Η συζήτηση για το αν είναι θεμιτό να ασκείται «αντιπολίτευση στην αντιπολίτευση» είναι παρελκυστική και επικίνδυνη. Το θέμα είναι απλό: Ειδικώς σε ό,τι αφορά την αξιωματική αντιπολίτευση, η κριτική που της ασκείται βασίζεται σε ένα πολύ κρίσιμο στοιχείο. Είναι μία δυνάμει κυβέρνηση. Και επιπροσθέτως, η θέση της είναι θεσμική και διέπεται από συγκεκριμένες συνταγματικές πρόνοιες. Εχει δηλαδή μία συγκεκριμένη αποστολή και σαφείς υποχρεώσεις.
Κρίνεται λοιπόν η εκάστοτε αξιωματική αντιπολίτευση από τις θέσεις και τις προτάσεις που διατυπώνει. Και εφόσον κρίνεται με βάση αυτά, ο έλεγχος που της ασκείται δεν είναι απλώς θεμιτός, αποτελεί και υποχρέωση όσων είναι επιφορτισμένοι με αυτό το έργο.
Αν δει κάποιος τον τρόπο με τον οποίο πολιτεύεται η δεύτερη σήμερα κοινοβουλευτική δύναμη, διαπιστώνει μία επανάληψη των όσων είχαν προηγηθεί στο διάστημα 2012-2015.
Μία ολική άρνηση σε όλα, μηδενισμός, στρεβλωτικός λόγος, ανεδαφικές και παραπλανητικές προτάσεις.
Αξίζει να σταθεί κανείς σε δύο σημεία, τα οποία αναδείχθηκαν τις τελευταίες ημέρες.
Χαρακτηριστικό παράδειγμα πρώτο: η μηδενιστική κριτική για τα όσα περιλαμβάνονται στο νομοσχέδιο του υπουργείου Παιδείας αναφορικά με τα πρότυπα και πειραματικά σχολεία. Ο ΣΥΡΙΖΑ διαφωνεί, υποστηρίζοντας την άποψη ότι οι συγκεκριμένες εκπαιδευτικές δομές χαρακτηρίζονται από ελιτίστικη προσέγγιση. Κοινώς, αν δεν είναι όλα τα σχολεία πρότυπα και πειραματικά, να μην είναι κανένα.
Την αποστομωτική απάντηση έδωσε την Τετάρτη από το βήμα της Βουλής ο υπουργός Επικρατείας Γιώργος Γεραπετρίτης, απόφοιτος ο ίδιος του Ιωνιδείου Πειραιά.
«Τα Πρότυπα και Πειραματικά (Ιωνίδειο, Βαρβάκειο), ουσιαστικά αντανακλούν τη βασική αρχή που έχει να κάνει με την αξιοκρατία στην εκπαίδευση. Ακούω ότι πρόκειται για μορφή εκπαίδευσης που παράγει ανισότητα και ελιτισμό. Πρόκειται για στρέβλωση» ανέφερε ο υπουργός και αντέτεινε το προφανές: Ότι τα πρότυπα και τα πειραματικά σχολεία συντελούν στην αναβάθμιση μαθητών και στην άρση των κοινωνικών ανισοτήτων, ώστε να υπάρξει κοινωνική κινητικότητα και ισότητα ευκαιριών.
«Η Παιδεία πρέπει να εμπνέει την εξέλιξη, και έρχεται ακριβώς όταν θέτουμε υψηλούς στόχους. Προσέξτε τη διαφορά: επιθυμία μας είναι όλα τα σχολεία να καταστούν πρότυπα, ισότητα προς τα πάνω», υπογράμμισε ο υπουργός Επικρατείας και παίρνοντας αφορμή από την δική του εμπειρία συνέχισε: «Εχω και ένα χρέος απέναντι στους δικούς μου δασκάλους. Είμαι προϊόν ενός πρότυπου σχολείου και δημόσιας εκπαίδευσης, είμαι και προϊόν της… ελίτ που παράγει ο τόπος. Αισθάνομαι ευγνωμοσύνη που προέρχομαι από δημόσιο πρότυπο σχολείο, το Ιωνίδειο Πρότυπο Σχολείο Πειραιά, που μου άνοιξε τον δρόμο για τη Νομική και την ακαδημαϊκή ζωή. Είναι εκεί που είδα τι σημαίνει γνήσια παιδεία. Και εκεί δεν θα βρισκόμουν, γιατί δεν είχα τους αναγκαίους πόρους. Δεν είχαμε τους πόρους. Αυτό μου άνοιξε το δρόμο. Η ιστορία αυτή είναι η ιστορία των ανθρώπων της δικής μου γενιάς, τους άνοιξε το δρόμο της κινητικότητας ενός καλύτερου μέλλοντος. Για να είμαστε σήμερα εδώ που βρισκόμαστε. Αν αυτή η διαδρομή με καθιστά ελιτίστικο προϊόν, το αποδέχομαι, αμφισβητώ τα κίνητρα εκείνων που θεωρούν ελίτ όσους ξεχώρισαν στο δημόσιο σύστημα Παιδείας».
Παράδειγμα δεύτερο: Τα λόγια αυτά ακούγονταν σχεδόν την ίδια στιγμή που ο αρχηγός της αξιωματικής αντιπολίτευσης, άκοπα και δίχως δισταγμό, υποστήριζε στο Φόρμουμ των Δελφών ότι την ύφεση την έφερε ο Κυριάκος Μητσοτάκης και όχι η πανδημία του κορωνοϊού. Επικαλέστηκε γι’ αυτό ο Αλέξης Τσίπρας τα στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ, σύμφωνα με τα οποία το πρώτο τρίμηνο σημειώθηκε αρνητικός ρυθμός ανάπτυξης. Λησμόνησε όμως πολλά, όπως για παράδειγμα, το πώς εκείνος είχε μοιράσει δώρα και επιδόματα Χριστουγέννων πριν τις εκλογές, με συνέπεια να αφαιρεθούν σημαντικά διαθέσιμα που επιδρούν ευεργετικά στην οικονομία στο τέλος κάθε έτους και στις αρχές κάθε επόμενου.
Ο Αλέξης Τσίπρας και ο ΣΥΡΙΖΑ, που δεν θέλουν να τους ασκείται κριτική, έχουν σήμερα βρει ένα εύκολο τροπάρι, στο οποίο όμως καταφεύγουν με τρόπο ανήθικο και παραπλανητικό. Επειδή είναι δεδομένη η ύφεση, εφευρίσκουν τεχνάσματα και την αποσυνδέουν από την πανδημία, το lockdown, την παγκόσμια συγκυρία. Για την κρίση σε όλον τον υπόλοιπο κόσμο ευθύνεται η πανδημία. Για την Ελλάδα, ευθύνεται ο Μητσοτάκης.
Τα δύο αυτά παραδείγματα φανερώνουν πόσο αναγκαία είναι η κριτική στην αντιπολίτευση. Τα δείγματα γραφής της αποκαλύπτουν την φυσιογνωμία της, τις προθέσεις της, εν τέλει τις ικανότητές της.
Θα πει κάποιος, αυτά είναι γνωστά και έχουν κριθεί στις εκλογές. Σωστά.
Πλην όμως, ο τρόπος με τον οποίο καταδεικνύεται ότι ουδείς έχει πάρει μαθήματα και συνεχίζει να πορεύεται στο ίδιο μονοπάτι, οφείλει να επιδράσει αφυπνιστικά. Όσοι εξακολουθούν να ελπίζουν σε μία πρόοδο του κόμματος της αξιωματικής αντιπολίτευσης, καλό θα είναι να συγκρατήσουν τον ενθουσιασμό τους και τις προσδοκίες τους.