Όσα φέρνει η ώρα, δεν τα φέρνει ο χρόνος λέει η γνωστή παροιμία και αυτό θα είναι χρήσιμο να το συνειδητοποιήσει κάποιος, υπό ιστορικό πρίσμα και με αφορμή τα όσα ζούμε τους τελευταίους μήνες.
Η περίοδος αυτή κατά την οποία η ανθρωπότητα βρέθηκε αντιμέτωπη με την κρίση του κορωνοϊού, είναι μία απειροελάχιστη στιγμή στον ιστορικό χρόνο. Μία στιγμή όμως στην οποία όλα ανατράπηκαν, άλλαξαν, οι σχεδιασμοί και οι προγραμματισμοί ματαιώθηκαν, τα δεδομένα μετατράπηκαν σε αστάθμητες παραμέτρους.
Υπό αυτό το πρίσμα και εν όψει της νέας περιόδου, η οποία ήδη έχει αρχίσει, οφείλει κάποιος να δει στην πραγματική τους διάσταση κάποιες συζητήσεις και διαμάχες ακόμη και στο γεωπολιτικό πεδίο.
Πέραν του τι θα συμβεί στον συσχετισμό δυνάμεων παγκοσμίως, ποιες ισορροπίες θα κλονιστούν, αν θα προκύψουν νέες και με τι προοπτική, μπορεί κανείς να αναλογιστεί στα καθ’ ημάς κάποιες αντροπές στην περιοχή μας.
Ειδικά σε ό,τι αφορά την διαμάχη με την Τουρκία και ειδικότερα την ένταση στο Αιγαίο με επίκεντρο τα ενεργειακά κοιτάσματα και την στενά διασυνδεδεμένη συζήτηση για τις ΑΟΖ, απαιτείται εξέταση πολλών θεμάτων: το αν η Ελλάδα πρέπει ή δεν πρέπει να προχωρήσει σε οριοθέρηση και ανακήρυξη, τι θα σημάνει αυτό, ποιο θα είναι δυνητικά το όφελος ή ποια θα μπορούσε να είναι η ζημία.
Μία από τις σχεδόν αυτόματες επιπτώσεις της πανδημικής κρίσης ήταν η ανατροπή στην αγορά πετρελαίου και ενέργειας, όπου οι τιμές κατακρημνίστηκαν. Πετρελαιοπαραγωγοί χώρες βρέθηκαν σε μία συνθήκη που δεν είχαν λάβει υπόψη, δομές ισχύος αναθεωρούνται και νέα δεδομένα είναι δύσκολο να περιγραφούν.
Η αίρεση ενός νέου κύματος πανηδμικής κρίσης είναι υπαρκτή και μεταξύ όλων των άλλων, μία διαφαινόμενη εξέλιξη θα είναι η επιτάχυνση των διαδικασιών για την στροφή σε νέες πηγές ενέργειας και εγκατάλειψη ή σταδιακό περιορισμό σε κάθε περίπτωση της χρήσης υδρογονανθράκων και παραγώγων.
Υπό αυτό το πρίσμα, τι εξελίξεις μπορεί ή πρέπει να αναμένει κανείς στο πεδίο του (εικαζόμενου) ενεργειακού El Dorado στο Αιγαίο;
Πώς μπορεί σήμερα να αξιολογηθεί μία στρατηγική αξιοποίησης κοιτασμάτων, που η εκμετάλλευσή τους απαιτεί μεγάλο κόστος οικονομικό, πολιτικό, διπλωματικό, ενδεχομένως στρατιωτικό και πάντως πολύ χρόνο; Ποια βεβαιότητα μπορεί να υπάρχει ώστε να ξεκινήσει σήμερα μια διαδικασία, η οποία είναι από άγνωστο έως αβέβαιο τι θα αποδώσει σε, π.χ., είκοσι ή τριάντα χρόνια;
Με την πολυδιάστατη κρίση της πανδημίας και σε αυτό το πεδίο όλα τίθενται εν αμφιβόλω.
Και το ζήτημα του Αιγαίου, αργά ή γρήγορα θα πρέπει να εξεταστεί με γνώμονα αυτήν την καθοριστική παράμετρο της γενικής αβεβαιότητας.
Τα έθιξε τα ζητήματα αυτά, ο Ευάγγελος Βενιζέλος, σε συζήτηση για τα ελληνοτουργικά, σε διαδικτυακή συζήτηση στο πλαίσιο του Delphi Economic Forum και με συνομιλητές την Ντόρα Μπακογιάννη και τον Βαγγέλη Αποστολάκη.
Αναρωτήθηκε ως προς το θέμα ο κ. Βενιζέλος:
«Θα μας προσφέρει κάτι η ανακήρυξη της ΑΟΖ που είναι μία νομική πράξη γενική, χωρίς να σημαίνει οριοθέτηση; Χωρίς οριοθέτηση δεν εκμεταλλεύεσαι τίποτα και ο χρόνος περνάει. Ο χρόνος σημαίνει ότι χάνει την αξία του ο ορυκτός πλούτος, διότι πέφτει η τιμή του πετρελαίου, πέφτει η τιμή του φυσικού αερίου, πας στις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας, χάνουν την αξία τους οι νέοι αγωγοί, χάνουν την αξία τους τα νέα κοιτάσματα. Άρα, ο χρόνος δεν λειτουργεί υπέρ ημών και χωρίς οριοθέτηση στην πραγματικότητα δεν μπορείς να έχεις την πλήρη εκμετάλλευση των φυσικών σου πόρων και των κυριαρχικών σου δικαιωμάτων, τα οποία σου δίνει το Διεθνές Δίκαιο».
Υπό αυτήν την έννοια, ο κ. Βενιζέλος επισήμανε ότι πρέπει «να δούμε εμείς τι λέμε, όχι τι θα αποδεχθεί η Τουρκία» και συμπλήρωσε: «Έτσι τοποθετούμε τη Χάγη μόνο για την οριοθέτηση και να δούμε καλά το ζήτημα του χρόνου. Ο χρόνος δεν έχει λειτουργήσει υπέρ μας, έχει λειτουργήσει υπέρ μας μόνο στην ένταξη της Κύπρου στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Στα άλλα θέματα ο χρόνος –και στο Κυπριακό και στο Αιγαίο και στην Ανατολική Μεσόγειο– δεν νομίζω ότι έχει λειτουργήσει υπέρ μας. Επιμένω, στην Ανατολική Μεσόγειο γιατί επί δεκαετίες είμαστε κλεισμένοι λίγο στον στενό ορίζοντα του Αιγαίου, ενώ ξαφνικά καλούμαστε να δούμε τον ευρύ ορίζοντα της Μεσογείου με την κίνηση που έγινε σε σχέση με το παράνομο μνημόνιο Τουρκίας-Λιβύης».
Από αυτά είναι προφανές ότι αναδύεται μία ανάγκη συνολικής αναπροσαρμογής στρατηγικών και προτεραιοτήτων.
Η επελαύνουσα κρίση, οι συνθήκες στην Τουρκία, ο παγκόσμιος συσχετισμός ισχύος θα εξελίσσεται πλέον με ρυθμούς πρωτόγνωρους και όσοι καθυστερήσουν, μάλλον θα βρεθούν προ δυσάρεστων τετελεσμένων, τα οποία δύσκολα θα ανατρέπονται…