Η Αθήνα καλείται να ολοκληρώσει πιθανή αναθεώρηση των γεωγραφικών συντεταγμένων ορισμένων εκ των θαλασσίων οικοπέδων που έχουν προκηρυχθεί ήδη από το 2014 για έρευνα και εκμετάλλευση υδρογονανθράκων στο βόρειο Ιόνιο πριν από την ολοκλήρωση των εσωτερικών διαδικασιών επικύρωσης της νέας Συμφωνίας για την οριοθέτηση θαλασσίων ζωνών με την Ιταλία, η οποία υπεγράφη στην ελληνική πρωτεύουσα στις 9 Ιουνίου.
Το ξεκάθαρο ιταλικό αίτημα θα μπορούσε να καθυστερήσει την επικύρωση της συμφωνίας από τη Βουλή (σσ. υπάρχει η αλγεινή εμπειρία της μη έγκαιρης κύρωσης της αντίστοιχης Συμφωνίας με την Αλβανία), ενώ δεν θα πρέπει να λησμονείται το ενδεχόμενο να υπάρξουν καθυστερήσεις και στο ιταλικό Κοινοβούλιο λόγω της παραδοσιακά ασταθούς πολιτικής κατάστασης στη Ρώμη. Παράλληλα, οι δύο χώρες συμφωνούν στην εγκαθίδρυση ενός μηχανισμού διμερών διαβουλεύσεων επί σειράς θεμάτων, αλλά και επί της επέκτασης των θαλασσίων ζωνών τους – κυρίως όμως με σκοπό να καθησυχαστούν οι ιταλικές ανησυχίες.
Αυτά τα δύο σημεία προβλέπει η «Κοινή Διακήρυξη για τους Πόρους της Μεσογείου» (Joint Declaration on Mediterranean Sea’s Resources) που υπέγραψαν οι υπουργοί Εξωτερικών Νίκος Δένδιας και Λουϊτζι ντι Μάιο και αποκαλύπτει αναλυτικά «Το Βήμα» (σ.σ. μέρος του κειμένου είχε εμφανιστεί στην κυριακάτικη έκδοση της εφημερίδας στις 14 Ιουνίου). Το έγγραφο αυτό, που δεν είχε δημοσιευθεί μέχρι σήμερα, δεν έχει νομικά δεσμευτικό χαρακτήρα.
Όπως προκύπτει από το πολιτικό αυτό κείμενο, οι δύο χώρες συμφώνησαν σε ένα διμερή μηχανισμό – κάτι που συνιστούσε πάγιο αίτημα της ιταλικής πλευράς – με σκοπό «την εκτίμηση και εξέταση, μεταξύ άλλων, της επίδρασης ενός αριθμού μεταβλητών που θα μπορούσαν να επηρεάσουν τρέχουσες αλιευτικές πρακτικές και δραστηριότητες, συμπεριλαμβανομένων των κλιματικών αλλαγών, των περιβαλλοντικών προκλήσεων, των αλλαγών σε νόμους και κανονισμούς που καθορίζουν τις αλιευτικές δραστηριότητες στις θαλάσσιες ζώνες υπό τη δικαιοδοσία κάθε χώρας ή της επέκτασης των ζωνών αυτών (σ.σ. “or the extension of these zones”, όπως ενδεικτικά αναφέρεται στο κείμενο)».
Στο σημείο αυτό δεν προκύπτει κάποια υποχρέωση της Αθήνας να αποσπάσει τη συναίνεση της Ρώμης για την άσκηση του μονομερούς δικαιώματος επέκτασης των χωρικών της υδάτων από τα 6 στα 12 ναυτικά μίλια. Προβλέπεται απλώς η έγκαιρη ενημέρωσή της. Άλλωστε, στην ακροτελεύτια παράγραφο της Διακήρυξης επισημαίνεται ότι «κάθε τέτοια διαβούλευση δεν επηρεάζει την άσκηση των κυρίαρχων και κυριαρχικών δικαιωμάτων καθώς και τη δικαιοδοσία κάθε Κράτους και θα είναι σε συμφωνία με τους εθνικούς νόμους Ελλάδος και Ιταλίας, όπως επίσης με το Διεθνές Δίκαιο και το κοινοτικό δίκαιο/κεκτημένο».
Παράλληλα, στην «Κοινή Γνωστοποίηση» (Joint Communication) που οι δύο χώρες κατέθεσαν στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή, επισημαίνεται και κατοχυρώνεται το δικαίωμα άσκησης του κυρίαρχου αυτού ελληνικού δικαιώματος επέκτασης της αιγιαλίτιδας ζώνης με βάση την εθνική νομοθεσία και το Διεθνές Δίκαιο. Η γνωστοποίηση αυτή επιτρέπει σε συγκεκριμένο αριθμό ιταλικών αλιευτικών σκαφών να ψαρεύουν συγκεκριμένα ήδη μεταξύ 6 και 12 ν.μ. σε Ιόνιο, Αιγαίο και Λιβυκό Πέλαγος.
Αναφορικά πάντως με τα θαλάσσια οικόπεδα, η «Κοινή Διακήρυξη» είναι πολύ αναλυτική. Όπως αναφέρει, «παρόμοιες διαβουλεύσεις θα πραγματοποιηθούν μεταξύ των (δύο) Μερών με σκοπό να επιβεβαιωθεί αν και σε ποια έκταση θα ήταν αναγκαίο να αναθεωρηθούν οι γεωγραφικές συντεταγμένες των Οικοπέδων 1,2,4 και 5 που επισημαίνουν στην ανακοίνωση από την Κυβέρνηση της Ελληνικής Δημοκρατίας αναφορικά με την Οδηγία 94/22/EC του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, που δημοσιεύθηκε στην Επίσημη Εφημερίδα της ΕΕ (OJEU C400/4 της 13.11.2014) αναφορικά με τις περιοχές που είναι διαθέσιμες σύμφωνα με τον Νόμο 2289/1995 περί Έρευνας και Εκμετάλλευσης Υδρογονανθράκων. Τα Μέρη συμφωνούν ότι είναι αναγκαίο τα εξωτερικά όρια αυτών των οικοπέδων να είναι συνεπή με την οριοθέτηση που καθιερώθηκε με τη Συμφωνία μεταξύ Ιταλίας και Ελλάδος για την οριοθέτηση της υφαλοκρηπίδας που υπεγράφη στις 24 Μαϊου 1977 και ξεκίνησε να ισχύει στις 12 Νοεμβρίου 1980… Κάθε αναθεώρηση των προαναφερομένων γεωγραφικών συντεταγμένων από την Ελληνική Δημοκρατία θα πρέπει να ολοκληρωθεί πριν από την ολοκλήρωση των εσωτερικών διαδικασιών επικύρωσης της νέας Συμφωνίας».