Η δολοφονία του Αφροαμερικανού Τζορτζ Φλόιντ ήταν απλώς η αφορμή για το γενικευμένο κύμα βίαιων διαδηλώσεων που συγκλονίζει τις Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής εδώ και δύο εβδομάδες.
Ο διχασμός της αμερικανικής κοινωνίας έχει συντελεστεί εδώ και χρόνια, από την εποχή του νεότερου Τζορτζ Μπους, από τότε που το Ρεπουμπλικανικό Κόμμα έθεσε υπό αίρεση τις αρχές και τις αξίες του φιλελεύθερου οράματος και άρχισε να φλερτάρει με τις ρατσιστικές και ποπουλίστικες απόψεις του «Κόμματος του τσαγιού», αρνούμενο στρατηγικές επιλογές της Αμερικής τις τελευταίες τέσσερις δεκαετίες.
Ο Ντόναλντ Τραμπ δεν έκανε τίποτε άλλο παρά να πατήσει πάνω σε εκείνη την αμφισβήτηση για να χτίσει το δικό του ετερόδοξο σχήμα ιδεών και αντιλήψεων, που πλέον απειλεί με ανατίναξη και πρωτοφανή υποβάθμιση την ισχυρότερη και πιο προηγμένη χώρα του πλανήτη.
Ο αμερικανός πρόεδρος φαντάζει μοιραίος καθώς διεκδικώντας την εξουσία αναίρεσε ολόκληρη τη νεότερη αμερικανική στρατηγική που άρχισε να οικοδομείται από τον Ρόναλντ Ρίγκαν στην πιο αποφασιστική στιγμή του Ψυχρού Πολέμου και του ανταγωνισμού των δύο τότε υπερδυνάμεων.
Οι Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής υιοθέτησαν σε εκείνη τη φάση μια διπλή πολιτική επικράτησης, επιλέγοντας τη στρατιωτική και οικονομική πολιορκία της Σοβιετικής Ενωσης.
Η ανάπτυξη στρατηγικών πυρηνικών όπλων, των περιβόητων πυραύλων Πέρσινγκ και Κρουζ στη Δυτική Ευρώπη, πίεσε καθοριστικά τη Μόσχα, η οποία δεν μπόρεσε να ανταποκριθεί στον ανταγωνισμό των εξοπλισμών.
Ωστόσο ο κλονισμός της Σοβιετικής Ενωσης επήλθε κυρίως μέσω της ανάπτυξης και επικράτησης του φιλελεύθερου οικονομικού υποδείγματος των ανοιχτών και ελεύθερων αγορών παντού στον κόσμο.
Το σχήμα Ρίγκαν – Θάτσερ κυριαρχώντας σε ολόκληρο τον πλανήτη δεν άφησε περιθώρια αντίδρασης στη δυσκίνητη και κεντρικά διευθυνόμενη σοβιετική οικονομία.
Τα κύματα ανάπτυξης και καταναλωτισμού που πυροδότησε στη Δύση κλόνισαν τη Σοβιετική Ενωση, φανέρωσαν τα ελλείμματά της, παραγωγικά και άλλα, φθείροντας τα όποια επιτεύγματα του λεγόμενου «υπαρκτού σοσιαλισμού». Και το κυριότερο, έθεσαν υπό αμφισβήτηση το «σοσιαλιστικό όραμα» ελευθερώνοντας τις συνειδήσεις των πολιτών της άλλοτε σιδηράς αυτοκρατορίας.
Λίγα χρόνια αργότερα το σοσιαλιστικό στρατόπεδο και μαζί η Σοβιετική Ενωση κατέρρευσαν ως άλλοι χάρτινοι πύργοι.
Στη βάση εκείνης της στρατηγικής επιλογής οι Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής, μόνη υπερδύναμη πια, οικοδόμησαν το ηγεμονικό όραμα της παγκοσμιοποίησης, που στηριζόταν στην ελευθερία του εμπορίου, της κίνησης των κεφαλαίων και της μετακίνησης προσώπων.
Ηταν το όραμα του ελεύθερου και ανοιχτού κόσμου που θα επέτρεπε και στους φτωχότερους να αναπτυχθούν και να ανασάνουν, να βρουν καλύτερη θέση στον κόσμο και να ξεφύγουν από τον κλοιό της φτώχειας και της μόνιμης υπανάπτυξης.
Ενεργό επί σχεδόν δύο δεκαετίες εκείνο το αμερικανικό στρατήγημα, με όλα τα λάθη και τις υπερβολές του, άλλαξε στην κυριολεξία τον κόσμο, περιόρισε τις εστίες φτώχειας, ανέδειξε νέες δυνάμεις, ενίσχυσε τη θέση πολυπληθών υπανάπτυκτων χωρών και μαζί πολλαπλασίασε τον παγκόσμιο πλούτο, χωρίς ωστόσο να καταφέρει την επιθυμητή διάχυσή του και έτσι να επιτείνει αντί να περιορίσει τις ανισότητες.
Παρά ταύτα, παρά τις εσωτερικές πληγές που μπορεί να άνοιξε στις ΗΠΑ και αλλού, το στρατήγημα υπηρέτησε την αμερικανική ηγεμονία και με κάποιες διορθωτικές πολιτικές θα μπορούσε να διατηρηθεί ισχυρό, παραγωγικό και ακμαίο για ολόκληρο τον κόσμο.
Αντί λοιπόν να αναζητήσουν πολιτικές ικανές να αναγεννήσουν το αμερικανικό στρατήγημα, ο Ντόναλντ Τραμπ και οι ομοϊδεάτες του επέλεξαν τον άγονο και προβληματικό αναθεωρητισμό, αρνούμενοι την ίδια τη χώρα και τα επιτεύγματά της.
Κοινώς, έδρασαν και συνεχίζουν να δρουν ως άλλοι εξωμότες, διαδηλώνοντας την άγνοια και την καθυστέρησή τους, όπως κατεδείχθη και από τον τρόπο που αντιμετώπισαν την πανδημία του κορωνοϊού.
Ο αμερικανικός λαός θα έχει την ευκαιρία σε λίγους μήνες να αποκαταστήσει την τάξη στις ΗΠΑ και να επαναφέρει τον κόσμο σε λογική τροχιά.
Οι αμερικανοί ψηφοφόροι κρατούν για ακόμη μία φορά την πορεία του κόσμου στα χέρια τους…