ΤΟ ΒΗΜΑ _ PROJECT SYNDICATE

Η κρίση της Covid-19 έφερε σε ακινησία τις οικονομίες όλου του κόσμου. Τεράστια τμήματα της βιομηχανίας έχουν αδρανήσει και τομείς όπως οι αεροπορικές εταιρείες και ο τουρισμός έχουν καταρρεύσει. Μέσα σε αυτή την οικονομική καταστροφή, μερικοί τονίζουν ότι υπάρχει μια υποτιθέμενη καλή πλευρά: καθαρότερος αέρας. Αλλά ενώ είναι αλήθεια ότι η σημερινή χαμηλότερη ατμοσφαιρική ρύπανση θα βελτιώσει προσωρινά την υγεία ορισμένων ανθρώπων, είναι επίσης αλήθεια ότι οι άνεμοι είναι πολύ πιο ήρεμοι στο μάτι ενός τυφώνα.

Περίπου έξι εκατομμύρια άνθρωποι πέθαναν πέρυσι στον κόσμο ως αποτέλεσμα της ατμοσφαιρικής ρύπανσης που παράγεται από την καύση ορυκτών καυσίμων. Η ρύπανση αυτή θα οδηγήσει πιθανότατα σε εξίσου πολλούς θανάτους το 2020, παρά τον καθαρότερο αέρα που είναι αποτέλεσμα των lockdown για την Covid-19. Η ατμοσφαιρική ρύπανση από την καύση ορυκτών καυσίμων προκαλεί καρδιακές προσβολές, εγκεφαλικά, καρκίνο του πνεύμονα και διαβήτη. Τα παιδιά που αναπνέουν μολυσμένο αέρα έχουν περισσότερες πιθανότητες να υποφέρουν από άσθμα. Και ο μολυσμένος αέρας μπορεί επίσης να προκαλέσει προβλήματα σε εγκύους που να οδηγήσουν σε πρόωρα ή λιποβαρή μωρά.

Μπορούμε όμως να μειώσουμε αυτό το αυξανόμενο κόστος στην υγεία μας. Καθώς οι οικονομίες μας θα επανέρχονται στη δράση όταν παρέλθει η απειλή της Covid-19, πρέπει να εφαρμόσουμε λύσεις για το κλίμα που όχι μόνο θα προλαμβάνουν τις βλάβες που προκαλεί η μόλυνση του αέρα, αλλά και θα μπορούν κατά πάσα πιθανότητα να προλάβουν την επόμενη πανδημία.

Πρόσφατη μελέτη από συναδέλφους μου στο Χάρβαρντ παρείχε τις πρώτες σαφείς αποδείξεις για το ότι μια μικρή αύξηση στη μακροχρόνια έκθεση στην ατμοσφαιρική ρύπανση από αιωρούμενα σωματίδια μπορεί να αυξήσει σημαντικά τις πιθανότητες να πεθάνει κάποιος από την Covid-19. Αυτό ήταν εμφανές ακόμη και όταν λαμβάνονταν υπόψη και άλλοι παράγοντες, όπως προϋπάρχοντα υποκείμενα νοσήματα, κοινωνικοοικονομική κατάσταση και πρόσβαση στην υγειονομική περίθαλψη.

Ομοίως, και άλλοι ερευνητές είχαν δείξει στο παρελθόν ότι η ατμοσφαιρική ρύπανση αυξάνει τις πιθανότητες να πεθάνει κάποιος από έναν άλλο κορωνοϊό, τον Sars. Μελέτη του 2003 είχε βρει ότι όποιος ζούσε σε πολύ μολυσμένη περιοχή της Κίνας είχε διπλάσιες πιθανότητες να πεθάνει από τον Sars από όποιον ζούσε σε περιοχή με καθαρότερο αέρα. Κινεζικές πόλεις με υψηλά ή μέτρια επίπεδα μόλυνσης του αέρα είχαν ποσοστά θανάτων 8,9% και 7,5% αντίστοιχα, ενώ περιοχές με χαμηλή μόλυνση του αέρα είχαν 4%. Προηγούμενες έρευνες έχουν επίσης δείξει ότι η μόλυνση του αέρα μπορεί να επιταχύνει τη διάδοση των αναπνευστικών λοιμώξεων.

Με αυτά τα δεδομένα, δεν αποτελεί έκπληξη ότι κοινότητες που ήδη υποφέρουν από τη μόλυνση του αέρα – συχνά κοινότητες έγχρωμων και φτωχών – υπήρξαν ιδιαιτέρως ευάλωτες στον κορωνοϊό. Οι πληθυσμοί αυτοί επιβαρύνονται σήμερα με διπλό φορτίο: τη σοβαρή ασθένεια με τη μορφή της Covid-19 και τις γνωστές μακροχρόνιες επιπτώσεις από την εισπνοή μολυσμένου αέρα.

Ολα αυτά βαθαίνουν τις υπάρχουσες οικονομικές και κοινωνικές αδικίες. Οι φτωχότεροι άνθρωποι έχουν περισσότερες πιθανότητες να απολυθούν στη διάρκεια αυτής της πανδημίας, ακόμη και στις πλουσιότερες χώρες, και έχουν επίσης περισσότερες πιθανότητες να εκτεθούν στον ιό.

Οι κυβερνήσεις μπορούν να βοηθήσουν να σταματήσει αυτός ο φαύλος κύκλος επιταχύνοντας τη δράση για το κλίμα, όπως να υιοθετήσουν τις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας και να αποτρέψουν την αποψίλωση των δασών. Οι πολιτικές αυτές, οι οποίες αντιμετωπίζουν τους παράγοντες που οδηγούν στην εμφάνιση και στη διάδοση λοιμωδών νοσημάτων, θα προστατεύσουν τους πάντες, ιδίως εκείνους που είναι υψηλού κινδύνου.

Στην παρούσα πανδημία όμως μερικές κυβερνήσεις κινήθηκαν για να διασώσουν βιομηχανίες που ρυπαίνουν και να αποδυναμώσουν τα πρότυπα της ποιότητας του αέρα. Στις ΗΠΑ οι ομοσπονδιακές αρχές, επικαλούμενες την κρίση της Covid-19, ανέστειλαν την επιβολή των περιβαλλοντικών κανονισμών. Και παρά τις αναμενόμενες επιπτώσεις στο κλίμα, ξεκίνησε η κατασκευή του πετρελαιαγωγού Keystone XL κατά μήκος των συνόρων ΗΠΑ – Καναδά, ενώ η κυβέρνηση του Ντόναλντ Τραμπ περιόρισε πρόσφατα τα πρότυπα για την απόδοση καυσίμων στα οχήματα.

Για τον ίδιο λόγο η Νότια Αφρική μείωσε τα πρότυπα της μόλυνσης του αέρα για τα εργοστάσια παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας με άνθρακα, επιτρέποντάς τους να εκπέμπουν το διπλάσιο διοξείδιο του θείου από πριν. Και στη Βραζιλία η προστασία του κράτους προς το τροπικό δάσος του Αμαζονίου, που ήδη έφθινε εν όψει της εποχής των πυρκαγιών, αποδυναμώθηκε και άλλο ως αποτέλεσμα του ότι λιγότερα όργανα επιβολής της τάξης βγαίνουν έξω στο πεδίο λόγω των κινδύνων από την Covid-19.

Σήμερα, οι κυβερνήσεις ορθά επικεντρώνονται στο να καλύψουν τις άμεσες ανάγκες των πολιτών τους. Αλλά καθώς θα ξεκινάμε την ανοικοδόμηση από αυτή την πανδημία, πρέπει να πιέσουμε τους υπευθύνους της πολιτικής να βεβαιωθούν ότι οι διαρθρωτικές αλλαγές δεν θα ενισχύσουν τα συνήθη σενάρια στηρίζοντας βιομηχανίες που ρυπαίνουν. Πρέπει, αντίθετα, να βελτιώσουμε την ποιότητα του αέρα επεκτείνοντας την ανανεώσιμη ενέργεια, ενισχύοντας την ενεργειακή αυτάρκεια και οικοδομώντας καινοτόμα συστήματα μέσων μεταφοράς. Τα μέτρα αυτά θα σώσουν ζωές, θα προστατεύσουν την κοινότητα απέναντι στους κινδύνους μιας πανδημίας και θα βοηθήσουν στο να εξασφαλιστεί ένα βιώσιμο κλίμα για τα παιδιά μας.

Οπως το έθεσε πρόσφατα η Πατρίσια Εσπινόσα, εκτελεστική γραμματέας της Σύμβασης – Πλαίσιο για την Κλιματική Αλλαγή του ΟΗΕ, «η Covid-19 είναι η πιο επείγουσα απειλή που αντιμετωπίζει η ανθρωπότητα σήμερα, αλλά δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι η κλιματική αλλαγή είναι η ακόμη μεγαλύτερη απειλή που αντιμετωπίζει η ανθρωπότητα μακροχρόνια». Εχει δίκιο, και ένας από τους πιο αποτελεσματικούς τρόπους για να αποτραπούν σοβαρές απειλές όπως η Covid-19 είναι να χειριστούμε αποφασιστικά την ακόμη μεγαλύτερη παγκόσμια κρίση που αντιμετωπίζουμε.

Ο κ. Aaron Bernstein, είναι παιδίατρος στο Νοσοκομείο Παίδων της Βοστώνης, είναι προσωρινός διευθυντής του Κέντρου για το Κλίμα, την Υγεία και το Παγκόσμιο Περιβάλλον στο T.H. Chan School of Public Health του Πανεπιστημίου Χάρβαρντ.