ΗΕλλάδα με τα 3 δισ. ευρώ που σήκωσε από τις αγορές την περασμένη Τρίτη έχει καλύψει σχεδόν το σύνολο των δανειακών της αναγκών για το 2020.
Αυτές ανέρχονται σε 8 δισ. ευρώ, ενώ η χώρα έχει αντλήσει ήδη από το πρώτο εξάμηνο φρέσκο χρήμα 7,5 δισ. ευρώ μέσω τριών εκδόσεων: 2,5 δισ. τον Ιανουάριο με 15ετές ομόλογο, 2 δισ. τον Απρίλιο με επταετές και τώρα 3 δισ. με δεκαετή διάρκεια.
Η τελευταία έκδοση συγκέντρωσε προσφορές 16 δισ. ευρώ και το επιτόκιο διαμορφώθηκε στο 1,56%. Τι συμβαίνει όμως και οι ξένοι θεσμικοί κάνουν ουρές για να αγοράσουν ελληνικό χρέος;
Με τα δημοσιονομικά της τακτοποιημένα και τους προϋπολογισμούς της ισοσκελισμένους, η Ελλάδα έχει αποκτήσει την εμπιστοσύνη των επενδυτών.
Σε αυτό έχει βοηθήσει βεβαίως και η απόφαση της Κριστίν Λαγκάρντ να διαθέσει 1,35 τρισ. ευρώ στο πρόγραμμα αντιμετώπισης του κορωνοϊού και να το επεκτείνει μέχρι τον Ιούνιο του 2021. Η Ελλάδα επωφελείται ιδιαίτερα από την ενέργεια αυτή και αυτό γιατί τα ελληνικά ομόλογα λόγω της κακής αξιολόγησής τους δεν περιλαμβάνονταν στο πρόγραμμα δανεισμού της ΕΚΤ, αλλά συμπεριελήφθησαν στο πρόγραμμα έκτακτης ανάγκης για τον κορωνοϊό.
Επιπλέον το επιτόκιο του 1,56% μπορεί να είναι χαμηλό αλλά δεν παύει να έλκει τους επενδυτές σε μια περίοδο χαμηλών έως και αρνητικών επιτοκίων παγκοσμίως.
Αυτή την εμπιστοσύνη των αγορών η ελληνική κυβέρνηση θα πρέπει να την εκμεταλλευθεί δρομολογώντας και άλλες εκδόσεις ομολόγων που θα της επιτρέψουν να παραμείνει σε επαφή με τους επενδυτές αλλά και να ενισχύσει τα ταμειακά της διαθέσιμα.
Επίσης η χαμηλή τιμολόγηση της δεκαετίας του ελληνικού χρέους θα συμβάλει στη χρηματοδότηση των ελληνικών επιχειρήσεων από τις αγορές με ακόμα καλύτερους όρους δίνοντας ώθηση στην πραγματική οικονομία.
Παράλληλα, το γεγονός ότι το επιτόκιο της δεκαετίας για την Τουρκία βρίσκεται στο 12% και η λίρα καταρρέει δίνει έναν «αέρα» στην Ελλάδα αυτή τη δύσκολη περίοδο των αντιπαραθέσεων με τη γείτονα.