Παραμονές (ή όχι) ενός ανασχηματισμού της κυβέρνησης, που αναπόφευκτα κάποτε θα έρθει, αναρωτιόμουν συμμετέχοντας σε ένα brain storming με φίλους ακαδημαϊκούς, τι αλήθεια χρειάζεται για να επιτύχει ένας υπουργός Παιδείας; Ποια είναι η «συνταγή» του καλού πολιτικού;
Την τελευταία εικοσαετία έχουμε δει, το ένα μετά το άλλο, δεκάδες προβεβλημένα στελέχη των κομμάτων να «καίγονται» σαν κλαράκια ανεξαρτήτως της πολιτικής ή άλλης δύναμής τους, μερικούς μήνες μόνο από τη στιγμή που ανέλαβαν το χαρτοφυλάκιο της Παιδείας.
Στα δικά μου μάτια, έμοιαζε πάντα απίθανο το ότι δεν μπορούσαν να δουν τις απειλές, τις παγίδες ή τις προκλήσεις μπροστά τους, αλλά έμεναν αυστηρά κολλημένοι στον πάσσαλο του βασανισμού, χωρίς να βλέπουν τις φλόγες που πλησίαζαν.
Έφταιγαν οι πολιτικές και πελατειακές δεσμεύσεις τους που δεν τους άφηναν να κάνουν σοβαρές επιλογές ή να πάρουν πολιτικές αποφάσεις με διάρκεια; Έφταιγαν οι ιδεολογικές τους αγκυλώσεις με βάση τις οποίες και ήθελαν να «στρέψουν» ολόκληρο το χώρο της Παιδείας προς τη δική τους πίστη; Έφταιγαν οι συντεχνίες του εκπαιδευτικού χώρου που απειλούσαν με εξεγέρσεις και δεν άφηναν καμία απόφαση να προχωρήσει και να εφαρμοστεί, εάν έπληττε τα συμφέροντα τους;
Νομίζω ότι τα παραπάνω είναι απλά προκλήσεις που ξεχωρίζουν τον τίμιο πολιτικό από τον «στρατευμένο» και τις οποίες βρίσκει κάθε υποψήφιος μπροστά του, σ’ αυτή τη χώρα, ή οποιαδήποτε άλλη χώρα του κόσμου.
Εκείνο όμως που κατέστρεφε κάθε υπουργό Παιδείας στην Ελλάδα ήταν η φοβερή του αγωνία να ηγηθεί μιας μεγάλης εκπαιδευτικής μεταρρύθμισης η οποία θα άφηνε εποχή… Δεν γνώρισα ως σήμερα σχεδόν κανένα υπουργό που να μην αρχίσει να μιλάει γι’ αυτό, αμέσως μόλις αναλάμβανε τα καθήκοντα του.
Δεν είναι όμως όλοι οι άνθρωποι ικανοί για μεγάλες αλλαγές. Ούτε όλες οι περίοδοι προσφέρουν καθαρό ορίζοντα για ένα νέο εκπαιδευτικό σχέδιο.
Σήμερα, δεν χρειαζόμαστε ξανά έναν υπουργό που να καταθέσει 10 νομοσχέδια αμέσως μόλις αναλάβει τα καθήκοντά του για να δείξει ότι δουλεύει. Ούτε έναν υπουργό που θα προσπαθήσει να ξεκινήσει εκ νέου τη Μεγάλη Μεταρρύθμιση. Η εποχή μας δεν έχει δυστυχώς να προσφέρει Παπανούτσους, και αν είχε, θα το είχαμε ήδη καταλάβει.
Χρειαζόμαστε έναν υπουργό της… βάσης. Που θα φροντίσει τα «βασικά». Να υπάρχουν εκπαιδευτικοί στη θέση τους στα σχολεία με την έναρξη του έτους, να αυτονομηθούν λίγο και να αναπτύξουν εθελοντικές δράσεις σχολεία και πανεπιστήμια, να υπάρχουν χρήματα και να έχει φροντίσει το κράτος τους ανθρώπους που έχουν ανάγκη (ειδικά σχολεία, ακριτικές περιοχές, οικογένειες χωρίς οικονομική προστασία), να μαθαίνουν τα παιδιά στα σχολεία σωστά, όσα πρέπει να μάθουν.
Και κυρίως, χρειαζόμαστε έναν υφυπουργό ή γενικό γραμματέα (που να μην είναι πρώην συνδικαλιστής) με αρμοδιότητα του τη λειτουργία των σχολείων και των πανελλαδικών εξετάσεων. Ένα στέλεχος, «προϊόν» υγιούς συναίνεσης, με ορίζοντα 5ετίας. Να μην μπορεί να τον αλλάξει η επόμενη κυβέρνηση με σκοπό να ανατρέψει εκ θεμελίων την πολιτική της προηγούμενης.
Στην περίοδο που διανύουμε χρειαζόμαστε συναίνεση και «ήρεμες» αλλαγές. Το Μπακαλορέα της Γαλλίας, θεσπίστηκε επί Ναπολέοντα και έκτοτε κανείς δεν τόλμησε να αλλάξει τη βασική «φιλοσοφία» του.
Συμφωνία λοιπόν σε μια «ρότα» μεταξύ των πολιτικών δυνάμεων του τόπου, τελεία και παύλα. Αυτό χρειαζόμαστε.
Είναι γελοίο να βλέπουμε άλλον πολιτικό να προσθέτει την Κοινωνιολογία στις πανελλαδικές εξετάσεις για να την χρησιμοποιήσει για πολιτική «κατήχηση» και άλλον να την αφαιρεί γιατί μοιάζει «κομμουνιστική»…
Πριν από μερικά χρόνια συνομιλούσα με τον πρώην πρωθυπουργό της Φιλανδίας Έσκο Άχο που ηγήθηκε (στα 37 του!) της μεγάλης εκπαιδευτικής μεταρρύθμισης της χώρας του. Του εξηγούσα τι συμβαίνει στην Ελλάδα και γιατί δεν μπορούμε να προχωρήσουμε σε ουσιαστικές μεταρρυθμίσεις και αφού με κοίταξε αρκετή ώρα εντυπωσιασμένος, τελικά απάντησε: «Μα τα σχολεία δεν είναι για τους πολιτικούς, ούτε για τους εκπαιδευτικούς. Είναι για τους μαθητές τους…»