Πρόγραμμα-«γέφυρα», που θα μείνει ενεργό για όσο διάστημα η κρίση του κορωνοϊού προκαλεί αρρυθμίες στην οικονομική δραστηριότητα, έχουν θέσει σε εφαρμογή οι τράπεζες με στόχο να κρατηθούν στη ζωή όλοι οι πελάτες τους με επιχειρηματικό μοντέλο που βγάζει νόημα, ενήμεροι και μη. Πρόκειται για δράσεις δυνητικού ύψους ακόμη και άνω των 15 δισ. ευρώ για το 2020, που θα υλοποιηθούν μέσω αναστολής πληρωμών ή αναδιάρθρωσης παλαιών δανείων, καθώς και χορήγησης φρέσκου χρήματος για κεφάλαιο κίνησης και για χρηματοδότηση επενδυτικών σχεδίων.
Ανώτατο τραπεζικό στέλεχος σημειώνει πως προτεραιότητα σε αυτή τη συγκυρία αποτελεί η στήριξη των υγιών επιχειρήσεων, η οποία θα συμβάλει όχι μόνο στη διάσωσή τους, αλλά και στη διάχυση ρευστότητας σε μεγάλος μέρος της αγοράς, στα οικοσυστήματα δηλαδή που είναι στημένα γύρω από βασικούς κλάδους της οικονομίας. Για παράδειγμα, αναφέρει η ίδια πηγή, η χορήγηση δανείων σε εκδότες επιταγών για την κάλυψη των αναγκών της περιόδου θα έχει θετική επίδραση όχι μόνο στους ίδιους, αλλά και στις ταμειακές ροές των προμηθευτών τους.
Αναλυτικότερα, η παροχή περιόδου χάριτος, κατά τη διάρκεια της οποίας δεν θα πληρώνονται τα χρεολύσια, αφορά πράσινα επιχειρηματικά δάνεια περίπου 25 δισ. ευρώ, τα οποία μπορούν να παγώσουν και να προσθέσουν μόνο για εφέτος ρευστότητα της τάξης των 3-4 δισ. ευρώ, εφόσον όλοι οι δικαιούχοι κάνουν χρήση της διευκόλυνσης. Πρόσθετη στήριξη 1 δισ. ευρώ προσφέρει η 3μηνη επιδότηση τόκων στις συγκεκριμένες χορηγήσεις από το Δημόσιο.
Από την άλλη, με το πρόγραμμα ΤΕΠΙΧ ΙΙ (διετή επιδότηση τόκων 100%) εκτιμάται ότι θα διοχετευτούν στην πραγματική οικονομία περί τα 1,3 δισ. ευρώ μέσα στο καλοκαίρι, ενώ εάν αξιοποιηθεί στο 100% το νέο προϊόν κρατικής εγγυοδοσίας που θα ενεργοποιηθεί στις αρχές Ιουνίου, θα μπορούσαν να χορηγηθούν δάνεια περί τα 7 δισ. ευρώ.
Εξάλλου, έως και τον Ιούλιο αναμένεται να τρέξει νέα δράση της Ευρωπαϊκής Τράπεζας Επενδύσεων για μικρομεσαίες επιχειρήσεις, ύψους περίπου 1 δισ. ευρώ, ενώ δεν αποκλείεται να ακολουθήσει και δεύτερος κύκλος. Τέλος, ενισχύονται οι γραμμές πίστωσης απευθείας από τις τράπεζες σε μεγάλες κυρίως και μεσαίες κατά δεύτερο λόγο επιχειρήσεις. Μόνο το δίμηνο Μαρτίου – Απριλίου τα σχετικά όρια αυξήθηκαν κατά 3 δισ. ευρώ.
Στάση αναμονής
Γενικός διευθυντής συστημικού ομίλου χαρακτηρίζει επαρκή τη δεξαμενή κεφαλαίων που έχει δημιουργηθεί, σημειώνοντας μάλιστα πως δύσκολα θα απορροφηθεί στο σύνολό της από την εγχώρια επιχειρηματική κοινότητα. Οπως χαρακτηριστικά αναφέρει, «αν εξαντληθούν όλοι οι διαθέσιμοι πόροι, οι ρυθμοί πιστωτικής μεγέθυνσης στην εταιρική πίστη μπορεί να ξεπεράσουν ακόμη και το 25% εφέτος, ποσοστό υπερβολικό για τα δεδομένα της ελληνικής αγοράς».
Μόνο τυχαίο δεν είναι το γεγονός ότι μέχρι σήμερα ένα μεγάλο ποσοστό των δανειοληπτών, με εξαίρεση τις μεγαλύτερες εταιρείες, τηρεί στάση αναμονής λόγω της αβεβαιότητας για την πορεία της αγοράς τους επόμενους μήνες. Μπορεί τα σχετικά αιτήματα να αυξάνονται όσο περνούν οι ημέρες, ωστόσο ακόμη παραμένουν σε χαμηλά επίπεδα. Για παράδειγμα, λιγότερες από τις μισές επιχειρήσεις, σε κάποιες τράπεζες μόνο 1 στις 4, έχουν ζητήσει την ένταξη σε πρόγραμμα αναστολής πληρωμών.
Ηδη πάντως οι αρμόδιες διευθύνσεις των τραπεζών έχουν έρθει σε επικοινωνία με μεγάλο μέρος του πελατολογίου τους, ώστε να καταγράψουν τις ανάγκες ρευστότητας όχι μόνο του 2020, αλλά και της επόμενης χρονιάς. Κι αυτό διότι λόγω της εποχικότητας σε ορισμένους κλάδους και του ενδεχομένου επιχειρήσεις όπως π.χ. οι τουριστικές να μη λειτουργήσουν καθόλου εφέτος, οι ανάγκες είναι πιο σύνθετες. Με τον τρόπο αυτόν έχει γίνει ένας αρχικός σχεδιασμός για τους προϋπολογισμούς δανειοδοτήσεων του επόμενου ενάμισι χρόνου.
Σενάριο ανάκαμψης
Αναμφίβολα το στρατηγικό σχέδιο των τραπεζών διευκολύνεται τόσο από τα προγράμματα εγγυοδοσίας και επιδοτήσεων που έχει ενεργοποιήσει το Δημόσιο, όσο και από τους χαλαρότερους εποπτικούς κανόνες ως προς την επίδραση των επισφαλειών της πανδημίας στους ισολογισμούς τους. Οι διοικήσεις τους γνωρίζουν ότι η επιβίωση σε αυτή τη φάση των ενήμερων επιχειρήσεων και των νοικοκυριών αποτελεί αναγκαία συνθήκη όχι μόνο για τις μακροοικονομικές προοπτικές της χώρας, αλλά και για τη χρηματοπιστωτική ευστάθεια.
Οπως εκτιμούν, εάν η ύφεση εφέτος διαμορφωθεί σε λογικά επίπεδα, δηλαδή δεν ξεπεράσει κατά πολύ το 4%-5% και υπάρξει ισχυρή ανάκαμψη το 2021, το τραπεζικό σύστημα διαθέτει τα απαραίτητα μέσα για να στηρίξει το σύνολο της πράσινης πελατείας. Πάντως, ακόμη είναι πολύ νωρίς για τη διατύπωση ασφαλών προβλέψεων για ύψος της νέας γενιάς μη εξυπηρετούμενων δανείων λόγω COVID-19, καθώς δεν μπορεί να γίνει εκτίμηση για τη συμπεριφορά των δανειοληπτών στις αποπληρωμές οφειλών μετά την τρέχουσα περίοδο χάριτος.
Χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελεί ο τουρισμός, τομέας στον οποίο το μεγαλύτερο ποσοστό των επιχειρήσεων αναμένει να αποκτήσει μεγαλύτερη ορατότητα για να λάβει τις αποφάσεις του. Η τάση της πλειονότητας των ξενοδόχων, σύμφωνα με τραπεζικούς κύκλους, είναι να ανοίξουν τις μονάδες τους εφέτος, ωστόσο ακόμη δεν υπάρχει ξεκάθαρη εικόνα για τις κρατήσεις. Στο πλαίσιο αυτό, οι περισσότερες τουριστικές επιχειρήσεις αναμένεται να λάβουν τις σχετικές αποφάσεις κάποια στιγμή μέσα στον Ιούνιο, ανάλογα με τις προβλέψεις για την πληρότητα από Ιούλιο έως Σεπτέμβριο.
Η σύγκριση με το 2010
Το θετικό είναι πάντως ότι η τρέχουσα κρίση βρίσκει τον τραπεζικό κλάδο ισχυρό. Οπως χαρακτηριστικά τόνισε μιλώντας την περασμένη εβδομάδα σε διαδικτυακή συνέντευξη της Eurobank ο διευθύνων σύμβουλος της τράπεζας Φωκίων Καραβίας, «κεντρικός στόχος της πολιτικής μας είναι μια υγειονομική κρίση με ημερομηνία λήξης να μη μεταβληθεί σε μακροχρόνιο πρόβλημα για το εγχώριο επιχειρείν και την ελληνική οικονομία». Σύμφωνα με τον ίδιο, η σημερινή κρίση βρίσκει τις τράπεζες στην Ελλάδα και διεθνώς πιο θωρακισμένες σε σχέση με την περίοδο 2008-2010, με βάση τους δείκτες κεφαλαιακής επάρκειας και ρευστότητας.
Παράλληλα, ο κ. Καραβίας σημείωσε ότι τα εγχώρια πιστωτικά ιδρύματα, μετά τη μακρόχρονη περιπέτεια των μνημονίων, διαθέτουν την απαραίτητη τεχνογνωσία και εμπειρία αλλά και τις κατάλληλες δομές για να διαχειριστούν με αποτελεσματικότερο τρόπο ένα νέο κύμα επισφαλειών.
Τέλος, αναφέρθηκε στην αποφασιστική παρέμβαση του κράτους στην τρέχουσα κρίση, υπογραμμίζοντας τη σημασία τόσο των μέτρων επιδότησης τόκων και παροχής εγγυήσεων για την ενίσχυση της ρευστότητας, όσο και του υπό δημιουργία προγράμματος επιχορήγησης δόσεων στεγαστικών δανείων.