«Οι ενδείξεις κι οι μετρήσεις των τελευταίων ημερών μάς δείχνουν ότι είναι πιθανότερο, σε αυτή τουλάχιστον τη φάση, να μην υπάρξει ραγδαία αύξηση των κρουσμάτων κορωνοϊού. Παρότι έχουν γίνει… ατοπήματα και μεγάλα λάθη με τις νυκτερινές συγκεντρώσεις -οι οποίες ευτυχώς λιγοστεύουν- στις πλατείες αλλά και την απρόσεκτη συμπεριφορά χιλιάδων πολιτών. Θεωρούμε πιθανόν κι ελπίζουμε ότι στο τέλος αυτής της εβδομάδας αλλά και τις αμέσως επόμενες ημέρες, όπου θα φανούν τα αποτελέσματα του τέλους των SMS, του ανοίγματος ορισμένων καταστημάτων, ο αριθμός των νέων μολύνσεων δεν θ αυξηθεί δραματικά.
Η κατάσταση φαίνεται ελέγξιμη όχι μόνο γιατί ο καθημερινός αριθμός κρουσμάτων είναι ακόμη χαμηλός. Σημαντικό είναι ότι οι αφανείς νοσούντες στη χώρα είναι ίσως λιγότεροι από 2.000 – 3.000, όπως ανέδειξαν και τα τεστ των τελευταίων ημερών του ΕΟΔΥ στην επονομαζόμενη ανοικτή κοινότητα όπου σε περισσότερους από 3.000 ελέγχους βρέθηκε ουσιαστικά ένα κρούσμα. Λιγότερα από δέκα είναι και τα ορφανά κρούσματα σε καθημερινή βάση. Κι αυτή η μέχρι στιγμής τάση εξάλειψης της νόσου λόγω της δίμηνης καραντίνας, είναι παρηγορητική. Κι ίσως μειώνει προς το παρόν, τους τεράστιους κινδύνους από τα μεγάλα λάθη των γεμάτων πλατειών, τις εξόδους σε παραλίες κλπ. Εκείνοι που παραβιάζουν τα μέτρα ασφαλείας πιθανόν δεν… συναντούν εύκολα έναν από τους ελάχιστους φορείς του ιού ώστε να μεταδοθεί η νόσος. Ακόμη, ποσοστό της τάξης του 60-80% των πολιτών φαίνεται να ακολουθούν κάποια στοιχειώδη τουλάχιστον μέτρα αυτοπροστασίας κι έτσι ο συντελεστής μετάδοσης φαίνεται ακόμη χαμηλός. Αυτός είναι ο λόγος που πλέον αποφασίσθηκε να επιτραπούν οι μετακινήσεις εκτός νομού, ενώ πριν από 10 ημέρες ο υφυπουργός Πολιτικής Προστασίας και Διαχείρισης Κρίσεων, Νίκος Χαρδαλιάς, είχε δηλώσει ότι θα υπήρχαν σχετικές απαγορεύσεις ή τήρηση πρωτοκόλλων ασφαλείας».
«Η Ελλάδα δεν είναι Γερμανία»
Σε αυτές τις εκτιμήσεις προχώρησαν, μιλώντας προς «Το Βήμα», στελέχη του Μαξίμου και κυβερνητικοί παράγοντες που παρακολουθούν μαζί με την επιστημονική ομάδα τη διασπορά του Covid-19 στη χώρα μας και συνεκτιμούν τις συνέπειες από την επιστροφή στην καθημερινότητα. Κι όπως συμπληρώνουν, «η Ελλάδα δεν είναι Γερμανία που επέστρεψε στην κανονικότητα, ενώ είχε καθημερινά εκατοντάδες κρούσματα και χιλιάδες νεκρούς και το παραμικρό λάθος αναδείχθηκε και κόστισε. Ωστόσο, όσο προχωρούν οι ημέρες και γίνεται σταδιακή άρση κι άλλων περιοριστικών μέτρων, ο κίνδυνος να υπάρξει επέκταση της επιδημίας είναι μεγάλος κι ολοένα θα αυξάνεται. Με κίνδυνο τότε να είναι αδύναμη η ιχνηλάτηση των νέων κρουσμάτων και άλλα προβληματικά σημεία. Με τον φόβο του επονομαζόμενου «ακορντεόν» της νόσου να επιστρέφει».
Όπως επισημαίνουν επιδημιολόγοι «τα ασφαλή συμπεράσματα θα εξαχθούν μετά την ερχόμενη Παρασκευή. Ωστόσο υπάρχουν προβλέψεις ότι προς το παρόν δεν υπάρξει αύξηση των κρουσμάτων πάνω από 5-20 σε καθημερινή βάση. Αυτή είναι κι η μεγάλη μας ελπίδα».
Σημειώνεται ότι, όπως έχουν επισημάνει υπεύθυνοι της Πολιτικής Προστασίας, συναγερμός θα υπάρξει αν ο καθημερινός αριθμός των κρουσμάτων είναι άνω των 100, ενώ επιδημία ιολόγοι προσδιορίζουν τον συγκεκριμένο αριθμό «ανησυχίας» σε 50.
Επίσης σημειώνουν ακόμη «οι νέοι πυρήνες διάδοσης του ιού δεν αποτυπώνονται προς το παρόν με ευκρίνεια. Είναι χαρακτηριστικό ότι και οι περιπτώσεις πολυκοσμίας σε παραλίες ή σε κεντρικές πλατείες τις ημέρες της Πρωτομαγιάς δεν σηματοδότησαν, προς το παρόν, αξιοσημείωτη αύξηση των φορέων του φονικού ιού. Περισσότερο μας ανησυχούν τα συμβάντα νοσούντων με κορωνοϊό σε νοσοκομεία, σε δομές προσφύγων ή σε περιοχές όπου διαμένουν Ρομά κι έχουν ήδη υπάρξει κρούσματα. Ωστόσο επαναλαμβάνουμε τίποτα δεν είναι σίγουρο».
Όπως ανέφερε χθες στην συνέντευξη Τύπου ο Σωτήρης Τσιόδρας, «θα απαιτηθούν τουλάχιστον 10 με 15 ημέρες από την αρχή της άρσης των μέτρων ώστε να δούμε αν τα καλά δεδομένα παραμένουν ίδια».
«Εκτιμώ ότι λόγω του μικρού αριθμού αφανών νοσούντων οι πιθανότητες να μην υπάρξει αύξηση των κρουσμάτων τις επόμενες ημέρες είναι τελικώς της τάξης του 70%. Ομως αυτό το ποσοστό σε βάθος μεγαλύτερου χρόνου θα μειωθεί στο 50%», ανέφερε στο «Βήμα» ο επίκουρος καθηγητής Υγιεινής και Επιδημιολογίας στο Πανεπιστήμιο Αθηνών Γκίκας Μαγιορκίνης.
Με το βλέμμα στο εξωτερικό
Οι επιδημιολόγοι παρακολουθούν τι συμβαίνει στο εξωτερικό και τις επανεμφανίσεις της επιδημίας – μετά το τέλος των καραντινών – στην πόλη Ουχάν της Κίνας, στην Νότια Κορέα αλλά και την αύξηση του συντελεστή μετάδοσης άνω του «1» στη Γερμανία. Κι όπου μάλιστα υπάρχουν ήδη αντιδράσεις στην πρόθεση της γερμανικής κυβέρνησης, να επιβάλει νέους περιορισμούς. Με τα κυβερνητικά στελέχη να δηλώνουν ότι «στη χώρα μας υπάρχουν άλλα επιδημιολογικά δεδομένα κι η άρση των περιορισμών έγινε σε άλλη φάση διασποράς της επιδημίας και με εντελώς διαφορετικούς αριθμούς κρουσμάτων, ανθρωπίνων απωλειών κ.λπ».
Είναι ενδεικτικό ότι ο υφυπουργός Πολιτικής Προστασίας Νίκος Χαρδαλιάς προ 10 ημερών είχε αναφέρει στην καθημερινή ενημέρωσή του, σχετικά με τις μετακινήσεις εκτός νομού ότι «θα δώσουμε την δυνατότητα να μεταβούν στα εξοχικά τους κάτω από συγκεκριμένες συνθήκες κι υπό συγκεκριμένους όρους που όλα αυτά θα προκύψουν από τα επιδημιολογικά φορτία και τους πολλαπλασιαστές που εκείνη την περίοδο θα έχουν κατοχυρωθεί για την κάθε περιοχή. Άρα όλα αυτά θα γίνουν με ξεκάθαρους κανόνες και πρωτόκολλα. Ο στόχος δεν είναι να στείλουμε τους ανθρώπους αυτούς στα χωριά τους και να νοσήσουν αλλά να τους δώσουμε ψυχικό και ψυχολογικό διέξοδο. Άρα υπομονή, έχουμε – μέχρι τις 18 Μαΐου – μπροστά μας να ανέβουμε ένα βουνό να ανέβουμε και νομίζω ότι όλα θα πάνε καλά». Όμως χθες ο αρμόδιος υφυπουργός αναφέρθηκε στη ελεύθερη μετακίνηση εκτός νομού, χωρίς οποιοδήποτε περιορισμό.