Με το πλασματικό κεκτημένο του συμφώνου με την Λιβύη ο Ερντογάν κάνει όλες τις δυνατές σπασμωδικές κινήσεις, εκτοξεύει απειλές και προαναγγέλλει ενέργειες, οι οποίες – αν και εφόσον πραγματοποιηθούν – θα μπορούσαν να είναι όχι απλώς μια απειλή για τα κυριαρχικά δικαιώματα της Ελλάδας, αλλά και να αποσταθεροποιήσουν ολόκληρη την περιοχή.
Συμβαίνουν αυτά σε μία περίοδο κλονισμού των παγκόσμιων κέντρων γεωπολιτικής ισχύος, κυρίως δε της Αμερικής, η οποία υπό την αλλοπρόσαλλη ηγεσία του Τραμπ, δεν έχει ούτε σαφές στίγμα στην εξωτερική της πολιτική, ούτε σταθερές θέσεις και επιδιώξεις. Υπό αυτήν την συνθήκη, η Τουρκία, ένας κατ’ εξοχήν συνομιλητής των ΗΠΑ, αισθάνεται ανεξέλεγκτη.
Σε αυτό το περιβάλλον, η ελληνική κυβέρνηση καλείται να λύσει έναν γρίφο πολύ σύνθετο.
Οφείλει να δράσει προληπτικά, να είναι έτοιμη να ενεργήσει αποτρεπτικά και να προβάλλει διαρκώς τις αρχές και τους κανόνες του διεθνούς δικαίου σε όλα τα δυνατά κέντρα λήψης αποφάσεων.
Η ισορροπία που πρέπει να τηρηθεί είναι πολύ λεπτή. Αφενός, η χώρα μας πρέπει να αποτρέψει τετελεσμένα. Αφετέρου, να καταδείξει ότι πράγματι είναι σε θέση και αποφασισμένη να υπερασπιστεί τα κυριαρχικά της δικαιώματα. Αυτό σημαίνει ότι εφόσον η Τουρκία φανεί ότι είναι διατεθειμένη να κάνει τις κινήσεις που προαναγγέλλει και να επιχειρήσει έρευνες ή γεωτρήσεις στο όριο των έξι ν.μ., τα στρατιωτικά μέσα θα είναι μία από τις πιθανές επιλογές της Αθήνας. Κάτι τέτοιο δεν σημαίνει αναγκαστικά προσφυγή σε πόλεμο. Σημαίνει όμως ότι ο βαθμός ετοιμότητας για αποτρεπτικές κινήσεις και ελιγμούς θα πρέπει να φτάσει στο μέγιστο δυνατό.
Και σε αυτό το σημείο, το πράγμα περιπλέκεται ακόμη περισσότερο. Συμβαίνει αυτή η περιπλοκή εξ αιτίας των γηρασμένων εξοπλιστικών συστημάτων της χώρας μας, τα οποία μπορεί να είναι αποτελεσματικά, αλλά πολλοί στην Ευρώπη θα ενδιαφέρονταν για την ανανέωσή τους…
Η χώρα μας διαθέτει σήμερα ένα όπλο, το οποίο θα πρέπει να αξιοποιήσει. Η επαμφοτερίζουσα ευρωπαϊκή στάση έναντι της Τουρκίας σε θέματα εθνικής κυριαρχίας θα πρέπει να τερματιστεί και αυτό θα πρέπει να είναι μία μείζων επιδίωξη της ελληνικής πολιτείας. Ως τμήμα του σταθερότερου συνασπισμού κρατών παγκοσμίως αυτήν την στιγμή, η Ελλάδα έχει ένα προνόμιο. Είναι μέλος και αξιόπιστος συνομιλητής μίας Ενωσης, η οποία έπειτα από έναν λήθαργο πολλών ετών δείχνει ότι είναι σε θέση να διεκδικήσει και έναν νέο γεωπολιτικό ρόλο. Υπό αυτό το πρίσμα, η διεθνοποίηση του προβλήματος και η ανάδειξή του είναι επιβεβλημένη.
Σε κάθε περίπτωση, η ελληνική κυβέρνηση βρίσκεται ενώπιον μεγάλων και σύνθετων προκλήσεων. Από την μία ο Ερντογάν επιχειρεί να εγκλωβίσει την Ελλάδα στα εξωτερικά όρια της «γαλάζιας πατρίδας» του. Από την άλλη, η χώρα πρέπει να αποφύγει την συνθήκη του εκβιασμού και να μην αποδεχθεί μία ενδεχόμενη διασύνδεση της αξίωσης για έμπρακτη ευρωπαϊκή αλληλεγγύη, με μία βεβιασμένη συζήτηση περί προμηθειών δαπανηρών εξοπλιστικών.
Εχει συμβεί αυτό κατά το παρελθόν και δεν είχε τα επιθυμητά αποτελέσματα.