Αυτή η επέτειος αποκτά στην παρούσα συγκυρία ξεχωριστή σημασία για όλη την ανθρωπότητα: Την εποχή που οι γιατροί δεν κουράζονται να μας υπενθυμίζουν πόσο απαραίτητο είναι να σαπουνίζουμε τα χέρια μας προκειμένου να κρατήσουμε τον κορωνοϊό μακριά από τις ζωές μας, συμπληρώνονται 200 χρόνια από τη γέννηση της Φλόρενς Νάιτινγκεϊλ, της γυναίκας που πρώτη επισήμανε πόσο απαραίτητη είναι η σχολαστική προσωπική υγιεινή και το πλύσιμο των χεριών. Της πιο διάσημης νοσοκόμας στην ιστορία της Νοσηλευτικής. Και αν η πανδημία δεν επιτρέπει να γίνουν οι εκδηλώσεις στη μνήμη της που πιθανώς είχαν προγραμματιστεί στην πατρίδα της την Αγγλία και αλλού, εμείς θυμόμαστε, με το μικρό αφιέρωμά μας, την πλούσια και ενδιαφέρουσα ζωή της και κυρίως την τόσο σημαντική προσφορά της.
Γεννημένη στις 12 Μαΐου 1820 σε πλούσια βρετανική οικογένεια που είχε εγκατασταθεί στη Φλωρεντία, στη βίλα Colombaia που σήμερα λειτουργεί ως σχολείο, η Φλόρενς πήρε το όνομά της από τη γενέθλια πόλη της. Ο πατέρας της είχε ως φαίνεται αγάπη στα ιδιαίτερα ονόματα, αφού είχε ονομάσει και τη μεγαλύτερη κόρη του Παρθενόπη, από το πρώτο, το αρχαίο, όνομα της Νάπολι. Η οικογένεια επέστρεψε στην Αγγλία αμέσως μετά τη γέννηση της Φλόρενς για να εγκατασταθεί αρχικά στο Εμπλεϊ του Χάμσιρ, σε ένα υπέροχο αρχοντικό που και αυτό σήμερα λειτουργεί ως σχολείο. Μεγαλώνοντας σε ασφαλές, προστατευμένο και καλλιεργημένο περιβάλλον, το κορίτσι απέκτησε σπάνια για την εποχή μόρφωση, κυρίως κάνοντας μαθήματα με τον πατέρα της. Η Φλόρενς διδάχθηκε μεταξύ άλλων Λατινικά, Αρχαία Ελληνικά, Γαλλικά, Γερμανικά, Ιταλικά, Φιλοσοφία και Μαθηματικά. Ωστόσο το όνειρό της από τα νεανικά της χρόνια ήταν να γίνει νοσηλεύτρια. Οι γονείς της όταν το έμαθαν αντέδρασαν και της το απαγόρευσαν θεωρώντας πως ήταν επάγγελμα που δεν ταίριαζε στην κοινωνική τάξη τους. Εκείνη, όσο και αν επέλεξε να μη συγκρουστεί μαζί τους, παρέμεινε σιωπηλά προσηλωμένη στον στόχο της διαβάζοντας μόνη επιστημονικά βιβλία σχετικά με την Ιατρική και τη Νοσηλευτική. Παράλληλα ταξίδευε, με ένα από τα ταξίδια της να τη φέρνουν και στην Ελλάδα, όπου και συνέβη ένα περιστατικό που δείχνει την καλοσύνη και την έγνοια της από τα νεανικά της χρόνια για κάθε αδύναμο πλάσμα: Περπατώντας στους δρόμους της Αθήνας συνάντησε μια παρέα παιδιών που έπαιζαν βασανίζοντας μια μικρή κουκουβάγια. Η Φλόρενς έσωσε το πτηνό, το περιέθαλψε, το βάφτισε Αθηνά και το πήρε μαζί της. Από τότε συχνά κυκλοφορούσε έχοντας την κουκουβάγια στην τσέπη της, σύντροφο στις καθημερινές βόλτες της.
Το ταξίδι στην Κριμαία
Κάποια στιγμή τα ταξίδια της την έφεραν στο Κάιζερσβερθ, ένα προάστιο του Ντίσελντορφ πάνω στον Ρήνο. Εκεί παρακολούθησε μαθήματα Νοσηλευτικής, για να εμπλουτίσει στη συνέχεια τις γνώσεις της σε νοσοκομεία της Αγγλίας και της Γαλλίας. Δεν χωρούσε πλέον αμφιβολία, είχε φτάσει η στιγμή που θα ακολουθούσε τον δρόμο της καρδιάς της και κανένας δεν μπορούσε να την εμποδίσει. Η αλήθεια βεβαίως είναι πως και η οικογένειά της, παρά τις αρχικές αντιρρήσεις, τη διευκόλυνε, τουλάχιστον οικονομικά: ο πατέρας της τής χορήγησε ένα γενναιόδωρο ισόβιο εισόδημα το οποίο τής επέτρεπε να έχει μια άνετη ζωή και να ασχοληθεί ανεμπόδιστα με τη Νοσηλευτική. Το 1853 η Φλόρενς Νάιτινγκεϊλ ανέλαβε σημαντική θέση στο Ινστιτούτο για τη Φροντίδα των Αρρωστων Γυναικών στο Λονδίνο. Εναν χρόνο μετά, μαζί με 38 εθελόντριες νοσηλεύτριες τις οποίες είχε η ίδια εκπαιδεύσει και 15 καθολικές καλόγριες, έφτασε στην Κριμαία, όπου μαινόταν ο πόλεμος, για να βοηθήσει στην περίθαλψη των στρατιωτών. Σοκαρισμένη από την ανοργάνωτη κατάσταση που συνάντησε σε ένα νοσοκομείο στο Σκούταρι, κοντά στην Κωνσταντινούπολη, και από τις άθλιες συνθήκες υγιεινής που οδηγούσαν μεγάλο αριθμό νοσηλευομένων στον θάνατο, απηύθυνε μέσω των «Times» έκκληση προς τη βρετανική κυβέρνηση για τη δημιουργία πιο ασφαλών δομών υγειονομικής περίθαλψης. Η φωνή της εισακούστηκε, με τη Βρετανία να στήνει στην περιοχή έτερο νοσοκομείο και να βελτιώνει κατά πολύ τις παρεχόμενες υπηρεσίες. Την ίδια στιγμή η Νάιτινγκεϊλ, εφαρμόζοντας με αυστηρότητα κανόνες υγιεινής όπως το πλύσιμο των χεριών, η αποστείρωση αντικειμένων, ρούχων κ.λπ. και ο επιμελής αερισμός των δωματίων κατάφερε να μειώσει εντυπωσιακά τη θνησιμότητα των νοσηλευομένων. Διαρκώς παρούσα, ακούραστη και συγκινητικά αφοσιωμένη στην αποστολή της, δεν σταματούσε να εργάζεται ούτε κατά τις μικρές ώρες. Η εικόνα της να γυρίζει στους κοιτώνες, μέσα στο σκοτάδι, και να ελέγχει την κατάσταση των ασθενών της κρατώντας ένα μικρό φανάρι, όπως την είχαν περιγράψει με γλαφυρότητα σε ένα άρθρο των «Times», της χάρισε την προσωνυμία «Η κυρία με το φανάρι».
Μια ζωή προσφοράς
Και μετά την επιστροφή της στην Αγγλία η Φλόρενς Νάιτινγκεϊλ συνέχισε να εκπαιδεύει νοσοκόμες, να συγκεντρώνει χρήματα για τη βελτίωση των συνθηκών νοσηλείας των στρατιωτών (για το θέμα συνάντησε και τη βασίλισσα Βικτωρία) και όχι μόνο, και να γράφει βιβλία και άρθρα σχετικά με το λειτούργημά της. Χάρη σε αυτήν η θέση της νοσοκόμας αναβαθμίστηκε. Λόγω της δικής της επιμονής άρχισαν να εφαρμόζονται κανόνες υγιεινής που ακόμα και αν σήμερα θεωρούνται αυτονόητοι τότε δεν ήταν, γεγονός που πλήρωσαν με τις ζωές τους χιλιάδες άνθρωποι οι οποίοι κανονικά θα έπρεπε να είχαν σωθεί. Οι θεωρίες της είχαν διεθνή απήχηση, με την πρωτοπόρο νοσοκόμα να καθοδηγεί και τις πρώτες εκπαιδευμένες νοσοκόμες των ΗΠΑ. Καθηλωμένη στο κρεβάτι με κατάθλιψη, έχοντας χάσει εντελώς την όρασή της (που τα τελευταία χρόνια της ζωής της υποχωρούσε σταδιακά), πέθανε στις 13 Αυγούστου του 1910, σε ηλικία 90 ετών. Σε ένα μοναδικό ντοκουμέντο του 1890, το οποίο φυλάσσεται στο ηχητικό αρχείο της Βρετανικής Βιβλιοθήκης, στο Λονδίνο, την ακούμε να λέει: «Οταν δεν θα είμαι πια παρά μια ανάμνηση, απλώς ένα όνομα, ελπίζω η φωνή μου να διαιωνίζει το σημαντικό έργο της ζωής μου. Ο Θεός να ευλογεί τους αγαπημένους παλιούς συντρόφους της Μπαλακλάβα (σ.σ.: στην Κριμαία) και να τους οδηγήσει ασφαλείς στην ακτή».