Ο θεωρούμενος «συστημικός» Τύπος, οι παραδοσιακές εφημερίδες κυρίως, αντιμετωπίστηκαν με την εκδήλωση της προηγούμενης χρηματοπιστωτικής κρίσης ως μέγιστο κακό από τις υποτιθέμενες αντισυστημικές, δεξιές και αριστερές (λαϊκιστικές κατά βάση) πολιτικές δυνάμεις, όχι μόνο στην Ελλάδα, αλλά παντού στον κόσμο.
Οι πολλές αναθεωρητικές πολιτικές δυνάμεις και ηγεσίες χρησιμοποιώντας υπεραπλουστευτικά ερμηνευτικά εργαλεία της διεθνούς χρηματοπιστωτικής κρίσης διαμόρφωσαν με τον καιρό κλίμα γενικευμένης αμφισβήτησης του Τύπου και των διαχρονικών με επιρροή στην κοινή γνώμη εντύπων.
Γι’ αυτούς η μεγάλη οικονομική κρίση ήταν απλώς αποτέλεσμα της ασυδοσίας των τραπεζών, την οποία υποτίθεται κάλυπτε ο δήθεν αμαρτωλός, διεφθαρμένος και διαπλεκόμενος Τύπος, υπηρετώντας τις προνομιακές σχέσεις και τους ξεχωριστούς δεσμούς που διατηρούσε με τον χρηματοπιστωτικό τομέα.
Ουδεμία αναφορά στις δημοσιονομικές εκτροπές, στην υπερχρέωση κρατών, επιχειρήσεων και ιδιωτών, καμία αξιολόγηση και ευθύνη στις πολιτικές αφροσύνης που επικράτησαν διεθνώς και παραγέμισαν τη φούσκα, παρά μόνο εχθροπαθείς πολιτικές μίσους και αντιπαλότητας απέναντι στις παλαιές πολιτικές δυνάμεις και βεβαίως συκοφαντίας απέναντι στον «συστημικό» Τύπο με προφανή στόχο είτε την απομείωση της επιρροής του, είτε την κατάκτηση και τον προσεταιρισμό του.
Το ενδιαφέρον είναι ότι οι περισσότερες των αναθεωρητικών πολιτικών δυνάμεων αντιμετώπισαν σχεδόν με τον ίδιο τρόπο τις παραδοσιακές εκδόσεις.
Ο Ντόναλντ Τραμπ έχτισε όλη του την καμπάνια υβρίζοντας και λοιδωρώντας τα πιο αξιόπιστα και διαχρονικά μέσα ενημέρωσης στις ΗΠΑ.
Στη γειτονική Τουρκία ο Ταγίπ Ερντογάν είτε εξαφάνισε είτε κατέκτησε τις αντιπολιτευόμενες εφημερίδες.
Και στην Ελλάδα η «νέα Αριστερά» του κ. Τσίπρα και οι παράταιροι εθνικιστές εταίροι του έκαναν ό,τι περνούσε από το χέρι τους προκειμένου να πλήξουν, να περιθωριοποιήσουν ή καλύτερα να κατακτήσουν τα παραδοσιακά κάστρα της ενημέρωσης.
Με τον καιρό ο Τύπος εγινε το φετίχ του Τσίπρα, έλαβε χαρακτηριστικά σχεδόν υπαρξιακής εμμονής, καθοδήγησε και συνεχίζει να καθοδηγεί την ηγεσία του ΣΥΡΙΖΑ.
Τελευταία έκφραση αυτής της εμμονής το πρόσφατο τηλεοπτικό σποτ του κόμματος της αξιωματικής αντιπολίτευσης, οι εμπνευστές του οποίου υπέπεσαν στο λάθος της αντιδημοκρατικής γενίκευσης και του τσουβαλιάσματος των πάντων, μια πρακτική που παραπέμπει σε άλλες εποχές και σε ακροδεξιές πολιτικές δυνάμεις.
Πρακτική η οποία πέραν των άλλων κρύβει και προστατεύει τα όποια «σάπια μήλα» της ενημέρωσης.
Ανατρέχοντας πάντως στην επιχειρηματολογία των αναθεωρητικών πολιτικών δυνάμεων θα διαπιστώσει κανείς κυρίως τα δικά τους ελλείμματα και λάθη παρά του Τύπου την υποτιθέμενη μονομέρεια.
Στην πρώτη φάση της χρεοκοπίας και των πολιτικών διάσωσης απεδείχθη ότι ο «συστημικός» Τύπος είχε δίκιο που επέμεινε ότι χωρίς ανάληψη της ευθύνης του χρέους δεν υπάρχει σωτηρία και όχι εκείνοι που θεωρούσαν ότι μόνο με την αθέτηση και τη σύγκρουση μπορεί να επιβιώσει τη χώρα.
Και αργότερα ήταν οι παραδοσιακές εφημερίδες που είχαν δίκιο όταν καλούσαν τον κ. Τσίπρα να επιλέξει τη διαπραγμάτευση με την Ευρώπη παρά να υιοθετήσει τις βαρουφάκειες πρακτικές άρνησης των υποχρεώσεων της χώρας.
Και στο περιβόητο δημοψήφισμα το καλοκαίρι του 2015 απεδείχθη εκ των πραγμάτων ότι ο «συστημικός» Τύπος που υιοθέτησε το «Μένουμε Ευρώπη» είχε δίκιο και όχι όσοι επέλεγαν και υπεράσπιζαν τη ρήξη και την έξοδο από τη ζώνη του ευρώ.
Και στην τρέχουσα υγειονομική κρίση ο ίδιος κύκλος υποτιμά και πάλι τον ρόλο του «συστημικού» Τύπου. Χωρίς τη συμβολή του, χωρίς την υποστήριξη των μέτρων αποστασιοποίησης, χωρίς την επιστημονική προσέγγιση της νόσου και την διακινδύνευση των δημοσιογράφων που βρέθηκαν παντού και εργάστηκαν ατέλειωτες ώρες σε δύσκολες συνθήκες το αποτέλεσμα δεν θα ήταν το ίδιο.
Ο Τύπος και τα μέσα ενημέρωσης χωρίς αμφιβολία έπαιξαν καθοριστικό ρόλο στην άμβλυνση των συνεπειών της πανδημίας. Και αυτό που είναι το μείζον αποσιωπάται και αντιθέτως υπερπροβάλλονται οι όποιες επιλεκτικές κατανομές διαφημίσεων από τον κ. Πέτσα.
Από όλη την προσπάθεια της περιόδου ο κ.Τσίπρας και οι υπεύθυνοι επικοινωνίας του ΣΥΡΙΖΑ επέλεξαν το τσουβάλιασμα και για ακόμη μια φορά εχθροπαθείς γενικεύσεις και υπεραπλουστεύσεις που παραπέμπουν σε άλλες πολιτικές οικογένειες και ουδόλως ταιριάζουν σε κόμμα της Αριστεράς.
Θα περίμενε κανείς από τον ΣΥΡΙΖΑ και την ηγεσία του σήματα και πράξεις ωριμότητας, ιδιατέρως μετά την εμπειρία της διακυβέρνησης. Η εμμονή σε διχαστικές και εχθροπαθείς πρακτικές φανερώνει εγκλωβισμό και περιθωριοποίηση παρά αναγέννηση και ανασυγκρότηση, την οποία υποτίθεται επιδιώκει η ηγεσία του.