Τα «διαβατήρια ανοσίας», δηλαδή πιστοποιητικά ότι κάποιος νόσησε από Covid-19, έχει βγει θετικός σε τεστ αντισωμάτων και -υποτίθεται πως- πλέον έχει ανοσία στον κοροναϊό SARS-CoV-2, θα προκαλέσουν περισσότερα προβλήματα από όσα θα λύσουν, επισημαίνουν δύο ειδικοί στη βιοηθική, σε άρθρο-παρέμβασή τους στο Nature.
Η Φρανσουάζ Μπεϊλίς (καθηγήτρια Φιλοσοφίας και Βιοηθικής στο καναδικό Πανεπιστήμιο Νταλουζί) και η Νάταλι Κόφλερ (ιδρύτρια της πρωτοβουλίας Editing Nature και συνεργάτιδα της Ιατρικής Σχολής του αμερικανικού Πανεπιστημίου Χάρβαρντ) τονίζουν ότι «ο περιορισμός των κινήσεων με βάση τη βιολογία απειλεί την ελευθερία, τη δικαιοσύνη και τη δημόσια υγεία. Φανταστείτε έναν κόσμο όπου η ικανότητά σας να βρείτε δουλειά, στέγη ή δάνειο εξαρτάται από το να περάσετε ένα τεστ αίματος».
Προειδοποιούν για «ένα δυστοπικό μέλλον αν οι κυβερνήσεις εισαγάγουν διαβατήρια ανοσίας σε μια προσπάθεια να αναστρέψουν την οικονομική καταστροφή από την πανδημία Covid-19», επιτρέποντας μόνο σε όσους έχουν ανοσία να ταξιδεύουν ή να επιστρέψουν στη δουλειά τους.
Ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας, από τις 24 Απριλίου, προειδοποίησε ότι τέτοια «διαβατήρια» δεν εγγυώνται πως «οι άνθρωποι που ανέρρωσαν από Covid-19 και έχουν αντισώματα είναι όντως προστατευμένοι από μια δεύτερη λοίμωξη».
Οι Μπεϊλίς και Κόφλερ υποστηρίζουν ότι «κάθε έγγραφο που περιορίζει τις ατομικές ελευθερίες στη βάση της βιολογίας κινδυνεύει να γίνει πλατφόρμα περιορισμού των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, αυξανόμενων διακρίσεων και απειλής -παρά προστασίας- της δημόσιας υγείας».
Με αυτό το σκεπτικό, παρουσιάζουν δέκα λόγους -τέσσερις πρακτικούς και έξι ηθικούς- που τα «διαβατήρια ανοσίας» είναι μια «πολύ κακή ιδέα»:
1. Η ανοσία της Covid-19 παραμένει μυστήριο. Φαίνεται πως οι περισσότεροι αναρρώσαντες από τη λοίμωξη παράγουν αντισώματα κατά του κοροναϊού, αλλά δεν είναι βέβαιο ότι αυτά είναι αρκετά για μελλοντική προστασία και για αρκετόν καιρό.
2. Τα ορολογικά τεστ αντισωμάτων είναι αναξιόπιστα. Διαφέρουν πολύ μεταξύ τους σε ποιότητα και ακρίβεια και μέχρι στιγμής, στη μεγάλη πλειονότητά τους, δε θεωρούνται αξιόπιστα, καθώς έχουν πολλά ψευδώς θετικά ή αρνητικά αποτελέσματα. Ειδικά στην πρώτη περίπτωση δημιουργούν ψευδή αίσθηση ασφάλειας και οδηγούν -κακώς- στο να θεωρούνται αρκετά άτομα ότι έχουν ανοσία χωρίς να έχουν.
3. Ο αριθμός των αναγκαίων τεστ είναι μη εφικτός. Χρειάζονται πολλά εκατομμύρια ορολογικά τεστ για εθνικά προγράμματα χορήγησης πιστοποιητικών ανοσίας από τις χώρες. Για παράδειγμα, η Γερμανία, με σχεδόν 84 εκατομμύρια κατοίκους, θα ήθελε 168 εκατομμύρια τεστ αντισωμάτων για να «τσεκάρει» δύο φορές (για λόγους ασφαλείας) τον πληθυσμό της. Μάλιστα, δύο τεστ ανά άτομο είναι το απολύτως ελάχιστο αναγκαίο, καθώς κάποιος που βγαίνει αρνητικός μπορεί αργότερα να μολυνθεί. Ακόμη και η Νότια Κορέα, που φημίζεται για τα πολλά τεστ της, έως τις 20 Μαΐου είχε ελέγξει μόνο το 1,5% του πληθυσμού της για αντισώματα. Ούτε καν το σύνολο του υγειονομικού προσωπικού δεν είναι εύκολο να κάνει τέτοια τεστ.
4. Όσοι ανέρρωσαν είναι πολύ λίγοι για να τονώσουν μόνοι τους την οικονομία. Μόνο ένα μικρό ποσοστό του πληθυσμού θα μπορεί να πιστοποιηθεί για να δουλέψει ή να ταξιδέψει με ασφάλεια.
5. Η επιτήρηση διαβρώνει την ιδιωτικότητα. Τα «διαβατήρια ανοσίας» θα προϋποθέτουν ένα σύστημα ταυτοποίησης και επιτήρησης, ενώ τα σχετικά χάρτινα πιστοποιητικά θα μπορούσαν να πλαστογραφηθούν. Αν είναι ηλεκτρονικά, για μεγαλύτερη ασφάλεια από απάτη, θα αποτελούν μεγαλύτερο κίνδυνο για τα προσωπικά δεδομένα.
6. Οι περιθωριοποιημένες και μειονοτικές ομάδες θα αντιμετωπίσουν περισσότερους ελέγχους. Αυτό μπορεί να αυξήσει τις διακρίσεις βάσει φυλής, φύλου, θρησκείας ή άλλης αιτίας.
7. Ανισότιμη πρόσβαση. Λόγω έλλειψης επαρκών τεστ, πολλοί δε θα έχουν πρόσβαση σε αυτά, κυρίως οι πιο φτωχοί και ευάλωτοι βάσει της ιστορικής εμπειρίας. Οι εργαζόμενοι που έχουν την πιο επείγουσα ανάγκη για ένα πιστοποιητικό ανοσίας, πιθανώς, θα είναι αυτοί που θα δυσκολεύονται περισσότερο να κάνουν τεστ αντισωμάτων.
8. Κοινωνική διαστρωμάτωση. Η ταξινόμηση των ανθρώπων βάσει ανοσίας ή μη έναντι του κοροναϊού θα δημιουργήσει ένα νέο παράγοντα διαχωρισμού ανάμεσα σε προνομιούχους και μη, κάτι ανησυχητικό ιδίως λόγω έλλειψης ενός δωρεάν και καθολικά διαθέσιμου εμβολίου. Οι κοινωνικές και οικονομικές ανισότητες μπορεί να διευρυνθούν, π.χ. μέσω προτίμησης των εργοδοτών για πρόσληψη όσων έχουν το «διαβατήριο ανοσίας». Αυτά τα πιστοποιητικά μπορεί, επίσης, να πυροδοτήσουν νέους διχασμούς ανάμεσα στα κράτη, όπως φαίνεται ήδη από τους περιορισμούς που αντιμετωπίζουν στο να ταξιδέψουν και να εργαστούν σε μερικές χώρες (Ρωσία, Αίγυπτο, Σιγκαπούρη κ.α.) όσοι έχουν τον ιό HIV.
9. Νέες μορφές διακρίσεων. Αν τα «διαβατήρια» συνδυαστούν με άλλα δεδομένα, όπως ιατρικά ιστορικά και αποτελέσματα γενετικών τεστ, στο μέλλον μπορεί να ανοίξουν το δρόμο για ευρύτερα «βιολογικά διαβατήρια», δημιουργώντας νέους κινδύνους διακρίσεων από εργοδότες, ασφαλιστικές εταιρείες, αστυνομικές Αρχές κ.ά.
10. Απειλές για τη δημόσια υγεία. Αν ορισμένες ελευθερίες και προνόμια είναι δεδομένα μόνο για όσους έχουν «διαβατήρια ανοσίας», τότε μπορεί υγιείς άνθρωποι χωρίς ανοσία να αποκτήσουν «διεστραμμένα» κίνητρα να αρρωστήσουν σκοπίμως από Covid-19 ή μπορεί να δωροδοκούν για να αποκτήσουν τέτοια «διαβατήρια», εμφανιζόμενοι -πλαστά- ότι έχουν ανοσία.
Οι δύο συγγραφείς αντιπροτείνουν αφενός μεν τη δοκιμασμένη μέθοδο «τεστ – ιχνηλάτηση – απομόνωση» σε ευρεία βάση, αφετέρου δε την επίσπευση της δημιουργίας εμβολίου που θα είναι καθολικά διαθέσιμο χωρίς κόστος.
(Πηγή πληροφοριών: ΑΠΕ – ΜΠΕ)