To χτύπημα του κορωνοϊού στις ευρωπαϊκές οικονομίες ήταν τόσο μεγάλο που ούτε οι συντηρητικοί Γερμανοί δεν θα μπορούσαν να πουν «όχι» σε ένα γενναίο πακέτο βοήθειας. Πώς άλλωστε θα πωλούσαν τα τεχνολογικά τους καλούδια σε χώρες του Νότου όπως η Ιταλία, η Ισπανία, η Ελλάδα κ.ά.
Ο Μακρόν πίεσε, η Μέρκελ αποδέχθηκε και αν όλα πάνε καλά η Ελλάδα θα βρεθεί αρχές του 2021 με περίπου 50 δισ. ευρώ στη φαρέτρα της. Επιδοτήσεις 22,5 δισ., δάνεια 9,5 δισ. με αποπληρωμή από το 2028(!) και άλλα περίπου 19 δισ. από το ΕΣΠΑ και το πρόγραμμα SURE που εστιάζει στην ενίσχυση της απασχόλησης.
Και το ερώτημα είναι τι κάνει ένας πρωθυπουργός – στην προκειμένη περίπτωση ο Μητσοτάκης – με 20 μονάδες μπροστά στις δημοσκοπήσεις και 50 δισ. ευρώ για να μοιράσει. Προφανώς όχι εκλογές.
Σηκώνει τα μανίκια και προσπαθεί να εκμεταλλευθεί τη συγκυρία ώστε: πρώτον, να ανακουφίσει όσους επλήγησαν από την υγειονομική κρίση και, δεύτερον, να βάλει τις βάσεις για την αναπτυξιακή πορεία της χώρας. Η Ελλάδα ήταν διπλά άτυχη από το πέρασμα του κορωνοϊού. Η υγειονομική κρίση χτύπησε τον τουρισμό και τις πολύ μικρές επιχειρήσεις που είτε καλώς είτε κακώς είναι οι πυλώνες της οικονομίας μας. Επίσης, μόλις είχε βγει από τη δεκαετή κρίση, χωρίς ιδιαίτερες αντοχές για να αντιμετωπίσει ένα lockdown. Εξ ου και οι δυσοίωνες προβλέψεις για ύφεση πάνω από 10% το 2020. Τώρα, με το πακέτο στήριξης της ΕΕ, οι συνθήκες αλλάζουν. Σίγουρα το 2020 θα είναι μια χρονιά χαμένη, αλλά είναι η χρυσή ευκαιρία για την κυβέρνηση με τους 158 βουλευτές που διαθέτει να κλείσει τις πληγές που προκάλεσε η πανδημία και να ξεδιπλώσει το αρχικό της πρόγραμμα για την οικονομία.
Σύμμαχος στην προσπάθεια αυτή θα είναι οι αιρεσιμότητες που θέτει το ίδιο το πακέτο βοήθειας, αφού για να λάβεις τα κοινοτικά δισεκατομμύρια θα πρέπει να κάνεις μεταρρυθμίσεις. Να ενισχύσεις τις υγειονομικές σου δομές, να δώσεις έμφαση στην ψηφιακή ανασυγκρότηση, να αναπτύξεις την τεχνολογία στην πρωτογενή παραγωγή, να στηρίξεις τις πράσινες επενδύσεις, να εξασφαλίσεις θέσεις εργασίας και κυρίως να δώσεις τη βοήθεια που χρειάζεται η μεταποίηση ώστε η παραγωγή να πάρει κεφάλι από την κατανάλωση και να παίξει τον ρόλο του επιταχυντή στην οικονομία.