Οι γραμμές που ακολουθούν χαράσσονται με αφορμή ορισμένες μεμονωμένες πρόσφατες δηλώσεις και δημοσιεύματα για τις διεξαχθείσες κατά την περίοδο 2007-2010 διαπραγματεύσεις των θαλασσίων ζωνών Ελλάδας – Λιβύης. Επικεφαλής των εν λόγω διαπραγματεύσεων, κατά την συγκεκριμένη εποχή όπως και των αντιστοίχων με τις υπόλοιπες όμορες της Ελλάδας χώρες (πλην Τουρκίας), διετέλεσε ο υπογράφων, με βάση ολοκληρωμένη στρατηγική που είχε υποβάλει ο ίδιος στην υπουργό Εξωτερικών Ντόρα Μπακογιάννη από τον Απρίλιο του 2006. Την στρατηγική αυτή εισηγήθηκα στην τότε ΥΠΕΞ έχοντας υπόψη μου διάφορα δεδομένα τα οποία, τουλάχιστον για την περίπτωση της Λιβύης, περιελάμβαναν τα ακόλουθα:
Τα δεδομένα και οι διαπραγματεύσεις
l Το γεγονός ότι από το 1973 η Λιβύη έκλεισε μονομερώς και εντελώς παράνομα, κατά το Διεθνές Δίκαιο, τον Κόλπο της Σύρτης ανοίγματος 300 ν.μ.
l Το γεγονός ότι η διμερής ελληνοϊταλική συμφωνία για την οριοθέτηση της υφαλοκρηπίδας του 1977 (η οποία είναι η μόνη που ισχύει ακόμη και σήμερα συμφωνία μας με όμορες χώρες) έχει αφήσει κενό μήκους τουλάχιστον 29 ν.μ. στην νότια απόληξη της οριοθετικής γραμμής της (σε αντίθεση με την βόρεια απόληξή της κενού μήκους 7 ν.μ. περ.), μέχρι του τριεθνούς Ελλάδας – Ιταλίας – Λιβύης. Το κλείσιμο του κενού αυτού θα μπορούσε να διευκολυνθεί ουσιαστικά με την επίτευξη διμερούς Ε/Λ συμφωνίας. Στο σημείο αυτό σημειώνω ότι η Λιβύη έχει απορρίψει γραπτώς σε αλληλογραφία της με την ΕΕ ακόμη και αυτό το σημείο όπου τερματίζεται (προσωρινά) η Ελληνοϊταλική συμφωνία του 1977 και το οποίο θα πρέπει σύντομα να καλυφθεί από κοινού με την Ιταλία.
l Το γεγονός ότι τον Μάρτιο του 2006 η Λιβύη προχώρησε μονομερώς στην παραχώρηση θαλασσίων οικοπέδων προς έρευνα/εκμετάλλευση υδρογονανθράκων, με βάση τον (παράνομα κλειστό Κόλπο της Σύρτης), όχι μόνον αγνοώντας την ύπαρξη της Γαύδου (κατοικημένης ελληνικής νήσου), αλλά και βορείως αυτής, μεταξύ δηλ. Γαύδου – Κρήτης, σε μια χονδροειδή απόπειρα σφετερισμού των δικαιωμάτων ακόμη και της Κρήτης (για τα αναφερόμενα υπάρχουν δημοσιεύματα στον αθηναϊκό Τύπο της εποχής τα οποία έχω στην κατοχή μου). Διαβήματα διαμαρτυρίας μας της εποχής εκείνης προς την Λιβύη παρέμειναν στην ουσία άνευ αποτελέσματος.
l Το γεγονός ότι οι τουρκολιβυκές θέσεις στα θέματα Δικαίου Θαλάσσης συμπορεύονται σε πολλά ζητήματα ήδη από την δεκαετία του 1970, με την Τουρκία να είναι μία από τις τέσσερις (4) χώρες που δεν υπέγραψε την Σύμβαση του Δικαίου της Θαλάσσης του Montego Bay του 1982, και με την Λιβύη να την έχει υπογράψει μεν, αλλά να αποφεύγει με διάφορα προσχήματα (ακόμη και σήμερα) να την επικυρώσει.
Με γνώμονα τα προαναφερθέντα προβήκαμε σε πρόταση διαπραγματεύσεων οριοθετήσεως θαλασσίων ζωνών προς την Λιβύη, λαμβάνοντας επίσης υπόψη μας το αυτονόητο, ότι δηλ. οι διεξαγόμενες διαπραγματεύσεις με τις όμορες χώρες αλληλοεπηρεάζονται (εν είδει συγκοινωνούντων δοχείων), τόσο κατά την διεξαγωγή τους, όσο και κατά το αποτέλεσμά τους.
Κατά τους διεξαχθέντες διαπραγματευτικούς γύρους απεδείχθη με βάση την λιβυκή διαπραγματευτική γραμμή η εμμονή τους να «εξαφανίσουν» πλήρως όλη την αλυσίδα ελληνικών νήσων/νησίδων νοτίως της Ζακύνθου – Πελοποννήσου – Κρήτης, και όχι μόνον της Γαύδου, υποστηρίζοντας ότι βάσει της νομολογίας του Διεθνούς Δικαστηρίου της Χάγης το δικαιούνται, μεταξύ άλλων, λόγω του μήκους της ακτογραμμής τους.
Πρόσφατα, δηλ. μετά την υπογραφή του γνωστού μνημονίου Λιβύης – Τουρκίας, αποκάλυψαν ότι την ίδια εποχή που διεπραγματεύοντο μαζί μας είχαν και παράλληλη (μυστική) διαπραγμάτευση με την Τουρκία (σχετ. επιστολή τους προς τον ΟΗΕ). Το γεγονός αυτό και μόνον καταδεικνύει την κακή τους πίστη απέναντί μας, γεγονός που αντιβαίνει στην θεμελιώδη αρχή της καλή τη πίστη διεξαγωγής διαπραγματεύσεων μεταξύ κρατών.
Οι απαιτήσεις της Τρίπολης, τα νησιά και η Σύρτη
Συνεχίζω και φθάνω στον τελευταίο γύρο των διαπραγματεύσεων (Τρίπολη Λιβύης, 31 Αυγούστου 2010). Στην διάρκεια αυτού η λιβυκή πλευρά μάς ανακοίνωσε ότι προετίθετο να μας υποβάλει δύο υποθέσεις εργασίας, αποτυπωμένες σε χάρτη, βάσει των οποίων η ελληνολιβυκή οριοθέτηση θα γινόταν με ανοικτό ή κλειστό τον Κόλπο της Σύρτης. Σε κάθε περίπτωση εζητείτο από την Ελλάδα η πλήρης παραίτηση επί των δικαιωμάτων της επί των θαλασσίων ζωνών (υφαλοκρηπίδα/ΑΟΖ) για όλες τις ελληνικές νήσους στο Ν. Ιόνιο – Λιβυκό Πέλαγος. Πρόκειται περί σειράς νήσων/νησίδων και κυρίως Στροφάδων, Σαπιέντζας, Σχίζας, Γαύδου, Χρυσής και Κουφονησίου (δηλ. μέχρι του ΝΑ άκρου της Κρήτης), όπου αρχίζει η μέτρηση για μελλοντική συμφωνία με την Αίγυπτο.
Η επί τόπου αντίδρασή μου υπήρξε αρνητική για δύο βασικούς λόγους που σημειώνω στην σελ. 26 του πρόσφατου βιβλίου μου «Ανάλεκτα Ελληνικής Διπλωματίας».
Πρώτον, διότι η λιβυκή κίνηση ισοδυναμούσε με προσπάθεια ανταλλαγής παρανόμων αξιώσεων (κλείσιμο Σύρτης) με νόμιμα δικαιώματα (ελληνικές νήσοι).
Δεύτερον, διότι τυχόν αποδοχή της ιδέας θα δημιουργούσε επικίνδυνο προηγούμενο για άλλους καραδοκούντες, όχι μόνο τους Τούρκους αλλά πιθανώς και τους Αλβανούς, οι οποίοι είχαν, ακριβώς μερικούς μήνες πριν, προβεί στην κήρυξη της ελληνοαλβανικής συμφωνίας του 2009 (την οποία είχα διαπραγματευθεί και μονογράψει ο ίδιος και είχε υπογράψει η Ντόρα Μπακογιάννη), ως αντικείμενη στο αλβανικό Σύνταγμα (Ιανουάριος 2010).
Στην συνέχεια η λιβυκή πλευρά απέστειλε στις 7 Οκτωβρίου 2010 τους δύο προαναφερθέντες χάρτες στο ελληνικό ΥΠΕΞ (με ρηματική διακοίνωση), στους οποίους αποτυπωνόταν μία προσωρινή οριοθετική γραμμή, με πλήρη αγνόηση των προαναφερθεισών ελληνικών νήσων. Εξ όσων γνωρίζω, δεν υπήρξε σχετική ελληνική απάντηση, αφήνοντας το θέμα ανοιχτό για μελλοντικές διαπραγματεύσεις.
Εκτιμώ ότι η τότε ελληνική κυβέρνηση, αλλά και οι επόμενες κυβερνήσεις που την διαδέχθηκαν, έκριναν ότι οι λιβυκές προτάσεις, ακόμη και υπό την ευμενέστερη εκδοχή τους (δηλ. με ανοικτό τον Κόλπο της Σύρτης), που συνεπήγοντο παραίτηση από μέρους μας των δικαιωμάτων μας επί των θαλασσίων ζωνών των νήσων που προαναφέρθηκαν, απαιτούσαν χειρισμό επί της τραπέζης των διαπραγματεύσεων και όχι μέσω ρηματικών διακοινώσεων. Και τούτο με βάση το γεγονός ότι σχεδόν όλες οι νήσοι αυτές, και όχι μόνο βεβαίως η Γαύδος, ενέπιπταν, είτε με το κριτήριο της ανθρώπινης κατοίκησης είτε με εκείνο της υπάρχουσας ή μελλοντικής οικονομικής βιωσιμότητας, στις απαιτήσεις της Συμβάσεως του Δικαίου της Θαλάσσης, που ορίζουν ότι τα νησιωτικά εδάφη έχουν τα ίδια δικαιώματα με τα ηπειρωτικά.
Εκτοτε δεν υπήρξε άλλη διαπραγμάτευση με την Λιβύη, με την κατάρρευση άλλωστε και του καθεστώτος Καντάφι. Πρόσφατα όμως σε ένα δημοσίευμα εμφανίζεται ως λόγος δήθεν απορρίψεως η απαίτησή μας για πλήρη δικαιώματα στην Γαύδο ενώ, άκουσον-άκουσον, η λιβυκή πρόταση ήταν μόνο για 3,7% περικοπή των δικαιωμάτων της.
Βεβαιώνω κατά κατηγορηματικό και ανεπίδεκτο παρερμηνείας τρόπο ότι τα γεγονότα είναι όπως τα προεξέθεσα. Πρόταση Λιβύης για 3,7% περικοπή των δικαιωμάτων της Γαύδου δεν μου περιήλθε ποτέ όσο ήμουν υπεύθυνος των διαπραγματεύσεων, αντιθέτως η λιβυκή υπόθεση εργασίας προϋποθέτει 100% περικοπή όλων των δικαιωμάτων επί υφαλοκρηπίδας/ΑΟΖ των προαναφερθεισών νήσων μας, και όχι μόνο της Γαύδου. Οι επικαλούμενοι υποβολή παρόμοιας προτάσεως εκ μέρους της Λιβύης ας μπουν στον κόπο να δηλώσουν σε ποιον αρμόδιο υπεβλήθη παρόμοια πρόταση και πότε. Και εάν όντως υπεβλήθη, γιατί ο τελευταίος δεν την αποδέχθηκε ώστε να θέσει ο ίδιος την υπογραφή του στην επιδιωκόμενη με την Λιβύη συμφωνία. Εξυπακούεται ότι όσα σημειώνω στο παρόν περιλαμβάνονται στις εκθέσεις μου επί του θέματος προς το υπουργείο Εξωτερικών και ειδικά για τον τελευταίο γύρο διαπραγματεύσεων του Αυγούστου 2010.
Κλείνω με μια παρατήρηση που ίσως να έχει την αξία της διαχρονικά αλλά και υπό την παρούσα συγκυρία των τουρκικών στοχεύσεων στην Ανατολική και Κεντρική Μεσόγειο. Πράγματι το τελευταίο που μας χρειάζεται τώρα είναι η εσωστρέφεια σε ζητήματα τα οποία συνιστούν χώρο εν ου παικτοίς. Οσοι διεκδικούν, και απολύτως κατανοητό, μερίδιο λόγου και αποτύπωμα γραφίδος, ας συμβάλουν θετικά στην αντιμετώπιση των εθνικών θεμάτων με τις δυνάμεις τους. Ας έχουμε υπόψη ότι τα ζητήματα αυτά χαρακτηρίζονται και από γεωπολιτικές στοχεύσεις όλων των εμπλεκομένων και όχι μόνον αριθμητικών ποσοστών ακόμη και εάν ήσαν ακριβή.
Ο κ. Γεώργιος Σαββαΐδης είναι πρέσβης ε.τ. και πρώην γενικός γραμματέας του υπουργείου Εξωτερικών.