Οταν τον περασμένο Δεκέμβριο οι ελληνικές αρχές εγκαλούσαν τον λίβυο πρέσβη στο κτίριο της Βασιλίσσης Σοφίας για να τον ενημερώσουν ότι έχει κηρυχθεί «persona non grata» και ότι έχει περιθώριο 72 ωρών για να εγκαταλείψει την Αθήνα, η αυτοπεποίθηση πως ο στρατηγός Χαλίφα Χάφταρ, του «Λιβυκού Εθνικού Στρατού» (LNA) θα εισέλθει θριαμβευτής στην Τρίπολη θεωρούνταν δεδομένη και η στρατιωτική του καμπάνια με επίκεντρο την έδρα της αναγνωρισμένης, διεθνώς, κυβέρνησης της Λιβύης («Κυβέρνηση Εθνικού Συμφώνου», GNA) θα οδηγήσει στην ακύρωση ενός – εξ ορισμού λόγω της τουρκικής εργαλειοποίησης του Διεθνούς Δικαίου – υπερβολικά μαξιμαλιστικού ως προς τη θαλάσσια περιοχή μεταξύ Κρήτης και λιβυκών ακτών μνημονίου για την οριοθέτηση θαλασσίων ζωνών μεταξύ Αγκυρας και Τρίπολης.
Η λογική τού «εχθρός του εχθρού μου»
Η ελληνική διπλωματία είχε ξυπνήσει μεν από τον λήθαργό της όσον αφορά την περίπτωση της κατακερματισμένης σύγκρουσης στη Λιβύη (πτώση Γκαντάφι το 2011, εμφύλιος 2014-2016, εμφύλιος LNA-GNA, μετά το 2016, μεταξύ Κυρηναϊκής και Τριπολίτιδας), ωστόσο η τουρκική εμπλοκή και δη το μνημόνιο Τουρκίας – Λιβύης είχε ενεργοποιήσει περισσότερο τα αντανακλαστικά μιας προσέγγισης «ο εχθρός τού εχθρού μου» παρά την αξίωση αναζήτησης μιας εποικοδομητικής και ενεργητικής εξωτερικής πολιτικής. Ο πρωθυπουργός της Ελλάδας Κυριάκος Μητσοτάκης δήλωνε στη Βουλή των Ελλήνων την επομένη της απέλασης του λίβυου πρέσβη ότι «η πολιτική είναι για να ασκείται και όχι να συζητείται, αλλά οι κινήσεις μας εξελίσσονται και αποδίδουν. Τα κείμενα που επικαλείται η Τουρκία για θαλάσσιες ζώνες δεν παράγουν αποτέλεσμα και δεν θα κυρωθούν». Ηταν σωστός επί της αρχής ως προς το δεύτερο, αλλά βλέποντας κανείς τις εξελίξεις επί του εδάφους στο μέτωπο της αντιπαράθεσης Χάφταρ – Τρίπολης εκτίμησε λανθασμένα ως προς το πρώτο.
Στην ελληνική δημόσια σφαίρα, ακαδημαϊκοί, αναλυτές και δημοσιογράφοι παρακολουθούσαν τις εξελίξεις (όταν τον Απρίλιο του 2019 ο στρατηγός Χάφταρ δήλωνε πως σε λίγες εβδομάδες θα βρίσκονταν στην Τρίπολη, κανείς δεν ασχολούνταν με τη Λιβύη) διαφόρων αμφιβόλου ποιότητας ανοικτών πηγών προκειμένου να επιβεβαιώσουν την αυταπόδεικτη προφητεία της γρήγορης επικράτησης του Χάφταρ, ο οποίος θα τιμωρούσε την τουρκική στρατιωτική εμπλοκή στη Λιβύη «πετώντας τους Τούρκους στη θάλασσα», Η επίσκεψη του έλληνα υπουργού Εξωτερικών στη Βεγγάζη και η υψηλού συμβολισμού παρουσία του Χάφταρ στην Αθήνα, λίγο αργότερα, καταδείκνυαν και επισήμως την εμπλοκή της Ελλάδας σε έναν ιδιόρρυθμο, κατακερματισμένο και αρκούντως πολύπλοκο εμφύλιο πόλεμο δι’ αντιπροσώπων. Λίγο καιρό μετά, η μη πρόσκληση της Αθήνας στη διπλωματική διαδικασία του Βερολίνου για τη Λιβύη θα αποτελούσε την πρώτη σοβαρή ψυχρολουσία για την ελληνική εξωτερική πολιτική. Μετά, δε, τον Μάρτιο, οι εξελίξεις επί του πεδίου στη Λιβύη καταδεικνύουν πώς η πλευρά του GNA, με τη στρατιωτική υποστήριξη της Τουρκίας, πέρασε στην αντεπίθεση, αλλάζοντας τα δεδομένα.
Παράλληλα, υπάρχει και μια κυπριακή οπτική στο σημείο αυτό.
Η διασφάλιση της Κυπριακής Δημοκρατίας αποτελεί το κατ’ εξοχήν de jure εργαλείο για την επιβίωση έναντι της συνεχιζόμενης τουρκικής κατοχής αλλά και της αναβάθμισης της παράνομης «Τουρκικής Δημοκρατίας της Βόρειας Κύπρου». Ανεξαρτήτως ιδεολογίας και δεσμών με την Αγκυρα, η κυβέρνηση του Εθνικού Συμφώνου της Λιβύης (GNA) είναι διεθνώς αναγνωρισμένη από τον ΟΗΕ. Η Τουρκία σαφώς παρανομεί όταν στέλνει στην Τρίπολη τα drones, τύπου Anka-S, παραβιάζοντας το εμπάργκο του ΟΗΕ. Αλλά το ίδιο πράττουν και τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα και η Αίγυπτος όταν αποστέλλουν όπλα στον LNA ή όταν εμιρατιανά μαχητικά Mirage που μετασταθμεύουν στην Αίγυπτο πλήττουν στόχους του GNA. Aλήθεια, τι μήνυμα εισπράττει η Αγκυρα και πώς το εργαλειοποιεί, όταν η Αθήνα στηρίζει τη μη αναγνωρισμένη κυβέρνηση του Χάφταρ αλλά ταυτόχρονα, διαχρονικά, καταδικάζει το παράνομο της ανακήρυξης της λεγόμενης «Τουρκικής Δημοκρατίας της Βορείου Κύπρου;». Ομοίως, ο συνεχιζόμενος πόλεμος στη Λιβύη, χωρίς προοπτική ξεκάθαρης επικράτησης, προκαλεί μεταναστευτικές ροές οι οποίες αποτελούν πρόβλημα για όλα τα κράτη της ΕΕ.
Ποιος μπορεί να είναι ο ρόλος της Ελλάδας
Για να καταλάβει κανείς, αλλά και η Αθήνα, τη Λιβύη πρέπει να κατανοήσει την πολιτικοποίηση, μετά το 2014, των σαλαφιστών του LIFG (al-Muqatilah). Τον ρόλο των σαλαφιστών (Μαντκαλιστών – που μάχονται τόσο εντός του LNA όσο και του GNA), τους mainstream ιδεολόγους της Μουσουλμανικής Αδελφότητας ή του Σανουσισμού, την άνοδο του Ισλαμικού Κράτους στην περιοχή, τις εθνοφυλετικές και πολιτιστικές διαφοροποιήσεις μεταξύ Φεζάν, Τριπολίτιδας και Κυρηναϊκής, τον ιστορικό ρόλο του Χάφταρ στον πόλεμο Λιβύης – Τσαντ, το πού στέκονταν, ιστορικά, ο Γκαντάφι μετά το 1992 και το πώς ο στρατάρχης Μπαντόλιο, πριν ηττηθεί από τον ελληνικό στρατό στην Αλβανία, είχε υποστεί βαριά ήττα από τον παππού τού Φαγέζ αλ Σαράζ, σημερινού επικεφαλής της κυβέρνησης του GNA. Πρέπει επίσης να θυμηθεί ότι τη γεωγραφική επικράτεια της Λιβύης πότισαν με το αίμα τους, στον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο, ιερολοχίτες κομάντο και Κύπριοι του Κυπριακού Συντάγματος. Οι τάφοι τους βρίσκονται ακόμη εκεί. Εφόσον όλα αυτά γίνουν κατανοητά, τότε η Ελλάδα μπορεί να επιλέξει τον τρόπο εμπλοκής της, ούσα μια χώρα της ΕΕ στην περιοχή που σέβεται τις αρχές του Διεθνούς Δικαίου, που διεκδικεί ενεργητικό ρόλο στην ειρηνική επίλυση των διαφορών, στη διπλωματική διαμεσολάβηση αλλά και στην αντιμετώπιση των προκλήσεων για την Ευρώπη (Μεταναστευτικό, παραβίαση εμπάργκου όπλων κ.ά.).
Η εμπλοκή της Αγκυρας στη Λιβύη αποτελεί σαφώς τεράστια πρόκληση για την ελληνική εξωτερική πολιτική, που βιώνει τον τουρκικό αναθεωρητισμό καθημερινά είτε στο Αιγαίο είτε στην κυπριακή ΑΟΖ. Για να αντιμετωπιστεί αυτή η πτυχή, εκτός της γνώσης, απαιτείται η επίγνωση μιας καλά σχεδιασμένης πολιτικής.
Ο κ. Γιάννης Ιωάννου είναι διεθνολόγος με έδρα τη Λευκωσία. Eίναι ο συνιδρυτής της πλατφόρμας γεωπολιτικής ανάλυσης Geopolitical Cyprus (www.geopoliticalcyprus.org).