Ανησυχία για το μέλλον του ΝΑΤΟ και των σχέσεων Ευρώπης – Αμερικής έχει προκαλέσει η απόφαση του Ντόναλντ Τραμπ να αποσύρει περίπου το ένα τρίτο των αμερικανών στρατιωτών από τη Γερμανία. Ο αμερικανός πρόεδρος το ανακοίνωσε αυτή την εβδομάδα, κατηγορώντας το Βερολίνο ότι δεν δαπανά το 2% του ΑΕΠ στην άμυνα, όπως προβλέπεται από το ΝΑΤΟ.
«Εμείς προστατεύουμε τη Γερμανία και αυτοί είναι παραβάτες. Δεν βγάζει νόημα. Γι’ αυτό θα μειώσουμε τους στρατιώτες σε 25.000», δήλωσε ο Ντόναλντ Τραμπ. Κατηγόρησε τη Γερμανία ότι «φέρεται άσχημα» στις ΗΠΑ και στο εμπόριο. «Μας πλήττει λοιπόν στο εμπόριο και μας πλήττει και στο ΝΑΤΟ».
Στην πραγματικότητα, οι αμερικανοί στρατιώτες στη Γερμανία δεν βρίσκονται εκεί για να υπερασπίζονται τη γερμανική εθνική ασφάλεια αλλά αποτελούν μέρος της υποδομής του ΝΑΤΟ. Η απόφαση του Τραμπ να τους μειώσει θεωρείται ότι βασίζεται σε προεκλογικούς υπολογισμούς και στην αντιπάθειά του προς την Άνγκελα Μέρκελ παρά σε σοβαρή επανεξέταση της αμερικανικής στρατιωτικής παρουσίας στην Ευρώπη.
Γερμανοί αναλυτές θεωρούν ότι η απόφαση του Τραμπ είναι «αμιγώς πολιτική» και έχει ως στόχο να πιέσει τη Γερμανία. Σημειώνουν ότι ο αμερικανός πρόεδρος «δεν θεώρησε καν αναγκαίο να πληροφορήσει επισήμως τη γερμανική κυβέρνηση για την απόσυρση των στρατιωτών». Την εντάσσουν στην προεκλογική εκστρατεία του Τραμπ ο οποίος είχε υποσχεθεί πριν από τέσσερα χρόνια ότι θα φέρει πίσω στις ΗΠΑ «εκατομμύρια δολάρια» που δαπανώνται στο ΝΑΤΟ.
Αμερικανοί αναλυτές θεωρούν ότι το σχέδιο το επεξεργάστηκε περισσότερο η αμερικανική πρεσβεία στο Βερολίνο παρά το Πεντάγωνο. Μέρος των στρατιωτών που θα αναχωρήσουν από τη Γερμανία θα μεταφερθούν στην Πολωνία.
Οι ΗΠΑ διατηρούν 12.000 στρατιώτες στην Ιταλία, 9.000 στη Βρετανία, 5.000 στην Πολωνία και 2.000 στην Τουρκία. Αλλά οι γερμανικές βάσεις είναι κορυφαίες από άποψη μεγέθους και εξοπλισμού.
Η απόφαση του Τραμπ δεν έχει ούτε οικονομικό νόημα παρά το γεγονός ότι ο αμερικανός πρόεδρος δήλωσε ότι οι στρατιώτες στη Γερμανία «έχουν τεράστιο κόστος για τις ΗΠΑ». Tο κόστος των περίπου 35.000 στρατιωτών είναι ίδιο με το αν βρίσκονταν στις ΗΠΑ (μισθοί, εξοπλισμός, εκπαίδευση) εκτός από τα μεταφορικά έξοδα ΗΠΑ-Γερμανία και τα σχολικά έξοδα για τα παιδιά τους. Όμως το γερμανικό κράτος συμβάλλει με ένα δισ. δολάρια και έτσι ισοφαρίζεται το επιπλέον κόστος.
Σύμφωνα με τον Τζόναθαν Μάρκους, συντάκτη αμυντικών θεμάτων του BBC, η δεδηλωμένη πρόθεση του αμερικανού προέδρου «προκαλεί ανησυχία στη γερμανική κυβέρνηση και σε πολλούς ακόμη συμμάχους της Ουάσινγκτον στο ΝΑΤΟ». Στρατηγικοί αναλυτές θεωρούν ότι «θα ευνοηθεί η Ρωσία και θα αποδυναμωθεί το ΝΑΤΟ στο σύνολό του».
Η Γερμανία υπήρξε κρίσιμο τμήμα της αμυντικής στρατηγικής των ΗΠΑ στην Ευρώπη από το τέλος του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου. Αν και σήμερα η Ουάσινγκτον διατηρεί λιγότερους από τους μισούς από τους 72.400 στρατιώτες που είχε στη Γερμανία το 2006 ή τους 200.000 στον Ψυχρό Πόλεμο λόγω των αλλαγών στην παγκόσμια κατάσταση της ασφάλειας, η χώρα φιλοξενεί το αρχηγείο της ευρωπαϊκής δύναμης των ΗΠΑ (στη Στουτγάρδη) καθώς και 20 πυρηνικά όπλα που πιστεύεται ότι φυλάσσονται στην αεροπορική βάση του Μπύχελ. Η αεροπορική βάση του Ραμστάιν αποτελεί το κέντρο ελέγχου των επιθέσεων με ντρόουν στην Υεμένη και αλλού.
Επικριτικοί προς την απόφαση του Τραμπ είναι ακόμη και Ρεπουμπλικανοί βουλευτές, οι οποίοι έστειλαν επιστολή στον Λευκό Οίκο τονίζοντας ότι «η απειλή από τη Ρωσία δεν έχει μειωθεί» και ότι «δείγματα της αποδυνάμωσης της δέσμευσης των ΗΠΑ στο ΝΑΤΟ θα ενθαρρύνουν την ρωσική επιθετικότητα και οπορτουνισμό».
Η Ρεπουμπλικανή βουλευτής Λιζ Τσέινι, κόρη του πρώην αντιπροέδρου Ντικ Τσέινι, σημείωσε ότι η αμερικανική παρουσία στο εξωτερικό είναι σημαντική «για να αποτρέπει εχθρούς, να ενισχύει συμμαχίες, να διατηρεί την ειρήνη και τον αμερικανικό ηγετικό ρόλο». Η απόσυρση των στρατιωτών, προειδοποίησε, «θα αποθρασύνει τους αντιπάλους μας και θα κάνει τον πόλεμο περισσότερο και όχι λιγότερο πιθανό».