Την Τρίτη, 28 Απριλίου, η κυβέρνηση παρουσίασε τα πρώτα μέτρα εξόδου από την καραντίνα.  Στις αρχές Μαρτίου, η διαχείριση της επιβολής περιορισμών έγινε από το Μέγαρο Μαξίμου και κατόπιν οι υπουργοί Οικονομικών Χρήστος Σταϊκούρας, Ανάπτυξης Αδωνις Γεωργιάδης και Εργασίας Γιάννης Βρούτσης ανακοίνωσαν από κοινού δέσμη μέτρων για τη στήριξη της κοινωνίας και των επιχειρήσεων, ύψους 2 δισεκατομμυρίων ευρώ. Σχεδόν έναν μήνα μετά ανατέθηκε σε έξι υφυπουργούς να αναγγείλουν τα καλά νέα τής, έστω μερικής, επιστροφής στην κανονικότητα. Από αυτούς μόνο ένας ήταν πολιτικός, και μάλιστα της νεότερης γενιάς, οι υπόλοιποι ήταν τεχνοκράτες. Ο συμβολισμός δεν πέρασε απαρατήρητος και έχει προκαλέσει πολλές συζητήσεις και ανησυχίες στο εσωτερικό της κυβέρνησης, τις οποίες το Μέγαρο Μαξίμου καθόλου δεν ενδιαφέρεται να καθησυχάσει. Δύο λέξεις βρίσκονται στα χείλη όλων των κυβερνητικών στελεχών: ανασχηματισμός και εκλογές.

 
Η τελική αξιολόγηση

Υπό κανονικές συνθήκες, αυτές τις ημέρες ο Κυριάκος Μητσοτάκης θα έκανε την τελική αξιολόγηση του υπουργικού σχήματος που ανακοινώθηκε στις 8 Ιουλίου 2019 και σε μεγάλο βαθμό έφερε τη δική του σφραγίδα. Ηταν ένα πρωτόγνωρο μείγμα πολιτικών και τεχνοκρατών, το οποίο σε κάποια υπουργεία απέδωσε και σε άλλα προκάλεσε δυσαρμονίες. Τα προβλήματα θα ήταν πιο φανερά αν δεν υπήρχε σε όλα τα μεγάλα ζητήματα ο κεντρικός συντονισμός από το Μέγαρο Μαξίμου, που από τη μια πλευρά αποσοβούσε κρίσεις, από την άλλη όμως… εξαφάνιζε τους υπουργούς. Η κρίση του κορωνοϊού άλλαξε τις προτεραιότητες, ωστόσο το μπλοκάκι του Πρωθυπουργού γέμιζε με πρόσθετες σημειώσεις για την απόδοση των υπουργών του. Πρόκειται για την τρίτη μεγάλη κρίση που αντιμετωπίζει η κυβέρνηση και, απ’ ό,τι φαίνεται, την καθοριστική για να ξεχωρίσει ο κ. Μητσοτάκης την ήρα από το στάρι. Το καλοκαίρι του 2019, η αντιμετώπιση των πυρκαγιών ανέδειξε συγκεκριμένα πρόσωπα, όμως οι μετοχές των υπουργών ανέβηκαν και κατέβηκαν αρκετές φορές τόσο στο Μεταναστευτικό όσο και στην αντιμετώπιση της πανδημίας. 
 
Πολύ πιθανός ο ανασχηματισμός
 
Ο ένας χρόνος από τις εκλογές της 7ης Ιουλίου 2019 βρίσκει τον κ. Μητσοτάκη στο απόγειο της πολιτικής ισχύος του. Η Νέα Δημοκρατία προηγείται σχεδόν είκοσι μονάδες από τον ΣΥΡΙΖΑ και ο ίδιος είναι μακράν ο δημοφιλέστερος πολιτικός αρχηγός. 
 
Δεν θα έβρισκε καλύτερη στιγμή να σχηματίσει την κυβέρνηση που επιθυμεί, χωρίς να είναι υποχρεωμένος να τηρήσει κομματικές ισορροπίες, έχοντας δει στην πράξη ποια από τα πρόσωπα που επέλεξε κατάφεραν να πετύχουν τους στόχους τους και ποια απέτυχαν. Ομως η συγκυρία δεν βοηθά, καθώς η κυβέρνηση μπαίνει στην καρδιά της κρίσης.
 
Πρόσωπα στο στενό επιτελείο του θεωρούν πολύ πιθανό έναν ανασχηματισμό το προσεχές διάστημα, ωστόσο τίποτα δεν μπορεί να είναι σίγουρο όσο υπάρχει η αβεβαιότητα με την εξέλιξη της πανδημίας, ένας απρόβλεπτος παράγοντας που μπορεί να καταστήσει ανέφικτες τις αλλαγές. Παρ’ όλα αυτά, έχουν συζητηθεί δύο πιθανά ορόσημα για το ενδεχόμενο ανασχηματισμού. Το ένα είναι προς τα μέσα Ιουλίου, ώστε οι νέοι υπουργοί να αξιοποιήσουν τον Αύγουστο προκειμένου να εξοικειωθούν με τα χαρτοφυλάκιά τους. Ενας θερινός ανασχηματισμός είναι μια χαμένη ευκαιρία για πολιτική επανεκκίνηση και μάλιστα σε μια στιγμή που όλος ο κόσμος επαινεί την ελληνική κυβέρνηση για τον τρόπο που αντιμετώπισε την πανδημία, οι αλλαγές στα υπουργεία ίσως μεταδώσουν το λάθος μήνυμα ότι ο Πρωθυπουργός δεν εμπιστεύεται την επιτυχημένη κυβέρνησή του. Ο αντίλογος είναι ότι μέσα στην τρικυμία της υγειονομικής και οικονομικής κρίσης κανένας πολίτης δεν ενδιαφέρεται για το ποιος είναι υπουργός σε ποιο υπουργείο, αρκεί να μπορεί να του προσφέρει κάτι που θα βελτιώσει τη ζωή του. Το δεύτερο ορόσημο είναι πριν από τη ΔΕΘ, ώστε ο Πρωθυπουργός να εμφανιστεί σε αυτή τη στιγμή που σηματοδοτεί την έναρξη μιας νέας περιόδου με μια ανανεωμένη κυβέρνηση στο πλευρό του. 
 
Σχέδιο πολιτικό παρά τεχνοκρατικό
 
Ο κ. Μητσοτάκης φέρεται να μην έχει πάρει ακόμα οριστικές αποφάσεις.  Κάποια πρόσωπα του στενού πρωθυπουργικού κύκλου δεν αποκλείουν τίποτα. Αλλοι απορρίπτουν πλήρως τα σενάρια ανασχηματισμού εκτιμώντας ότι με την κρίση να εξελίσσεται, δεν μπορούν να γίνουν αλλαγές στο οικονομικό επιτελείο, και χωρίς τέτοιες αλλαγές ο ανασχηματισμός, λένε, δεν έχει νόημα.    
 
Η επιλογή των έξι υφυπουργών, οι οποίοι παρουσίασαν τα μέτρα της εξόδου, μόνο τυχαία δεν ήταν. Το πολιτικό σκεπτικό της κυβέρνησης αναπτύχθηκε από τον υφυπουργό παρά τω Πρωθυπουργώ, αρμόδιο για τον συντονισμό του κυβερνητικού έργου Ακη Σκέρτσο. Η εισήγησή του είχε προετοιμαστεί αρχικά για να αποτελέσει κομμάτι του διαγγέλματος του Πρωθυπουργού, που έγινε νωρίτερα την ίδια ημέρα, αλλά ο κ. Μητσοτάκης επέλεξε να επικοινωνήσει με πιο άμεσο τρόπο με τους πολίτες. Το σχέδιο-«γέφυρα ασφάλειας» που παρουσίασε ο κ. Σκέρτσος ήταν περισσότερο πολιτικό και λιγότερο τεχνοκρατικό, με συγκεκριμένο ιδεολογικό στίγμα, όταν ανέφερε ότι «τα κλειστά σχολεία, οι κλειστές επιχειρήσεις και οι περιορισμοί στις μετακινήσεις αναπαράγουν υφιστάμενες κοινωνικές ανισότητες και δημιουργούν νέες αδικίες». Στη συνέχεια έλαβαν τον λόγο οι υφυπουργοί: Ανάπτυξης και Επενδύσεων, Νίκος Παπαθανάσης, Προστασίας του Πολίτη, Νίκος Χαρδαλιάς, Υγείας, Βασίλης Κοντοζαμάνης, Εσωτερικών, Θοδωρής Λιβάνιος και Υποδομών και Μεταφορών, Γιάννης Κεφαλογιάννης.
 
Η «αξιολόγηση» των υπουργών
 
Το βασικό κριτήριο του Πρωθυπουργού, όπως μεταδίδεται, είναι ποια πρόσωπα μπορούν στην επόμενη φάση να προχωρήσουν τις μεταρρυθμίσεις που έχει σχεδιάσει. Αν πράγματι γίνει ανασχηματισμός και η μεταρρυθμιστική αφοσίωση μετρήσει πάνω από κάθε τι άλλο, τότε πρόσωπα όπως ο Γιάννης Βρούτσης, ο οποίος δυσκολεύεται να εφαρμόσει το κεφαλαιοποιητικό σύστημα στην ασφάλιση, ή ακόμα και ο Χρήστος Σταϊκούρας, στον οποίο καταλογίζεται συντηρητική αντιμετώπιση των προκλήσεων στην οικονομία, δεν θα πρέπει να κοιμούνται ήσυχοι. 

Σε αντίθεση με την ηγεσία του υπουργείου Ψηφιακής Διακυβέρνησης, Κυριάκο Πιερρακάκη και τον Γιώργο Γεωργαντά, η οποία προωθεί συστηματικά τον ψηφιακό μετασχηματισμό του κράτους. Θετικά έχει αποτιμηθεί το έργο υπουργών όπως ο Αδωνις Γεωργιάδης, ο Μάκης Βορίδης, ο Κώστας Καραμανλής, η Λίνα Μενδώνη, ο Γιάννης Πλακιωτάκης, ο Νότης Μηταράκης, κ.ά. Στους παραπάνω υφυπουργούς προστίθεται ο Λευτέρης Οικονόμου (Προστασίας του Πολίτη) και ο Κώστας Φραγκογιάνης (Οικονομικής Διπλωματίας και Εξωστρέφειας), ενώ έχει ξεχωρίσει και ο γενικός γραμματέας Εμπορίου και Προστασίας του Καταναλωτή Παναγιώτης Σταμπουλίδης. Παρά την έντονη φημολογία για την ενδεχόμενη μετακίνηση του Νίκου Δένδια στο υπουργείο Εθνικής Αμυνας, ο Νίκος Παναγιωτόπουλος εμφανίζεται προς το παρόν αμετακίνητος από τη θέση του. Η παράθεση ονομάτων είναι ενδεικτική και αποκαλυπτική της προτίμησης του κ. Μητσοτάκη στη διατήρηση πολιτικών και τεχνοκρατών στα υπουργεία, αλλάζοντας ενδεχομένως την αναλογία του μείγματος.
Oι εισηγήσεις για κάλπες και οι κίνδυνοι
Το σενάριο των πρόωρων εκλογών, όπως μεταφέρεται, έχει απορριφθεί από τον κ. Μητσοτάκη, αν και στην πολιτική τίποτα δεν είναι οριστικό και αμετάκλητο. Η κατάσταση στην οικονομία διαγράφεται δυσοίωνη, και κάποιοι εισηγούνται την ανανέωση της λαϊκής εντολής. Εμπιστοι συνομιλητές του Πρωθυπουργού, όμως, αναπτύσσουν τον προβληματισμό ότι αν ο κ. Μητσοτάκης επιχειρήσει να εργαλειοποιήσει την εμπιστοσύνη που του έδειξε η ελληνική κοινωνία στην αντιμετώπιση του κορωνοϊού εκβιάζοντας την ψήφο του, μόνο χαμένος θα βγει.

Επιπροσθέτως, η επόμενη αναμέτρηση θα γίνει με απλή αναλογική, που σημαίνει ότι η ΝΔ μπορεί να μην έχει αυτοδυναμία και να βρεθεί όμηρος ενός μικρού κόμματος, όπως η Ελληνική Λύση, ή να προχωρήσει αμέσως σε δεύτερες εκλογές. Αυτό σημαίνει περίπου ένα τρίμηνο προεκλογικών και εκλογικών διαδικασιών, με προφανείς συνέπειες για την οικονομία και με απροσδιόριστο τον κίνδυνο να ενσκήψει δεύτερο κύμα κορωνοϊού ανάμεσα στις εκλογικές αναμετρήσεις. Σε αυτή την περίπτωση ο κ. Μητσοτάκης θα κατηγορηθεί για καιροσκοπισμό, και θα έχει πλήξει μόνος του το προφίλ του σοβαρού, θεσμικού, μεταρρυθμιστή πρωθυπουργού. Ο κ. Μητσοτάκης, σημειώνουν οι ίδιες πηγές, δεν πρόκειται να διακυβεύσει τη σχέση του με τους πολίτες χάριν πολιτικών τακτικισμών για να κερδίσει έναν ακόμα χρόνο στην εξουσία θυσιάζοντας το σχέδιό του για τη χώρα.


Ο γρίφος στην ΕΕ για τις μετακινήσεις

Αυτές τις ημέρες ο Πρωθυπουργός εργάζεται εντατικά πάνω στα προβλήματα της οικονομίας, ιδίως του τουρισμού και των μεταφορών. Η διεθνής προβολή της κυβέρνησης εξαιτίας της αντιμετώπισης της πανδημίας τού προσφέρει προνομιακή θέση στις ευρωπαϊκές διαβουλεύσεις. Την Πέμπτη το βράδυ είχε εκτενή συζήτηση με την πρόεδρο της Κομισιόν Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν, για το πλαίσιο μετακινήσεων μεταξύ χωρών της ΕΕ, το οποίο θα παρουσιαστεί πιθανότατα την Τετάρτη. Η Ελλάδα προτείνει να εξετάζονται για κορωνοϊό όσοι πρόκειται να ταξιδέψουν στη χώρα αναχώρησης και στη χώρα άφιξης να δίνονται σαφείς οδηγίες για το πώς κινείται κάποιος σε κάθε χώρο και να υπάρχει η δυνατότητα για rapid τεστ, ώστε τα αεροπλάνα να πετούν με πληρότητα και με ασφάλεια για τους επιβάτες. Επιπλέον, πραγματοποιούνται διμερείς επαφές του υπουργού Τουρισμού Χάρη Θεοχάρη με ομολόγους του από την ΕΕ και από άλλες χώρες, όπως το Ισραήλ, οι οποίες ετοιμάζονται να επαναφέρουν τις αεροπορικές συνδέσεις. «Η διαφήμιση που γίνεται στη χώρα μας από τα ξένα μέσα, ως ασφαλή τουριστικό προορισμό από την COVID-19 θα χρειαζόταν πολλά εκατομμύρια για να την κάνουμε εμείς» σχολιάζουν συνεργάτες του Πρωθυπουργού, ο οποίος στη συνέντευξή του στο CNN, τη Δευτέρα, άφησε ανοιχτό το ενδεχόμενο να υποδεχτεί η χώρα μας ξένους τουρίστες από την 1η Ιουλίου.


Προσδοκίες για δυναμική ανάπτυξη από το 2021

Στο Μέγαρο Μαξίμου εκτιμούν ότι η θετική προβολή της Ελλάδας θα συμβάλει επίσης στην ενίσχυση του επενδυτικού κλίματος και ότι τη μεγάλη ύφεση του 2020 θα ακολουθήσει μια δυναμική ανάπτυξη το 2021. Την προηγούμενη εβδομάδα έκλεισαν δύο μεγάλες επενδύσεις ξένων σε startup, στην Αθήνα και στην Πάτρα, και εκδηλώθηκε ενδιαφέρον από ξένα funds για συμμετοχή στη Forthnet. Eπιπλέον, η δικαστική απόφαση για το καζίνο του Ελληνικού ήρε και το τελευταίο εμπόδιο προκειμένου να ξεκινήσει αυτή η εμβληματική επένδυση. Η καλή επίδοση στην πανδημία και η θετική εικόνα του ΕΣΥ πιστεύεται ότι μπορούν να συμβάλουν στην εγκατάσταση συνταξιούχων από τις βόρειες χώρες στην Ελλάδα.