Η κρίση που προκάλεσε η πανδημία έχει μια άνευ προηγουμένου επίδραση στη φαρμακοβιομηχανία αλλά και στον κλάδο των εταιρειών βιοτεχνολογίας. Ολοι, μικροί και μεγάλοι, έστρεψαν το ερευνητικό ενδιαφέρον τους στον ιό, γεγονός το οποίο είναι και ζήτημα ενστίκτου επιβίωσης. Ιδιαίτερα για τις μικρές εταιρείες βιοτεχνολογίας, η σημερινή ενασχόλησή τους με την COVID-19 (πρακτικά, το μόνο θέμα που χρηματοδοτείται από κυβερνήσεις και ιδιωτικά κεφάλαια) είναι και ένας τρόπος να εξασφαλίσουν την αυριανή ύπαρξή τους. Ολα όμως δείχνουν ότι στο θέμα των εμβολίων την τελευταία λέξη θα την έχει η φαρμακοβιομηχανία, ο μόνος κλάδος που μπορεί να εγγυηθεί τη μαζική και ταχεία παραγωγή τους.
Η Merck και η πρωτεΐνη S
Η κούρσα για το ποιος θα κόψει πρώτος το νήμα έχει ήδη αρχίσει από καιρό, ενώ μόλις την περασμένη Τετάρτη ένας νέος μεγάλος παίκτης ανακοίνωσε την είσοδό του στον ιδιότυπο αυτόν αγώνα δρόμου. Η Merck, ο διεθνής φαρμακευτικός κολοσσός ο οποίος μέχρι τώρα παρέμενε αινιγματικά σιωπηλός σχετικά με την πρόθεσή του να ασχοληθεί με τον SARS-CoV-2, ανακοίνωσε ότι «έχει στα σκαριά» όχι ένα αλλά δύο εμβόλια. Το πρώτο αποτελεί παραλλαγή του εμβολίου εναντίον του ιού Ebola το οποίο διαθέτει η εταιρεία. Το εμβόλιο χρησιμοποιεί έναν γενετικά τροποποιημένο και ασφαλή για τον άνθρωπο ιό, τον VSV (vesicular stomatitis virus), προκειμένου να μεταφέρει στα κύτταρα του ξενιστή το γονίδιο το οποίο κωδικοποιεί τη σύνθεση μιας χαρακτηριστικής πρωτεΐνης του παθογόνου μικροοργανισμού, ελπίζοντας ότι η παραγωγή της από τον ξενιστή θα δημιουργήσει την πολυπόθητη ανοσολογική αντίδραση. Στην περίπτωση του SARS-CoV-2, έχει επιλεγεί η πρωτεΐνη S την οποία χρησιμοποιεί ο ιός για να προσδεθεί στα ανθρώπινα κύτταρα και της οποίας η θέση στην επιφάνεια του ιού την καθιστά ορατό στόχο για το ανθρώπινο ανοσοποιητικό σύστημα.
Δεν είναι λοιπόν περίεργο το γεγονός ότι την ίδια πρωτεΐνη χρησιμοποιεί και το δεύτερο εμβόλιο της Merck όπως επίσης και τα εμβόλια των άλλων μεγάλων εταιρειών. Μόνο που στην περίπτωση αυτή ως όχημα μεταφοράς του γονιδίου της πρωτεΐνης χρησιμοποιείται ο εξασθενημένος (και ως εκ τούτου ασφαλής) ιός της ιλαράς, ο οποίος αναπτύχθηκε από το Ινστιτούτο Παστέρ. Κανένα από τα δύο εμβόλια της Merck δεν έχει δοκιμαστεί σε ζωικά μοντέλα, αλλά οι ιθύνοντες ανακοίνωσαν ότι πρότερη εμπειρία τους καθιστά αισιόδοξους ότι τα εμβόλιά τους θα αποδειχθούν τόσο αποτελεσματικά ώστε δεν θα χρειάζεται δεύτερη δόση!
Οι υπόλοιπες εταιρείες
Παρά την αισιοδοξία της, η Merck βρίσκεται αρκετά βήματα πίσω: μεταξύ των φαρμακευτικών κολοσσών των οποίων τα εμβόλια έχουν περάσει σε κλινικές δοκιμές σε ανθρώπους είναι η AstraZeneca (το εμβόλιο της οποίας σχεδιάστηκε από ερευνητές του Πανεπιστημίου της Οξφόρδης και χρησιμοποιεί έναν απενεργοποιημένο αδενοϊό ως όχημα μεταφοράς του γονιδίου της πρωτεΐνης S), η Pfizer (η οποία δοκιμάζει ένα mRNA εμβόλιο, ένα εμβόλιο δηλαδή που χρησιμοποιεί τη γενετική πληροφορία του SARS-CoV-2, ο οποίος είναι ένας RNA-ιός) και η Johnson & Johnson (η οποία ξεκίνησε πρώτη τις κλινικές δοκιμές του δικού της mRNA εμβολίου σε συνεργασία με την εταιρεία Moderna), ενώ δεν πρέπει κανείς να ξεχνά ότι τουλάχιστον τέσσερα εμβόλια αναπτύσσονται στην Κίνα.
Παρά τις τιτάνιες προσπάθειες,κανένας δεν μπορεί να προβλέψει ποιο από τα εμβόλια που δοκιμάζονται θα αποδειχθεί ασφαλές και αποτελεσματικό. Ωστόσο η τεράστια κοινωνική πίεση για ταχεία παραγωγή εμβολίων (η οποία σε κανονικές συνθήκες μπορεί και να ξεπεράσει τη δεκαετία) έχει οδηγήσει τις εταιρείες σε ασυνήθιστες αποφάσεις. Προκειμένου να κόψουν δρόμο παρακάμπτουν ή συγχωνεύουν ή επισπεύδουν στάδια κλινικών δοκιμών πράγμα που μπορεί να ενέχει κινδύνους για τους χρήστες των εμβολίων. Ετσι αυξάνονται μεταξύ των επιστημόνων οι φωνές οι οποίες κάνουν έκκληση για πιστή εφαρμογή των πρωτοκόλλων. Ο χρόνος θα δείξει ποια θα είναι η έκβαση του αγώνα…