Η εκτόξευση των παγκόσμιων χρηματιστηρίων αντιπροσωπεύει το τζογάρισμα των επενδυτών ότι οι κεντρικές τράπεζες θα αγνοήσουν τους κινδύνους της συσσώρευσης χρέους και θα συνεχίσουν να παρέχουν υποστήριξη στα σημερινά επίπεδα – ρεκόρ, προειδοποιεί το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο.
Στο πλαίσιο επικαιροποίησης της εξαμηνιαίας έκθεσής του για την παγκόσμια οικονομική σταθερότητα, το ΔΝΤ αναφέρει ότι οι κεντρικές τράπεζες έπαιξαν καίριο ρόλο στην επάνοδο των τιμών των μετοχών μετά την τεράστια πτώση που προκάλεσε ο κοροναϊός. Ωστόσο, μια από τις παρενέργειες αυτού του «φαρμάκου» ήταν και η απόκλιση που έχει προκύψει μεταξύ της αισιοδοξίας των αγορών και της υφεσιακής τάσης της οικονομίας.
Τι αναφέρει η έκθεση
Το ΔΝΤ τονίζει ότι οι επενδυτές «προφανώς στοιχηματίζουν στη συνεχιζόμενη άνευ προηγουμένου υποστήριξη των κεντρικών τραπεζών», προσθέτοντας ότι η αποσύνδεση των αγορών από την πραγματική οικονομία αυξάνει τον κίνδυνο άλλης μιας κατάρρευσης της αξίας των μετοχών που θα μπορούσε να βλάψει τις προοπτικές ανάκαμψης.
«Οι αγορές μοιάζουν να περιμένουν μια γρήγορη ανάκαμψη σε σχήμα V στην οικονομική δραστηριότητα», σημειώνει η έκθεση, τονίζοντας ότι ο κυριότερος δείκτης πρόβλεψης της Γουόλ Στριτ, ο S&P 500, δεν αντανακλά τα σημάδια της βαθιάς ύφεσης στα ΗΠΑ.
«Αυτό έχει δημιουργήσει απόκλιση μεταξύ της αποτίμησης του ρίσκου των αγορών και των οικονομικών προοπτικών», προειδοποιεί το ΔΝΤ.
Άνευ προηγουμένου υποστήριξη των κεντρικών τραπεζών
Οι μεγαλύτερες κεντρικές τράπεζες του κόσμου έχουν αγοράσει περιουσιακά στοιχεία αξίας 6 τρισεκατομμυρίων δολαρίων από τον Ιανουάριο, δηλαδή περισσότερα από τα διπλά σε σχέση με εκείνα που αγόρασαν κατά την οικονομική κρίση του 2008. Η άνευ προηγουμένου υποστήριξη που παρέχουν οδήγησε στην αποκατάσταση του 85% της αξίας των μετοχών σε σχέση με εκείνη προ κρίσης, όμως το ΔΝΤ τονίζει ότι δεν υπάρχει καμία εγγύηση πως αυτού του είδους η αισιοδοξία θα διατηρηθεί.
Οι αξίες των μετοχών υφίστανται πιέσεις τις τελευταίες ημέρες, με την αύξηση των κρουσμάτων σε όλο το εύρος των ΗΠΑ να δημιουργεί νευρικότητα.
Το ΔΝΤ αναφέρει ότι ένα δεύτερο κύμα λοιμώξεων είναι μόνο ένα από τα πράγματα που θα μπορούσαν να οδηγήσουν σε πτώση των αγορών. Ένα τέτοιο σενάριο «θα μπορούσε να προσθέσει οικονομική πίεση σε μια οικονομική πίεση που ήδη δεν έχει προηγούμενο».
Κίνδυνος η… υπεραισιοδοξία
Η έκθεση σημειώνει ότι οι προσδοκίες για την έκταση και τη διάρκεια της υποστήριξης των κεντρικών τραπεζών στις οικονομικές αγορές θα μπορούσαν να αποδειχθούν υπεραισιόδοξες, καθώς οι εμπορικές εντάσεις δεν αποκλείεται να επιστρέψουν, ενώ σε όλο τον κόσμο ελλοχεύει και ο κίνδυνος κοινωνικής αναταραχής εξαιτίας της αύξησης της ανισότητας.
Προσθέτει ότι μετά από μια δεκαετία χαμηλών επιτοκίων και παραγωγής χρήματος από τις κεντρικές τράπεζες, τόσο το δημόσιο όσο και το ιδιωτικό χρέος βρίσκονται σε υψηλά επίπεδα. Η πανδημία θα μπορούσε να φέρει αυτά τα κρυμμένα ευάλωτα σημεία στην επιφάνεια.
Το ΔΝΤ υπογραμμίζει ότι υπάρχουν «αυτή τη στιγμή πολλές οικονομίες με υψηλά επίπεδα χρέους που αναμένεται να αντιμετωπίσουν μια εξαιρετικά σφοδρή ύφεση. Αυτή η επιδείνωση των οικονομικών θεμελίων έχει ήδη οδηγήσει σε υψηλότερους ρυθμούς αθέτησης πληρωμών εταιρικών ομολόγων από την έναρξη της παγκόσμιας οικονομικής κρίσης, ενώ υπάρχει και κίνδυνος ευρύτερων επιπτώσεων στη φερεγγυότητα των εταιρειών και των νοικοκυριών».
Μια αύξηση της αφερεγγυότητας θα αποτελούσε κρίσιμο τεστ για την αντοχή των τραπεζών, παρά το γεγονός ότι αυτή τη στιγμή βρίσκονται σε καλύτερη κατάσταση από ό,τι στην αρχή της κρίσης του 2008.
Το ΔΝΤ αναφέρει επίσης ότι οι κεντρικές τράπεζες θα πρέπει να έχουν υπόψη τους τον κίνδυνο η βραχυπρόθεσμη δραστηριότητα έκτακτης ανάγκης να έχει αρνητικές μακροπρόθεσμες συνέπειες.
«Η άνευ προηγουμένου χρήση αντισυμβατικών εργαλείων είναι βέβαιο πως άμβλυνε τις επιπτώσεις της πανδημίας στην παγκόσμια οικονομία και μείωσε τον άμεσο κίνδυνο που αντιμετωπίζει το παγκόσμιο οικονομικό σύστημα. Ωστόσο, είναι ανάγκη να ληφθούν μέτρα για να αποφύγουμε την περαιτέρω συσσώρευση ευάλωτων σημείων σε ένα περιβάλλον εύκολων οικονομικών συνθηκών».
«Από τη στιγμή που θα είναι βέβαιο ότι έχουν μπει σε τροχιά ανάκαμψης, οι νομοθέτες θα πρέπει να φροντίσουν τα εύθραυστα σημεία της οικονομίας που θα μπορούσαν να γίνουν οι σπόροι μελλοντικών προβλημάτων και να θέσουν μεσοπρόθεσμα σε κίνδυνο την ανάπτυξη».
Πηγή: www.theguardian.com