Στις ΗΠΑ, για αρκετούς γονείς η επιλογή του αν θα συνεχίσουν να εργάζονται ή θα μείνουν στο σπίτι για να φροντίσουν τα παιδιά τους κρίνεται από μια απλή εξίσωση: Μπορούν να βγάλουν περισσότερα χρήματα ως εργαζόμενοι σε σχέση με το κόστος της ανάθεσης της φροντίδας των παιδιών τους σε επαγγελματίες;
Μεταξύ των millennials, δηλαδή των ατόμων ηλικίας 24 έως 39 ετών, το 38% δηλώνει ότι ένας από τους δύο γονείς μένει στο σπίτι με τα παιδιά, σύμφωνα με πρόσφατη έρευνα του CNBC σε συνεργασία με το YouGov.
Ωστόσο, η επιλογή της παραίτησης από τη δουλειά ή της μείωσης των ωρών απασχόλησης ακόμη και προσωρινά, έχει σημαντικές μακροχρόνιες οικονομικές συνέπειες. Οι Αμερικανοί γονείς χάνουν δεκάδες δισεκατομμύρια εσόδων κάθε χρόνο εξαιτίας τέτοιων πρακτικών, σύμφωνα με έκθεση που δημοσιεύθηκε στην αρχή της χρονιάς από το Ινστιτούτο Οικονομικής Πολιτικής.
Με πολλούς παιδικούς σταθμούς, νηπιαγωγεία και σχολεία να κινδυνεύουν να κλείσουν για πάντα και την ανεργία να εκτινάσσεται ως αποτέλεσμα της πανδημίας του κοροναϊού, οι ειδικοί φοβούνται ότι περισσότεροι γονείς, και κυρίως γυναίκες, ενδέχεται να προτιμήσουν να μείνουν στο σπίτι και εντέλει οι αμερικανικές οικογένειες να επιβαρυνθούν το έμμεσο κόστος της φροντίδας των παιδιών.
Το 60% των γονιών στις ΗΠΑ δεν έχουν καμία εξωτερική βοήθεια στην φροντίδα των παιδιών τους κατά τη διάρκεια της πανδημίας, σύμφωνα με μια νέα μελέτη του Boston Consulting Group. Και το Κέντρο για την Αμερικανική Πρόοδο υπολογίζει ότι οι ΗΠΑ ενδέχεται να χάσουν έως και 4,5 εκατομμύρια δολάρια σε θέσεις φροντίδας παιδιών αν οι πάροχοι αυτών των υπηρεσιών δεν καταφέρουν να επιβιώσουν από το lockdown.
«Οι γονείς, ειδικά οι γυναίκες, δεν θα έχουν στη διάθεσή τους τη φροντίδα που χρειάζονται για να επιστρέψουν στη δουλειά ή τις σπουδές τους, οι εργοδότες δεν θα μπορούν να λειτουργήσουν χωρίς εργαζόμενους και η οικονομική ανάκαμψη θα τεθεί σε κίνδυνο», προειδοποιεί η Κάθριν Γουάιτ, διευθύντρια φροντίδας παιδιών και πρωτοβάθμιας εκπαίδευσης στο Εθνικό Νομικό Κέντρο Γυναικών.
Δύσκολες αποφάσεις
Ακόμη και πριν η πανδημία κλείσει τον ιδιωτικό παιδικό σταθμό στο Οχάιο η Ελίζαμπεθ Σμιθ, 37 ετών και ο σύζυγός της στηρίζονταν σε ένα κατακερματισμένο σύστημα για να εξασφαλίσουν ότι ο τρίχρονος γιος τους και η σχεδόν ενός έτους κόρη τους θα είχαν την φροντίδα που χρειάζονταν.
Η Σμιθ είναι νοσοκόμα που εργάζεται σε καθεστώς μερικής απασχόλησης, ενώ ο σύζυγός της, τραπεζικός αναλυτής, εργάζεται σε πλήρες ωράριο από το σπίτι τους κοντά στο Κλίβελαντ. Όταν ο γιος τους ήταν μικρότερος, η μητέρα της Σμιθ τον πρόσεχε τις μέρες που εκείνη εργαζόταν, όμως πλέον αυτό είναι αδύνατον. Το ζευγάρι κατέληξε να στέλνει τον γιο του τρεις φορές την εβδομάδα σε παιδικό σταθμό, ενώ ο σύζυγός της φρόντιζε την κόρη τους που ήταν ακόμη μικρή.
Όταν ο παιδικός σταθμός έκλεισε λόγω της πανδημίας, συνέχισε να τους χρεώνει κανονικά, προκειμένου να καλύψει τα έξοδά του και να πληρώσει το προσωπικό.
Αν και το Οχάιο επέτρεψε τη λειτουργία των παιδικών σταθμών από τα τέλη Μαΐου, η Σμιθ δηλώνει ότι θα κρατήσει τα παιδιά στο σπίτι όλο το καλοκαίρι. Το Σεπτέμβριο, ελπίζουν να στείλουν τον γιο τους σε δημόσιο νηπιαγωγείο ώστε να μειώσουν το κόστος. Όμως δεν γνωρίζουν αν θα υπάρχει αυτή η επιλογή.
Προκειμένου, όμως, να κρατήσει τα παιδιά της στο σπίτι, η Σμιθ πρόκειται να μειώσει τις ώρες εργασίας της στο ελάχιστο για όλη τη διάρκεια του καλοκαιριού.
Οι μητέρες σηκώνουν το βάρος
Όπως η Σμιθ, το 17% των μητέρων στις ΗΠΑ εργάζονταν σε καθεστώς μερικής απασχόλησης πέρσι, σύμφωνα με έρευνα του Pew. Και για πολλές γυναίκες, ο λόγος που εργάζονται part-time συνδέεται άμεσα με την ανάγκη τους για εξοικονόμηση χρημάτων στη φροντίδα των παιδιών τους.
Οι γονείς που εργάζονται λιγότερες ώρες ή δεν εργάζονται καθόλου κοστίζουν 35 δισ. δολάρια ανά έτος στις αμερικανικές οικογένειες σε χαμένους μισθούς, σύμφωνα με έρευνα του EPI. Αυτή η απώλεια δυνητικών εισοδημάτων πραγματοποιείται σε όλο το φάσμα των οικονομικών τάξεων και δεν περιορίζεται στα νοικοκυριά με χαμηλό εισόδημα.
Οι παντρεμένες γυναίκες τείνουν να βιώνουν το μεγαλύτερο έμμεσο πλήγμα στα οικονομικά τους καθώς είναι περισσότερες εκείνες που έχουν τη δυνατότητα να μείνουν στο σπίτι, από τη στιγμή που ο σύζυγός τους εργάζεται και παράγει επαρκές εισόδημα. Οι ανύπαντρες μητέρες, από την άλλη, έχουν λιγότερες πιθανότητες να μην εργάζονται, όμως ορισμένες αναγκάζονται να συμβιβαστούν με χαμηλής ποιότητας φροντίδα και εκπαίδευση για τα παιδιά τους, καθώς δεν είναι σε θέση να καταβάλλουν υψηλά δίδακτρα.
Κίνδυνος για την αμερικανική οικονομία
Όταν η φροντίδα παιδιών είναι είτε πολύ ακριβή είτε δυσεύρετη, οι μητέρες είναι πιο πιθανό να εγκαταλείψουν τις δουλειές τους σε σχέση με τους πατέρες, σύμφωνα με έρευνα του CAP. Ο οργανισμός μελέτησε τις οικογένειες της Ουάσινγκτον, όταν τα δημόσια νηπιαγωγεία άρχισαν να λειτουργούν δωρεάν το 2009 και διαπίστωσε ότι οι μητέρες με νεαρά παιδιά που συμμετείχαν στην αγορά εργασίας αυξήθηκαν κατά 12%.
Η πανδημία ήδη πλήττει τα γυναικεία επαγγέλματα περισσότερο από εκείνα των ανδρών. Τον Απρίλιο, ο δείκτης ανεργίας στις ΗΠΑ σκαρφάλωσε για τις γυναίκες στο 15,5% ενώ για τους άνδρες στο 13%, σύμφωνα με την Εθνική Στατιστική Υπηρεσία των ΗΠΑ.
Πολλές εργαζόμενες μητέρες υποφέρουν από το διπλό χτύπημα της απώλειας τόσο της δουλειάς τους όσο και της φροντίδας των παιδιών τους, πράγμα που καθιστά πιο δύσκολη την επιστροφή τους στην αγορά εργασίας. Τελικά, ενδέχεται να οδηγήσει πολλές γυναίκες στην απόφαση ότι δεν υπάρχει λόγος να επιστρέψουν στη δουλειά τους, από τη στιγμή που δεν μπορούν να βρουν απασχόληση που θα καλύπτει το κόστος της φροντίδας των παιδιών τους.
Αυτό ενδέχεται να οδηγήσει σε μειωμένη συμμετοχή των μητέρων στην αγορά εργασίας, πράγμα που με τη σειρά του θα επηρεάσει το σύνολο της οικονομίας της χώρας.
Πηγή: www.cnbc.com