Μπροστά σε μια νέα δημοσιονομική, βαθιά κρίση βρίσκεται η χώρα. Αυτή τη φορά όχι με ευθύνη πολιτικών επιλογών – όπως συνέβαινε επί σειρά δεκαετιών –, αλλά κυρίως λόγω της αδυναμίας να αντιμετωπιστούν αποτελεσματικά τα πλήγματα από την εξάπλωση της πανδημίας στην πραγματική οικονομία. Μόλις δύο μήνες μετά το lockdown η Ελλάδα εγκατέλειψε την εποχή των πρωτογενών πλεονασμάτων και επέστρεψε απότομα στον καιρό των δημοσιονομικών ελλειμάτων και αύξησης του δημόσιου χρέους.
Ισως είναι αναπόφευκτο λόγω της βαθιάς ύφεσης, αλλά οι χειρισμοί και οι αποφάσεις είναι αυτά που μπορούν να κάνουν τα πράγματα (δραματικά) χειρότερα ή να ανασχέσουν την επερχόμενη κατάρρευση.
Σύμφωνα με τα τελευταία στοιχεία εκτέλεσης του κρατικού προϋπολογισμού, για την περίοδο του Ιανουαρίου – Απριλίου 2020 παρουσιάζεται έλλειμμα στο ισοζύγιο του κρατικού προϋπολογισμού ύψους 4.062 εκατ. ευρώ έναντι στόχου για έλλειμμα 1.655 εκατ. ευρώ που προβλεπόταν προ κορωνοϊού και μόλις ένα δισ. ευρώ που ήταν το αντίστοιχο διάστημα του 2019.
Και σε πρωτογενές επίπεδο (έσοδα μείον έξοδα χωρίς τόκους) διαμορφώθηκε έλλειμμα ύψους 1.506 εκατ. ευρώ, έναντι στόχου για πρωτογενές πλεόνασμα 783 εκατ. ευρώ και πρωτογενούς πλεονάσματος 1.463 εκατ. ευρώ για την ίδια περίοδο το 2019.
Το ύψος των καθαρών εσόδων του κρατικού προϋπολογισμού ανήλθε σε 14.110 εκατ. ευρώ, παρουσιάζοντας μείωση κατά 1.343 εκατ. ευρώ ή 8,7% έναντι του στόχου που έχει περιληφθεί στην εισηγητική έκθεση του Προϋπολογισμού 2020, γεγονός που οφείλεται κυρίως στην επίπτωση από τη λήψη μέτρων για την αντιμετώπιση των συνεπειών της πανδημίας COVID-19.
Το μόνο παρήγορο είναι ότι λόγω της κινητοποίησης τα έσοδα του Προϋπολογισμού Δημοσίων Επενδύσεων (ΠΔΕ) ανήλθαν σε 1.267 εκατ. ευρώ, αυξημένα κατά 153 εκατ. ευρώ έναντι του στόχου, και οι επιστροφές φόρων ανήλθαν σε 1.325 εκατ. ευρώ, αυξημένες κατά 106 εκατ. ευρώ από τον στόχο.
Πάρα ταύτα, το Δημόσιο εξακολουθεί να οφείλει σε ιδιώτες επιστροφές φόρων και εκκρεμείς συντάξεις και εφάπαξ στα νοικοκυρά και επιστροφές ΦΠΑ και πληρωμές τιμολογίων προμηθειών σε επιχειρήσεις το τεράστιο ποσό των 2,17 δισ. ευρώ, που είναι η χαίνουσα πληγή της κακοδιαχείρισης του Δημοσίου και των ΟΤΑ.
Χάνονται έσοδα 1 δισ. ευρώ τον μήνα
Μέσα σε αυτή την κατάσταση το Δημόσιο χάνει κάθε μήνα έσοδα της τάξης του ενός δισ. ευρώ.
Τον Απρίλιο 2020 το σύνολο των καθαρών εσόδων του κρατικού προϋπολογισμού ανήλθε στα 3.007 εκατ. ευρώ, μειωμένο κατά 1.178 εκατ. ευρώ σε σχέση με τον μηνιαίο στόχο, και τα έσοδα από φόρους ανήλθαν σε 2.840 εκατ. ευρώ, μειωμένα κατά 1.016 εκατ. ευρώ έναντι του μηνιαίου στόχου.
Οι δαπάνες του κρατικού προϋπολογισμού για την περίοδο Ιανουαρίου – Απριλίου 2020 ανήλθαν στα 18.172 εκατ. ευρώ και παρουσιάζονται αυξημένες κατά 1.064 εκατ. ευρώ έναντι του στόχου (17.108 εκατ. ευρώ) για τους εξής λόγους:
l Δαπάνη αποζημίωσης ειδικού σκοπού λόγω της πανδημίας του COVID-19 ύψους περίπου 720 εκατ. ευρώ, η οποία πληρώθηκε από το υπουργείο Εργασίας και Κοινωνικών Υποθέσεων.
l Αυξημένες πληρωμές του ΠΔΕ κατά 658 εκατ. ευρώ κυρίως λόγω του συγχρηματοδοτούμενου σκέλους (κατά 582 εκατ. ευρώ) και αυξημένες πληρωμές για τόκους κατά 119 εκατ. ευρώ.
Ολα αυτά καλύφθηκαν με ανάλωση μέρους του αποθεματικού του Προϋπολογισμού.
Καταρρέουν οι εισπράξεις από τον ΦΠΑ
Τον Μάρτιο τα έσοδα κινήθηκαν σε επίπεδο κοντά στα 3,4 δισ. ευρώ (έναντι στόχου είσπραξης 4,1 δισ. ευρώ προ κορωνοϊού). Η μείωση θα ήταν ακόμη μεγαλύτερη αν η Τράπεζα της Ελλάδος δεν επιτάχυνε την καταβολή μερισμάτων στο Δημόσιο αλλά και την είσπραξη των εσόδων από τα κέρδη των ομολόγων (SmP – ANFAs), προσθέτοντας στο ταμείο περίπου 750 εκατ. ευρώ. Χρήματα που έλειψαν τον Απρίλιο.
Για τον Μάρτιο, για τον οποίο υπάρχουν αναλυτικά στοιχεία, μειωμένα έναντι του στόχου ήταν ο ΦΠΑ και οι παρακάτω κατηγορίες εσόδων:
l ΦΠΑ στα πετρελαιοειδή, ΦΠΑ λοιπών προϊόντων και υπηρεσιών κατά 235 εκατ. ευρώ, ΕΦΚ ενεργειακών προϊόντων κατά 51 εκατ. ευρώ, φόροι ταξινόμησης οχημάτων, φόροι κεφαλαίου κατά 10 εκατ. ευρώ, πωλήσεις αγαθών και υπηρεσιών και πωλήσεις πάγιων περιουσιακών στοιχείων (παραχωρήσεις και αποκρατικοποιήσεις) κατά 313 εκατ. ευρώ.
Ολα αυτά αποτελούν το αποτύπωμα της ύφεσης που συνεχίζεται με μεγάλη ορμή και τον Μάιο, συμπαρασύροντας κυρίως τις αερομεταφορές και τον τουρισμό, κλάδους για τους οποίους έρχεται δύσκολο καλοκαίρι.