθερά σε δυσθεώρητα ύψη. Ο λογαριασμός του στο Twitter παραμένει ο πιο δημοφιλής στον κόσμο με 120 εκατομμύρια followers, ενώ χάρη στην παρουσία του στη διαδικτυακή εκδήλωση που διοργανώθηκε για την οικονομική ενίσχυση της καμπάνιας του Τζο Μπάιντεν την περασμένη Τρίτη συγκεντρώθηκαν 11 εκατομμύρια δολάρια μέσα σε μία ημέρα. Ο Ομπάμα παρότρυνε όσους τον παρακολούθησαν να εμπεδώσουν το μάθημα που διδάχθηκαν στις εκλογές του 2016 και να μη θεωρήσουν το αποτέλεσμα της επερχόμενης αναμέτρησης δεδομένο. Αναφερόμενος σε αυτό που αποκάλεσε «μεγάλη αφύπνιση» των νεαρών Αμερικανών, οι οποίοι πιέζουν για μεταρρυθμίσεις που σχετίζονται με τη δημόσια τάξη, το σωφρονιστικό σύστημα και την κλιματική κρίση, τόνισε πως «απλώς επειδή αυτή η ενέργεια υπάρχει εκεί έξω, αυτό δεν σημαίνει πως η νίκη μας είναι εξασφαλισμένη, ούτε πως θα διοχετευτεί σε κανάλια που εγγυώνται πραγματικές, απτές αλλαγές».
Το πρόγραμμά του μέχρι τον Νοέμβριο θα είναι γεμάτο, αφού μαζί με τη σύζυγό του Μισέλ αποτελούν τον άσο στο μανίκι των Δημοκρατικών. Ειρήσθω εν παρόδω, η συμβία του ανέβασε στο προφίλ της στο Instagram την Ημέρα του Πατέρα μια φωτογραφία του με τις δύο κόρες τους, τη Σάσα και τη Μαλία, εξαίροντας τη ζεστασιά και τη γενναιοδωρία του. Στις 26 Ιουνίου ο 58χρονος σταρ της παγκόσμιας πολιτικής σκηνής συμμετείχε στις ψηφιακές εκδηλώσεις για την επέτειο της Εξέγερσης του Στόουνγουολ, αποδεικνύοντας ξανά ότι ενδιαφέρεται για τα δικαιώματα της ΛΟΑΤΚΙ+ κοινότητας. Οι εξελίξεις των τελευταίων μηνών τον έχουν ούτως ή άλλως αναγκάσει να βγει ξανά δυναμικά στο προσκήνιο, αφού αποτελούσε πάντα μια φωνή ελπίδας και κοινής λογικής. Στις αρχές του μήνα απηύθυνε χαιρετισμό μέσω YouTube στους αποφοίτους αυτής της ταραγμένης χρονιάς, της μοιραίας Class of 2020, λέγοντάς τους πολλά και συγκινητικά: «Δεν θα ήταν παράλογο να πούμε ότι η γενιά σας ενηλικιώνεται σε έναν κόσμο που αντιμετωπίζει τις πιο σημαντικές προκλήσεις εδώ και δεκαετίες. Αισθανόμαστε όλοι πως θα μπορούσε να συμβεί οτιδήποτε. Μεγάλο μέρος αυτής της αβεβαιότητας αποτελεί άμεσο αποτέλεσμα της COVID-19 – των εκατοντάδων χιλιάδων ζωών που έχει στοιχίσει, της οικονομικής αναστάτωσης που έχει προκαλέσει. Κανείς δεν μπορεί να πει με σιγουριά πόσο ακόμη θα κρατήσει αυτή η κρίση, πολλά θα εξαρτηθούν από τις επιλογές που θα κάνουμε ως χώρα. Αλλά κάποια στιγμή αυτή η ιστορία θα τελειώσει. Εμβόλια και θεραπείες θα προκύψουν. Η οικονομία θα αρχίσει να επουλώνει τις πληγές της. Η ζωή θα αρχίσει να επιστρέφει στην κανονική μορφή της. Αυτό βέβαια που μας έχουν δείξει οι τελευταίες εβδομάδες είναι πως η παλιά κανονικότητα δεν ήταν αρκετά καλή, δεν λειτουργούσε σωστά. Η πανδημία έφερε στο προσκήνιο προβλήματα που διογκώνονται εδώ και πολύ καιρό: τις οικονομικές ανισότητες, την έλλειψη βασικής υγειονομικής περίθαλψης για εκατομμύρια ανθρώπους, τη συνεχιζόμενη μάστιγα του σεξισμού και της μισαλλοδοξίας, τις περιχαρακώσεις και τις δυσλειτουργίες του πολιτικού μας συστήματος. Ετσι, οι διαδηλώσεις με αφορμή τις δολοφονίες του Τζορτζ Φλόιντ, της Μπριόνα Τέιλορ, του Αχμάντ Αρμπερι και της Νίνα Ποπ δεν αποτελούν απλώς αντίδραση στις συγκεκριμένες τραγωδίες, όσο σπαραξικάρδιες κι αν είναι. Προκύπτουν από δεκαετίες αγωνίας και σύγχυσης που δημιουργήθηκαν εξαιτίας της άνισης μεταχείρισης και της αποτυχίας να συντελεστούν δομικές αλλαγές στις πρακτικές της αστυνομίας και στο γενικότερο σύστημα δικαιοσύνης».
Προς το τέλος της ομιλίας του έδωσε και μερικές συμβουλές στους νέους: «Να κάνετε αυτό που θεωρείτε σωστό και όχι μόνο ό,τι είναι βολικό και εύκολο ή αναμενόμενο. Να ακούτε και να σέβεστε ο ένας τον άλλον και να χρησιμοποιείτε την κριτική σκέψη για να προωθείτε την αλήθεια». Αυτό το τελευταίο το υπογράμμισε, τονίζοντας πως σε ένα τοπίο όπου τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης αποτελούν πεδίον δόξης λαμπρόν για τη διακίνηση των fake news θα έπρεπε όλοι να έχουμε τις κεραίες μας σε εγρήγορση, προκειμένου να αποκλείονται τα ψεύδη από τον δημόσιο διάλογο. Φυσικά, έκανε φινάλε με μια προσφιλή του έννοια, αυτή της ελπίδας: «Οπως έχει πει κάποιος: «Η ελπίδα δεν είναι λαχείο, είναι ένα σφυρί για να το χρησιμοποιούμε σε συνθήκες έκτακτης ανάγκης: για να σπάσουμε το τζάμι, να χτυπήσουμε τον συναγερμό και να αναλάβουμε δράση». Αυτό είναι η ελπίδα. Οχι η τυφλή πίστη ότι όλα θα βελτιωθούν από μόνα τους, αλλά η πεποίθηση ότι με προσπάθεια, αντοχή, κουράγιο και νοιάξιμο για τους άλλους όλα μπορούν να γίνουν καλύτερα».
Η προεδρία και το Νομπέλ Ειρήνης
Η δική του διαδρομή προς τον Λευκό Οίκο δεν ήταν άλλωστε η αναμενόμενη. Γεννημένος στη Χαβάη – με μητέρα από το Κάνσας και πατέρα από την Κένυα – μεγάλωσε περιτριγυρισμένος από τη δοτικότητα των αμερικανών παππούδων του. Τελειώνοντας το κολέγιο με την αρωγή υποτροφιών και φοιτητικών δανείων, ο Ομπάμα μετακόμισε στο Σικάγο, όπου συνεργάστηκε με έναν σύνδεσμο εκκλησιαστικών οργανισμών για να οικοδομηθούν ξανά κάποιες κοινότητες που υπέστησαν σοβαρό πλήγμα από το κλείσιμο τοπικών εργοστασίων χάλυβα. Σύμφωνα με το επίσημο βιογραφικό του, η εμπειρία αυτή ακόνισε την πίστη του στη δύναμή του να ενώνεις τους πολίτες πίσω από έναν κοινό σκοπό και του απέδειξε πως με σκληρή δουλειά μπορούν να επιτευχθούν θετικές αλλαγές. Αποφάσισε να σπουδάσει Νομική και έγινε μάλιστα ο πρώτος αφροαμερικανός πρόεδρος της νομικής επιθεώρησης «Harvard Law Review». Εν συνεχεία επέστρεψε στο Ιλινόι για να διδάξει Συνταγματικό Δίκαιο στο Πανεπιστήμιο του Σικάγο και για να ξεκινήσει την καριέρα του στην πολιτική. Στις 4 Νοεμβρίου του 2008 εξελέγη ο 44ος POTUS. Είχε καταφέρει να συγκεντρώσει τις περισσότερες ψήφους από κάθε άλλον υποψήφιο στην ιστορία των ΗΠΑ. Ανέλαβε τα καθήκοντά του σε μια περίοδο σοβαρής κρίσης και κατάφερε να σώσει την οικονομία, να μεταρρυθμίσει το σύστημα υγείας με το Obamacare και να θέσει τις βάσεις για ένα πράσινο μέλλον της χώρας. Οσον αφορά την εξωτερική πολιτική, η απροθυμία του να παρέμβει στη Συρία θα συγκαταλέγεται στα μελανά σημεία της προεδρίας του, όμως μπορεί να υπερηφανεύεται που το 2016 έγινε ο πρώτος πρόεδρος των ΗΠΑ εδώ και σχεδόν εννέα δεκαετίες που επισκέφτηκε την Κούβα, αλλά και για την επίτευξη της συμφωνίας για το πυρηνικό πρόγραμμα του Ιράν το 2015. Ας μην ξεχνάμε ότι το 2009 του απονεμήθηκε το βραβείο Νομπέλ Ειρήνης για τις «εκπληκτικές προσπάθειές του να ενδυναμώσει τη διεθνή διπλωματία και τη συνεργασία μεταξύ των λαών».
Την 1η Ιουνίου, σε μια δημόσια παρέμβασή του μέσω της πλατφόρμας Medium, σχολίασε εκτενώς το ζήτημα των ταραχών που ξέσπασαν στις ΗΠΑ με αφορμή τον θάνατο στα χέρια αστυνομικών του Αφροαμερικανού Τζορτζ Φλόιντ. Καταδικάζοντας τα φαινόμενα βίας, κάλεσε τους πολίτες να «διοχετεύσουν τη δικαιολογημένη οργή τους σε ειρηνική, διαρκή και αποτελεσματική δράση». Ο Ομπάμα ξεκαθάρισε πως θεωρεί τις διαδηλώσεις ένα πρώτο βήμα προς την αφύπνιση της κοινωνίας, όμως τόνισε πως θα πρέπει να λειτουργήσουν και ως μέσο κινητοποίησης για υψηλή προσέλευση στις κάλπες και εκλογή κυβερνητικών αξιωματούχων που ανταποκρίνονται στα αιτήματα των καιρών. Είπε και κάτι που ίσως να μην ακούγεται τόσο συχνά στα αμερικανικά μέσα: ότι ειδικά σε ό,τι αφορά την κατάχρηση εξουσίας και την υπέρμετρη βία της αστυνομίας, οι βασικοί υπεύθυνοι δεν είναι η κυβέρνηση και το Κογκρέσο, αλλά οι εκπρόσωποι της τοπικής αυτοδιοίκησης. Στην ιστοσελίδα του ιδρύματος The Obama Foundation έφτιαξε ένα mini-site το οποίο οδηγεί σε οργανώσεις που αγωνίζονται για ένα πιο δίκαιο σύστημα ποινικής δικαιοσύνης. Το 2014 μάλιστα είχε ανακοινώσει την έναρξη δράσης της πρωτοβουλίας My Brother’s Keeper που στόχο έχει την ενδυνάμωση των νεαρών μαύρων αγοριών, τα οποία χωρίζει ευρύ χάσμα όσον αφορά την πρόσβαση σε εκπαιδευτικές και επαγγελματικές ευκαιρίες σε σχέση με τους λευκούς συνομηλίκους τους.
Φυσικά παραμένει φανατικά υπέρμαχος του δημοκρατικού πολιτεύματος. Είχε σταθεί σε αυτή του τη βεβαιότητα και κατά την επίσκεψή του στην Ελλάδα το 2016, όταν στην ομιλία του στην Αίθουσα «Σταύρος Νιάρχος» του ΚΠΙΣΝ είχε πει: «Η δημοκρατία μπορεί να είναι ατελής, μπορεί να είναι αργή, δύσκολη στην υλοποίηση σε μια πολυφυλετική χώρα, όπως είναι οι ΗΠΑ, η δημοκρατία είναι πολύπλοκη, αλλά είναι το καλύτερο πολίτευμα. Η δημοκρατία, όπως και όλοι οι ανθρώπινοι θεσμοί, είναι ατελής. Μπορεί να είναι ατελής και δύσκολη στην υλοποίηση. Οι πολιτικοί στις δημοκρατίες είναι αντιδημοφιλείς γιατί στη δημοκρατία απαιτούνται συμβιβασμοί. Η δημοκρατία είναι καλύτερη γιατί επιτρέπει να δοκιμάζουμε καινούργιες ιδέες και να διορθώνουμε τα λάθη μας. Κατά τη διάρκεια της δικής μας ιστορίας έτσι καταφέραμε να είμαστε όλοι ίσοι απέναντι στον νόμο», ανέφερε και σημείωσε: «Εδώ όπου γεννήθηκε η δημοκρατία για ακόμη μία φορά διατρανώνουμε τις ιδέες μας».
Ο δομημένος και ισορροπημένος λόγος του, η αμεσότητα, η αίσθηση ωριμότητας που αποπνέει, η ενσυναίσθηση και η ευαισθησία του, το χιούμορ, ο αυτοσαρκασμός και η ανθρωπιά του λείπουν από την παγκόσμια πολιτική σκηνή και το συνειδητοποιήσαμε όλοι την περίοδο του lockdown παρακολουθώντας τις παράλογες εκρήξεις και τις υστερικές αντιδράσεις του Ντόναλντ Τραμπ στις συνεντεύξεις Τύπου ή την ανώριμη συμπεριφορά άλλων ηγετών, όπως ο Μπόρις Τζόνσον. Πολλοί του έχουν καταλογίσει ότι έκανε τελικά λιγότερα από όσα είχε υποσχεθεί, όμως κανείς δεν μπορεί να ισχυριστεί ότι δεν προσπάθησε. Και μόνο ως πρότυπο σύγχρονου πολιτικού άνδρα, ο Μπαράκ Ομπάμα μάς είναι απολύτως απαραίτητος. Αυτή την περίοδο ξαναδιαβάζει το «The Fire Next Time», τη διάσημη, προφητική μελέτη του αφροαμερικανού συγγραφέα Τζέιμς Μπόλντουιν για το φυλετικό πρόβλημα των ΗΠΑ, και δεν σταματά να επαναλαμβάνει τη ρήση του Μάρτιν Λούθερ Κινγκ: «Η καμπύλη του ηθικού σύμπαντος είναι μακριά, αλλά τείνει προς τη δικαιοσύνη».