Το Υπουργείο Δικαιοσύνης και η εταιρεία καθαριότητας OCS κατηγορούνται ότι αγνόησαν τις εκκλήσεις διερεύνησης πιθανής έξαρσης κορωνοϊού μεταξύ των εργαζόμενων καθαριότητας του υπουργείου, αφού τέσσερις καθαριστές δήλωσαν ότι εμφάνισαν συμπτώματα του ιού.
Η ομάδα καθαριότητας του υπουργείου, εργοδότης της οποίας είναι η εταιρεία καθαριότητας OCS και ο υπεργολάβος PRS, πληροφορήθηκαν στην αρχή του lockdown ότι θεωρούνται απαραίτητοι και ότι θα πρέπει να συνεχίσουν να μετακινούνται καθημερινά στο κέντρο του Λονδίνου.
Μέλη της ομάδας δήλωσαν ότι στην κορύφωση της πανδημίας και ενώ οι συνάδελφοί τους αρρώσταιναν, φοβούνταν ότι κινδυνεύουν να κολλήσουν τον ιό όμως δέχονταν πιέσεις να συνεχίσουν να εργάζονται στα «σχεδόν άδεια» γραφεία εξαιτίας του ότι δεν δικαιούνταν πλήρη αναρρωτική άδεια. Αντ’ αυτόύ, οι εργαζόμενοι που αρρώσταιναν και υποχρεώνονταν να αυτοαπομονωθούν, πληρώνονταν τη θεσμική αποζημίωση για τους ασθενείς που δεν μπορούν να εργαστούν, δηλαδή 95,85 λίρες Αγγλίας ανά εβδομάδα.
Ένας καθαριστής του υπουργείου απολύθηκε μέσω… γραπτού μηνύματος κατά την κορύφωση της πανδημίας, ενώ αυτοαπομονωνόταν γιατί είχε εμφανίσει σοβαρά συμπτώματα που παρέπεμπαν σε κορωνοϊό.
Η τραγική ιστορία του Εμάνουελ Γκόμες
Τον Μάιο, ο Guardian είχε δημοσιεύσει την ιστορία του Εμανουέλ Γκόμες, ενός εργαζόμενου στην ομάδα καθαριότητας του υπουργείου, ο οποίος αρρώστησε και πέθανε λίγες ώρες μετά το τέλος της βάρδιας του. Δεν υπάρχουν αποδείξεις ότι ο Γκόμες είχε κορωνοϊό, ενώ τα αποτελέσματα της νεκροψίας κατέληξαν ότι πιθανότερη αιτία θανάτου ήταν η υπέρταση.
Το σωματείο στο οποίο ανήκε ο Γκόμες, το United Voices of the World (UWV) και η οικογένειά του καταγγέλλουν ότι συνέχιζε να εργάζεται ενώ ήταν άρρωστος γιατί ένιωθε ότι δεν είχε το περιθώριο να πάρει αναρρωτική άδεια. Την ημέρα που πέθανε, ένας συνάδελφός του αναφέρει ότι είχε τόσο υψηλό πυρετό και ήταν τόσο άρρωστος, ώστε «δεν ήξερε πού ήταν».
«Ο Εμανουέλ πήγε για δουλειά ενώ ήταν άρρωστος. Όμως ήξερε ότι αν δεν δούλευε, δεν θα είχε αρκετά λεφτά για να βγάλει το μήνα», δήλωσε στον Guardian ο αδερφός του, Λέο Γκόμες.
Το UVW αναφέρει ότι την ίδια περίοδο που πέθανε ο Γκόμες, τουλάχιστον τέσσερα μέλη της ίδιας ομάδας καθαριότητας είχαν ασθενήσει με συμπτώματα που παραπέμπουν σε κορωνοϊό.
Επανειλημμένες εκκλήσεις του σωματείου
Το τέλος Απριλίου, το UVW έγειρε επανειλημμένως ανησυχίες για την ασφάλεια των εργαζόμενων, την απουσία προστατευτικού εξοπλισμού, αλλά και την έλλειψη πληρωμένης αναρρωτικής άδειας για τα άτομα που θα έπρεπε να αυτοαπομονωθούν.
Στη διάθεση του Guardian βρίσκεται και μια σειρά από e-mail που έστειλε το σωματείο μεταξύ 23 και 30 Απριλίου, ζητώντας από το υπουργείο και την εταιρεία καθαριότητας να διακόψει τις υπηρεσίες καθαριότητας για να προστατεύσει τους εργαζόμενους από έναν «σοβαρό και άμεσο κίνδυνο λοίμωξης από τον κορωνοϊό και διασποράς του».
Στις 29 Απριλίου, λίγες μέρες μετά το θάνατο του Γκόμες, το σωματείο προειδοποίησε την OCS και το υπουργείο ότι υπάρχουν άνθρωποι που εργάζονται με συμπτώματα που παραπέμπουν σε κορωνοϊό. Το σωματείο έδωσε στον Guardian τα ονόματα των εργαζόμενων που αρρώστησαν – μεταξύ τους και εκείνο του Γκόμες. Δεν έχει πραγματοποιηθεί έρευνα για το κατά πόσον συνδέεται με την ομάδα κάποια έξαρση του ιού.
Τι απαντά η εταιρεία
Σε δήλωσή της στον Guardian, η OCS είπε ότι δεν ήταν υποχρεωμένη να αναφέρει τα κρούσματα κορωνοϊού σε κανέναν οργανισμό δημόσιας υγείας εκείνη την περίοδο, ενώ έχει συμμορφωθεί πλήρως με όλες τις οδηγίες των βρετανικών αρχών.
Το υπουργείο δικαιοσύνης αρνείται οποιαδήποτε σύνδεση κάποιας έξαρσης κορωνοϊού με τις εγκαταστάσεις του, αναφέροντας: «Είναι ψευδές το να ισχυρίζεται κανείς ότι κάποια έξαρση συνδέεται με τα κεντρικά μας γραφεία».
Ωστόσο, το UVW δηλώνει ότι τα μέλη του δεν αισθάνονταν ότι είχαν τη δυνατότητα να μείνουν στο σπίτι επειδή εμφάνισαν συμπτώματα.
Απόλυση λόγω… καραντίνας
Ένα μέλος της ομάδας, που ζήτησε να αναφερθεί ως Ροντρίγκο, τόνισε ότι απολύθηκε μέσω γραπτού μηνύματος ενώ βρισκόταν σε καραντίνα στο σπίτι του.
«Έβηχα, είχα πόνους στα κόκαλα και είχα χάσει την όρεξή μου. Πραγματικά ήμουν χάλια, δεν έχω νιώσει ποτέ πριν τόσο έντονο πόνο στο σώμα μου», περιγράφει.
«Παρ’ όλα αυτά πήγα για δουλειά, όμως ένας επόπτης μου είπε να πάω σπίτι. Ρώτησα για τα χρήματά μου και μου είπε ότι θα τα βρούμε, και απλώς να πάω σπίτι».
Αντ’ αυτού, στις 29 Απριλίου, ο Ροντρίγκο έλαβε ένα μήνυμα από την υπηρεσία PRS, έναν υπεργολάβο που τον απασχολούσε εκ μέρους της OCS, που του έλεγε να μην επιστρέψει στη δουλειά.
«Δεν πληρώθηκα για την αναρρωτική από καμία από τις δύο εταιρείες, ενώ καμία από τις δύο δεν απαντά στα μηνύματά μου. Στεναχωρήθηκα πολύ που με πέταξαν από τη δουλειά χωρίς να έχω τίποτα. Ένιωσα τους τοίχους να με πλακώνουν».
Τι δηλώνει ο υπεργολάβος
Η PRS δήλωσε στον Guardian ότι η OCS τους συμβούλεψε να απομακρύνουν τον Ροντρίγκο από την ομάδα καθαριότητας του υπουργείου. Αναφέρει ότι η μη καταβολή των χρημάτων της αναρρωτικής προέκυψε από λάθος και ότι έχουν ξεκινήσει οι διαδικασίες για την επανόρθωσή του.
Η OCS επιβεβαιώνει ότι ο Ροντρίγκο εργαζόταν για την ομάδα καθαριότητάς της στο υπουργείο, αλλά αναφέρει ότι από τη στιγμή που ήταν υπάλληλος της PRS δεν μπορεί να σχολιάσει κανένα μήνυμα που του έστειλαν από την υπηρεσία. Επιπλέον, υποστηρίζει ότι η απόλυσή του δεν συνδέεται με το γεγονός ότι βρισκόταν σε καραντίνα που τον κρατούσε μακριά από τη θέση εργασίας του.
Εκείνη την εποχή δεν γίνονταν μαζικά τεστ και οι εταιρείες δεν ήταν υποχρεωμένες να αναφέρουν κρούσματα σε κανέναν οργανισμό δημόσιας υγείας. Όμως το UVW τονίζει ότι η OCS και το υπουργείο μπορούσαν να έχουν κάνει πολλά περισσότερα.
«Στην κορύφωση της πανδημίας οι εργαζόμενοι καθάριζαν άδεια δημόσια κτίρια, τους λεγόταν ότι είναι απαραίτητοι όμως ο μισθός τους ήταν χαμηλότερος από τον βασικό και φοβούνταν να ζητήσουν αναρρωτική γιατί θα λάμβαναν ακόμη λιγότερα χρήματα».
«Συμμορφωθήκαμε πλήρως με τις οδηγίες»
Η OCS υποστηρίζει ότι: «Όπως συμβαίνει και με κάθε άλλη βρετανική επιχείρηση, συνάδελφοί μας από διαφορετικούς τομείς ης εταιρείας εμφάνισαν συμπτώματα κοροναϊού και εμείς συμμορφωθήκαμε πλήρως με τις κυβερνητικές οδηγίες για τη διαχείριση της κατάστασης. Οι υπάλληλοι συμβουλεύθηκαν να μπουν σε καραντίνα 14 ημερών και να μην πάνε για δουλειά».
«Επιπλέον δεν έχουμε στοιχεία που να δείχνουν ότι η OCS δέχθηκε ισχυρότερο πλήγμα από οποιαδήποτε άλλη επιχείρηση, ούτε ότι η κατάσταση στην Petty France (τον δρόμο του Λονδίνου όπου βρίσκεται το υπουργείο) ήταν δυσανάλογη με την ευρύτερη εικόνα του βρετανικού πληθυσμού την ίδια εποχή».
Από την πλευρά του, το υπουργείο δήλωσε: «Εργαζόμαστε από κοινού με τους εργολάβους μας για να βεβαιωθούμε ότι όλο το προσωπικό διαθέτει τον κατάλληλο προστατευτικό εξοπλισμό, ο οποίος συμμορφώνεται προς τις οδηγίες της κυβέρνησης».
Πηγή: www.theguardian.com