Επαναλαμβάνεται, σωστά, ότι το Μεταναστευτικό δεν είναι ελληνικό πρόβλημα, αλλά πρόκληση που αφορά όλη την Ευρώπη. To απέδειξαν τα γεγονότα του περασμένου Μαρτίου στον Εβρο. Η Τουρκία χρησιμοποίησε τη μεγάλη δεξαμενή μεταναστών στο έδαφός της σαν «πολιορκητικό κριό» για να επιτύχει γεωπολιτικά οφέλη. Επιχείρησε να το πράξει ασκώντας εκβιασμό στην Ευρώπη. Επρόκειτο για μια υβριδικής μορφής απειλή που απέτυχε λόγω της σθεναρής ελληνικής στάσης.
Η παρατηρούμενη έκτοτε ύφεση στις μεταναστευτικές ροές δεν δικαιολογεί τον παραμικρό εφησυχασμό. Η Κοινή Δήλωση ΕΕ – Τουρκίας του 2016 δέχθηκε σοβαρό πλήγμα από την Τουρκία. Χρειάζεται επομένως προσαρμογές και αναθεωρήσεις όπως:
- Κατάργηση του γεωγραφικού περιορισμού από τα νησιά του Ανατολικού Αιγαίου ως προϋπόθεση για επιστροφή μεταναστών στην Τουρκία.
- Ευρωπαϊκή χρηματοδότηση προς την Τουρκία υπό όρους, δηλαδή περισσότερη χρηματοδότηση για λιγότερες ροές και μειωμένη/καθόλου χρηματοδότηση για αυξημένες ροές.
- Μεικτές επιχειρήσεις επιτήρησης από τη Frontex και το τουρκικό λιμενικό και στρατοχωροφυλακή στην ξηρά και κατά μήκος των τουρκικών ακτών.
Η τουρκική διάσταση της μεταναστευτικής πρόκλησης είναι ιδιαίτερα σοβαρή. Αλλά δεν είναι μόνον αυτή. Για αυτόν τον λόγο η Ελλάδα έχει διαμορφώσει συμμαχίες εντός και εκτός Ευρώπης.
Αυτό πράξαμε με τη Βουλγαρία και την Κύπρο, καταθέτοντας στο Συμβούλιο της ΕΕ κοινό κείμενο που υπογράμμιζε τη σοβαρότητα της Ανατολικής Μεσογείου ως του πιο ευάλωτου «μεταναστευτικού» μετώπου. Συμμαχία έχουμε διαμορφώσει – ως πρωταγωνιστές – με τις άλλες τέσσερις μεσογειακές χώρες πρώτης γραμμής, Ισπανία, Ιταλία, Μάλτα, Κύπρο. Οι «5» έχουμε καταθέσει κείμενο με τις βασικές προτεραιότητες και επιδιώξεις μας για την ευρωπαϊκή Πολιτική Μετανάστευσης και Ασύλου. Συνοψίζονται ως εξής:
- Οι χώρες πρώτης γραμμής πρέπει να τύχουν δίκαιης κατανομής του μεταναστευτικού βάρους. Ζητούμε μηχανισμό υποχρεωτικής μετεγκατάστασης αιτούντων άσυλο σε όλα τα κράτη-μέλη.
- Κοινός ευρωπαϊκός μηχανισμός επιστροφών. Η Ελλάδα έχει καταθέσει από τον Δεκέμβριο του 2019 συγκεκριμένες προτάσεις.
- Το νέο σύστημα ασύλου πρέπει να θεμελιώνεται στον σεβασμό των δικαιωμάτων, ταυτόχρονα όμως πρέπει να εμποδίζει την καταχρηστική εκμετάλλευση των διαδικασιών.
- Αναγνώριση της ιδιαιτερότητας και των αυξημένων απαιτήσεων διαχείρισης των θαλασσίων συνόρων.
- Δεν μπορούμε να δεχθούμε υποχρεωτικές διαδικασίες υποδοχής και εξέτασης ασύλου στα εξωτερικά σύνορα των κρατών-μελών πρώτης γραμμής χωρίς αυτό να αντισταθμίζεται με τη θεσμοθέτηση αντίστοιχης υποχρεωτικής αλληλεγγύης με δίκαιο επιμερισμό του βάρους και με την ανάλογη μετεγκατάσταση αιτούντων άσυλο στα υπόλοιπα κράτη-μέλη. Θεμελιώδης διαπραγματευτική θέση της Ελλάδας είναι ότι «τίποτα δε θα είναι υποχρεωτικό εάν δεν είναι όλα υποχρεωτικά».
- Διασύνδεση εσωτερικής και εξωτερικής διάστασης της μεταναστευτικής πολιτικής της ΕΕ με συνεργασίες με τρίτα κράτη.
Πέραν αυτών, η Ελλάδα έχει ζητήσει με συγκεκριμένες προτάσεις τη διαμόρφωση ενός στιβαρού και αποτελεσματικού μηχανισμού για την καταπολέμηση των δικτύων λαθροδιακινητών.
Μια ακόμα πρωτοβουλία, που έχει προκαλέσει μεγάλο ενδιαφέρον, είναι η πρόταση που καταθέσαμε πρόσφατα με τη Βουλγαρία και την Κύπρο να συμπεριληφθεί στη νέα ευρωπαϊκή πολιτική μια ειδική «ρήτρα ευελιξίας» που θα εφαρμόζεται αποκλειστικά σε εξαιρετικές και ακραίες καταστάσεις μεταναστευτικών κρίσεων. Οταν ένα κράτος-μέλος βρίσκεται αντιμέτωπο με καταστάσεις που ξεπερνούν τις δυνατότητές του στο πλαίσιο των προβλεπομένων για ομαλές συνθήκες ρυθμίσεων, θα πρέπει να μπορεί να λαμβάνει τα προσήκοντα μέτρα για την αποτελεσματική αντιμετώπισή τους. Αυτό θα συμβαίνει εντός του θεσμικού πλαισίου του διεθνούς δικαίου και του ευρωπαϊκού κεκτημένου.
Σκοπός μας είναι να προστατεύεται και το κράτος δικαίου, αλλά και η χώρα που αντιμετωπίζει προβλήματα ακόμα και εθνικής ασφάλειας, όπως η Ελλάδα τον περασμένο Μάρτιο. Τότε όλοι συνεχάρησαν τον πρωθυπουργό Κυριάκο Μητσοτάκη, την κυβέρνηση, την Ελλάδα. Η πρόεδρος της Επιτροπής μας αποκάλεσε «ασπίδα της Ευρώπης». Ωστόσο, από διάφορους κύκλους ασκήθηκε κριτική στην Ελλάδα ακριβώς γιατί λειτούργησε ως ασπίδα της Ευρώπης. Εδώ υπάρχει, το λιγότερο, αντίφαση. Δεν μπορεί η Ελλάδα να είναι ενθουσιωδώς αποδεκτή ως «ασπίδα» και ταυτόχρονα να καθίσταται υπόλογη. Η υποκρισία πρέπει να τελειώσει.
Στη διαπραγμάτευση για τη νέα ευρωπαϊκή πολιτική μετανάστευσης και ασύλου θα αντιπαρατεθούν τρεις αντιλήψεις: της υποχρεωτικής ισχυρής αλληλεγγύης, της ευέλικτης αλληλεγγύης και της ανεπαρκούς αλληλεγγύης.
Η διεθνής δράση μας επεκτείνεται και σε διμερές επίπεδο, είτε αυτό αφορά πρόσθετη οικονομική ενίσχυση, είτε αποτελεσματικές επιστροφές σε τρίτες χώρες, είτε μετεγκατάσταση ασυνόδευτων ανηλίκων αιτούντων άσυλο. Εχουμε προχωρήσει σε τέτοιες μορφές συνεργασίας με τις ΗΠΑ, Γαλλία, Γερμανία, Ολλανδία, Ην. Βασίλειο, Ελβετία, Νορβηγία, Δανία, Σλοβενία, Πορτογαλία, Ιρλανδία, Λουξεμβούργο, Φινλανδία, Λιθουανία, Αυστρία, Βέλγιο, Βουλγαρία, Σερβία.
Ουσιαστική είναι η καθημερινή συνεργασία μας με την Κομισιόν, τον ΔΟΜ, την UNHCR, τη Frontex και το EASO, με οποίο πρόσφατα κυρώθηκε Συμφωνία Εδρας, ενώ οριστικοποιούνται αντίστοιχες συμφωνίες με την UNHCR και τον ΔΟΜ.
Η Ελλάδα αναπτύσσει μια πλήρη, διεθνή και ευρωπαϊκή στρατηγική με διττό στόχο:
- την προστασία των συμφερόντων της και την προβολή των προτεραιοτήτων και θέσεών της
- την ανάδειξή της σε χώρα αναφοράς για τα θέματα μετανάστευσης που, όπως έχει τονίσει ο ΟΗΕ, θα βρίσκονται στην κορυφή της ημερήσιας διάταξης της διεθνούς πολιτικής για τον 21ο αιώνα.
Αυτή είναι η προσπάθεια και η φιλοδοξία μας.
Ο κ. Γιώργος Κουμουτσάκος είναι αναπληρωτής υπουργός Μεταναστευτικής Πολιτικής.