Η παρούσα κρίση του κορωνοϊού θα διευρύνει βραχυπρόθεσμα τις υπάρχουσες ανισότητες σε παγκόσμιο επίπεδο, ιδιαίτερα για τους λιγότερο προστατευμένους εργαζομένους. Αν τα μέτρα που λαμβάνουν οι εθνικές κυβερνήσεις για να αποτρέψουν μία ανεξέλεγκτη οικονομική κρίση αποδειχθούν επαρκή, δεν θα πρέπει να αναμένεται ευρεία κοινωνική εξισορρόπηση και περισσότερη κοινωνική ισότητα. Αν όμως αυτό δεν καταστεί εφικτό, θα μπορούσαν να διαμορφωθούν συνθήκες για μία παγκόσμια αναδιανομή, εκτιμά στη συνέντευξη που παραχώρησε στο «Βήμα» ο αυστριακός καθηγητής Οικονομικής Ιστορίας Βάλτερ Σάιντελ σε σχέση με την επίδραση του κορωνοϊού σε παγκόσμιο επίπεδο. Επιφανής ακαδημαϊκός στο αμερικανικό πανεπιστήμιο Στάνφορντ, ο κ. Σάιντελ είναι ο συγγραφέας τού πολύ ενδιαφέροντος βιβλίου με τίτλο «The Great Leveler», στο οποίο παρουσιάζει (μέσα από την ανάλυση της πανδημίας της πανώλης τον 14ο αιώνα) τον τρόπο με τον οποίο ορισμένα γεγονότα μείζονος σημασίας και μεγέθους, όπως μία πανδημία, ένας παγκόσμιος πόλεμος, μία επανάσταση ή η κατάρρευση ενός κράτους, μπορούν να είναι καταλύτης για μεγαλύτερη ισότητα.
Θα λέγατε ότι η τρέχουσα πανδημία θα μπορούσε να λειτουργήσει ως «μεγάλος κοινωνικός εξισορροπιστής» που θα μπορούσε να μας βάλει σε έναν δρόμο προς μεγαλύτερη ισότητα; Ποιο θα ήταν το κύριο χαρακτηριστικό μιας τέτοιας αλλαγής;
«Υποπτεύομαι ότι η τρέχουσα κρίση δεν θα είναι αρκετά δριμεία ώστε να προκαλέσει μεγάλη εξισορρόπηση. Η θνησιμότητα δεν θα είναι τόσο υψηλή ώστε να αυξήσει την αξία της εργασίας. Οι τρέχουσες πολιτικές παρεμβάσεις, όπως η ποσοτική χαλάρωση και η πρόσθετη υποστήριξη στις επιχειρήσεις και στους ανέργους, είναι σχεδιασμένες για να διατηρήσουν το υπάρχον σύστημα. Αυτό θα βοηθήσει στη διατήρηση του status quo. Το πιθανότερο είναι, τουλάχιστον βραχυπρόθεσμα, η παρούσα κρίση να αυξήσει, στην πραγματικότητα, την ανισότητα, πλήττοντας τους λιγότερο προστατευμένους εργαζομένους μέσω της ανεργίας, της υποαπασχόλησης, της αβεβαιότητας και του ιδιωτικού χρέους. Την ίδια στιγμή, οι επενδύσεις των πλουσίων πιθανότατα θα ανακάμψουν».
Ορισμένοι αναλυτές μιλούν για υποχώρηση της παγκοσμιοποίησης και επιστροφή του κράτους. Συμφωνείτε με αυτή την παρατήρηση ή μήπως είναι πρόωρη;
«Η παγκοσμιοποίηση θα βρεθεί μάλλον κάτω από ευρύτερο έλεγχο και σε ορισμένες περιπτώσεις, όπως π.χ. στην παραγωγή συγκεκριμένων ιατρικών προϊόντων, ορισμένα κράτη θα επιδιώξουν να μειώσουν την εξάρτησή τους από κινέζους ή άλλους ασιάτες προμηθευτές. Αν όμως η κρίση δεν δημιουργήσει μείζονα πολιτικό αντίκτυπο γενικότερα εναντίον της παγκοσμιοποίησης, δεν αναμένω και μείζονα υποχώρηση. Οι επιθετικές παρεμβάσεις των εθνικών κυβερνήσεων εναντίον της πανδημίας έχουν ασφαλώς υπενθυμίσει στους πολίτες την κεντρική σημασία του έθνους-κράτους. Πολλά θα εξαρτηθούν από το κατά πόσο η Ευρωπαϊκή Ενωση θα μπορέσει να συντονίσει μία αποτελεσματική οικονομική ανακούφιση και τη λήψη χρηματοδοτικών μέτρων εντός των επόμενων μηνών και ετών. Αν αποτύχει, ο σκεπτικισμός εναντίον των υπερεθνικών θεσμών θα αναπτυχθεί περαιτέρω».
Εχει η πανδημία καταδείξει συγκεκριμένες περιπτώσεις ανισότητας και αν ναι, ποιες;
«Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι αυτό έχει συμβεί. Η πανδημία αναδεικνύει ανισότητες που υπήρχαν εδώ και καιρό, αλλά πλέον καθίστανται πιο εμφανείς και πιο επίπονες. Το χάσμα ανάμεσα σε ανθρώπους που έχουν την ικανότητα να εργάζονται από το σπίτι και σε εκείνους που είναι εκτεθειμένοι σε άλλους έχει διευρυνθεί, όπως επίσης και το χάσμα μεταξύ εκείνων που έχουν σχετικά ασφαλή εργασία (όπως είναι η πληροφοριακή τεχνολογία) και όσων εργάζονται σε τομείς που έχουν πληγεί από αιφνίδια και μαζική πτώση της παραγωγής και μοιάζει απίθανο να ανακάμψουν σύντομα. Γενικότερα, οι επιπτώσεις από το κλείσιμο (lockdown) της οικονομίας θα είναι χειρότερες για τους νεότερους σε ηλικία εργαζομένους παρά για τους μεγαλύτερους. Επιπλέον, υπάρχει μία διάκριση μεταξύ των μαθητών που μπορούν να συμμετέχουν σε διαδικτυακή διδασκαλία και σε εκείνους από οικογένειες που δεν διαθέτουν τους απαραίτητους πόρους. Ολες αυτές οι κοινωνικές διαχωριστικές γραμμές είναι πιθανόν να διευρυνθούν ως αποτέλεσμα των ανακατατάξεων και θα απαιτηθούν εκτεταμένα και κοστοβόρα πολιτικά μέτρα για να ανακοπεί αυτή η τάση».
Γιατί η οικονομική κρίση του 2008 δεν οδήγησε σε μία αλλαγή του επιπέδου της ανισότητας σε διεθνές επίπεδο; Ποιες είναι τελικά οι συνθήκες που θα έπρεπε να έχουν εκπληρωθεί για να συμβεί κάτι τέτοιο;
«Το 2008, το κατεστημένο απέφυγε μία οικονομική κατάρρευση μείζονος κλίμακας που θα μπορούσε να είχε αποσταθεροποιήσει το διεθνές καπιταλιστικό σύστημα καταφεύγοντας σε ποσοτική χαλάρωση και διασώζοντας τον χρηματοοικονομικό τομέα. Το αποτέλεσμα ήταν να αποφευχθεί μία επανάληψη της Μεγάλης Υφεσης της δεκαετίας του 1930. Αυτό, με τη σειρά του, είχε ως αποτέλεσμα να μειωθεί η πίεση για μία πιο ριζοσπαστική ανακατανομή του πλούτου. Κρίνοντας από την Ιστορία, μία τεκτονική αλλαγή θα απαιτούσε μία πολύ πιο δριμεία καταστροφή, όπως η Μεγάλη Υφεση ή ο Β’ Παγκόσμιος Πόλεμος, που ανέτρεψαν την καθεστηκυία τάξη πραγμάτων και υποχρέωσαν την άρχουσα τάξη να προσέλθει σε διαπραγμάτευση και συμβιβασμό».
Επομένως, θα πρέπει να αναμένουμε αντίσταση σε πιθανές αλλαγές και επιμονή σε μία πιο συντηρητική προσέγγιση; Και πόσο θα περιόριζε το ενδεχόμενο αλλαγών η ταχεία ανακάλυψη ενός εμβολίου κατά του κορωνοϊού;
«Είναι απολύτως σωστή η εκτίμηση αυτή. Αν η ποσοτική χαλάρωση αποδειχθεί επαρκής ώστε να διατηρηθεί η παγκόσμια οικονομία ζωντανή, θα υπάρξει μία συντηρητική αντίσταση σε ζητήματα όπως η υιοθέτηση ενός οικουμενικού βασικού εισοδήματος ή η επιβολή φόρων στους πλουσίους που θα ήταν αναγκαία για την αντιμετώπιση και διαχείριση της κρίσης. Σε τελική ανάλυση, πολλά εξαρτώνται από την επιτυχία της επιστήμης. Οσο πιο γρήγορα αναπτυχθούν αποτελεσματικές θεραπείες και εμβόλια τόσο πιο γρήγορα θα μπορέσει να υπάρξει μία επιστροφή στην παλιά καθημερινότητα (business as usual). Αν, από την άλλη πλευρά, η οικονομική κρίση δεν καταστεί διαχειρίσιμη και οδηγηθούμε σε μία παρατεταμένη ύφεση ή αν ο κορωνοϊός αποδειχθεί περισσότερο ανεξέλεγκτος από όσο νομίζουμε, τότε η δυστυχία και η δυσαρέσκεια ίσως ενισχυθούν τόσο πολύ ώστε οι ψηφοφόροι να εναγκαλιστούν ριζοσπαστικότερα προγράμματα που θα μπορούσαν να οδηγήσουν σε αναδιανομή».