Σε αυτή τη φάση της χαλάρωσης των lockdown, στην οποία εισέρχεται η Ελλάδα αλλά και πολλές ευρωπαϊκές χώρες, η αποφυγή ενός δεύτερου κύματος της πανδημίας θα αποτελέσει πολιτική και όχι επιδημιολογική απόφαση, λέει σε συνέντευξή του στο «Βήμα» ο Στίβεν Ράιλι, καθηγητής της Δυναμικής των Λοιμώξεων στο Imperial College του Λονδίνου, από τα κορυφαία μέλη της επιτροπής του Νιλ Φέργκιουσον και ένας από τους συντάκτες της περίφημης μελέτης που έκρουσε τον κώδωνα του κινδύνου σε Βρετανία και ΗΠΑ. Ο κ. Ράιλι συστήνει να γίνονται όσο το δυνατόν περισσότερα τεστ για τον κορωνοϊό και θεωρεί ότι η εφαρμογή ιχνηλάτησης επαφών για κινητά θα παίξει σημαντικό ρόλο όχι μόνο στη χαλάρωση των μέτρων κοινωνικής απόστασης, αλλά και για να ξαναπάρει μπροστά ο τουρισμός.
«Γρίπη των πτηνών», SARS, Η1Ν1 και τώρα COVID-19… Ετσι θα είναι η ζωή μας κάθε τόσο;
«Θα διδαχτούμε από αυτή την πανδημία. Πιστεύω ότι θα μας κάνει ασφαλείς από ιογενείς πανδημίες για πολύ καιρό. Οι χώρες θα αποκτήσουν την ικανότητα να κατασκευάζουν υψηλής ποιότητας προσωπικό προστατευτικό εξοπλισμό και το ιατρικό προσωπικό θα εκπαιδευτεί στον καλύτερο προστατευτικό εξοπλισμό ώστε να μην ανησυχούμε για τη νοσοκομειακή μετάδοση. Οι χώρες θα αποκτήσουν επίσης τη δική τους ικανότητα πραγματοποίησης ιικών τεστ, η οποία θα μπορεί να κλιμακώνεται πολύ γρήγορα. Οταν ισχύσουν αυτά τα δύο, θα είμαστε πρακτικά ασφαλείς. Ακόμη και αν εμφανιστεί ένα χειρότερο παθογόνο, θα μπορούμε να επιστρέψουμε σχετικά σύντομα στη σχεδόν κανονική ζωή. Πιστεύω ότι όταν αυτή η πανδημία περάσει, όταν θα έχουμε το εμβόλιο και θα έχουμε επανέλθει ύστερα από δύο χρόνια, δεν θα ανησυχούμε πια για ιογενείς πανδημίες».
Τα lockdown χαλαρώνουν στην Ευρώπη. Οι εφαρμογές ιχνηλάτησης επαφών στα κινητά τηλέφωνα αποτελούν καλή λύση σε αυτή τη φάση;
«Δεν έχουν περάσει δύο χρόνια αλλά τέσσερις μήνες, βρισκόμαστε ακόμη στην αρχή. Δεν επιστρέφουμε στην κανονικότητα αλλά σε κάτι διαφορετικό και οι εφαρμογές αυτές θα αποτελέσουν σημαντικό μέρος της νέας κανονικότητας στις χώρες που θα τα πάνε καλά. Δεν γνωρίζω πόσο σημαντικό, αλλά θα συντελούν στο να κρατιέται χαμηλός ο αριθμός των κρουσμάτων. Υπάρχουν ερωτήματα για την ασφάλεια των δεδομένων και υπάρχει η μικρή πιθανότητα οι κυβερνήσεις να μην τα χειριστούν καταλλήλως, αλλά από υγειονομική άποψη δυνητικά θα μπορούσαν να κάνουν πολύ καλό».
Πόσο πιθανό είναι ένα δεύτερο κύμα της πανδημίας;
«Με ανησυχεί ένα δεύτερο κύμα, όμως αυτό δεν αποτελεί πλέον επιδημιολογικό ζήτημα αλλά πολιτικό. Στη Βρετανία έχουμε άριστες αποδείξεις για το ότι το lockdown λειτούργησε και τα κρούσματα στην κοινότητα μειώθηκαν πολύ γρήγορα. Οταν το lockdown χαλαρώσει και τα κρούσματα αρχίσουν να αυξάνονται, αν δεν επιλέξουμε να επαναφέρουμε μέτρα κοινωνικής απόστασης, θα είναι πολιτική απόφαση να δεχτούμε ένα δεύτερο κύμα. Δεν ανησυχώ τόσο όσο ανησυχούσα πριν από το αρχικό lockdown, διότι σήμερα όλοι κατανοούν τους συμβιβασμούς που πρέπει να γίνουν. Δεν θα επιθυμούσα ένα δεύτερο κύμα και θα ενθάρρυνα πολιτικές που θα το απέτρεπαν έναντι οποιασδήποτε άλλης πολιτικής, αλλά δεν είμαι υπεύθυνος για τις αρνητικές επιπτώσεις του οικονομικού πλήγματος. Δεν πιστεύω ότι ένα δεύτερο κύμα θα ήταν οικονομικά συμφέρον, όμως το ζήτημα δεν είναι επιδημιολογικό αλλά πολιτικό».
Ποιον ρόλο παίζουν τα σχολεία στη μετάδοση του κορωνοϊού;
«Δύσκολο ερώτημα. Τα στοιχεία δείχνουν ότι παίζουν κάποιον ρόλο, αλλά δεν μπορούμε να πούμε πόσο με βεβαιότητα. Ενας λόγος είναι ότι οι γνώσεις μας για το κλείσιμο των σχολείων προέρχονται από τη γρίπη και, ειδικά σε σχέση με τα παιδιά, ο COVID-19 είναι πάρα πολύ διαφορετικός. Ο δεύτερος λόγος γιατί είναι δύσκολο είναι επειδή οι περισσότερες υπηρεσίες που μας έδιναν στοιχεία έκλεισαν ακριβώς την ώρα που ο ιός εμφανίστηκε στα σχολεία – δηλαδή είχε παρουσία στον μαθητικό πληθυσμό για λίγες μόνο εβδομάδες και χωρίς να διαθέτουμε αξιόπιστα στοιχεία. Πρέπει να επιχειρήσουμε το άνοιγμα των σχολείων με πολύ ελεγχόμενο τρόπο και να παρακολουθήσουμε προσεκτικά τι θα συμβεί. Να πραγματοποιούμε συνεχώς τεστ στα σχολεία και ενδεχομένως να ξανακλείσουμε εκείνα όπου θα εντοπιστεί ο ιός.
Γενικά πρέπει να πραγματοποιούνται όσο το δυνατόν περισσότερα τεστ για τον ιό ανά πάσα στιγμή, διότι είναι πολύ φθηνότερο από τις άλλες εναλλακτικές. Και εντός των δυνατοτήτων κάθε χώρας για τεστ πρέπει να επιλέγονται ποιοι είναι σημαντικότερο να κάνουν το τεστ κάθε μέρα».
Τι σας ανησυχεί περισσότερο όταν χαλαρώσουν τα lockdown;
«Ο τρόπος που θα παρακολουθούμε τη λοίμωξη μετά τη χαλάρωση των μέτρων. Ανησυχώ μήπως δεν έχουμε μια σαφή ροή δεδομένων. Σήμερα ασχολούμαι με τον σχεδιασμό ενός συστηματικού είδους τυχαίου δείγματος στη Βρετανία: θα επιλέγουμε τυχαία ανθρώπους, θα τους στέλνουμε ένα τεστ που θα μπορούν να κάνουν μόνοι τους και θα μας το επιστρέφουν με το ταχυδρομείο. Αν πραγματοποιούνται 100.000 τεστ την εβδομάδα, θα έχουμε μια αρκετά σαφή εικόνα του τι συμβαίνει στη Βρετανία. Στη συνέχεια, ύστερα από τέσσερις ως έξι εβδομάδες, θα επαναλαμβάνουμε τη διαδικασία και θα έχουμε ένα πριν και ένα μετά τη χαλάρωση των μέτρων. Και τότε οι επιπτώσεις από ό,τι και αν κάναμε σε αυτό το διάστημα θα είναι πολύ σαφείς. Με ανησυχεί όμως ότι αυτό το επίπεδο πραγματικά απλής παρακολούθησης δεν θα εφαρμοστεί σε όλες τις χώρες».
Για να επανεκκινήσει ο τουρισμός τι πρέπει να γίνει;
«Επανερχόμαστε στην εφαρμογή για κινητά, η οποία, αν χρησιμοποιείται από πολύ κόσμο σε μια χώρα, μας παρέχει ένα καλό τρέχον μέτρο του κινδύνου. Δεν μας λέει αν ένας συγκεκριμένος χρήστης έχει τον ιό, αλλά, γνωρίζοντας με ποιους ήρθε σε επαφή το τελευταίο 15ήμερο και αν κάποιος από αυτούς εμφάνισε συμπτώματα και έκανε το τεστ, μας παρέχει μια καλή ιδέα του κινδύνου. Γι’ αυτό αν η τεχνολογία της εφαρμογής είναι διαλειτουργική, δηλαδή αν λειτουργεί στην Ελλάδα όπως και στη Βρετανία, τότε θα μπορούσε να αποτελέσει μια καλή επιλογή για να επιτραπεί στον κόσμο να ταξιδεύει. Αν τελικά προκληθούν πολλά νέα κρούσματα στη χώρα προορισμού ή προέλευσης, τα ταξίδια θα σταματήσουν. Αλλά για να επανεκκινήσει ο τουρισμός, πρέπει να υπάρξει κάποια εγγύηση ασφαλείας με βάση την τεχνολογία, ώστε όσοι ταξιδεύουν να παρέχουν κάποια απόδειξη ότι δεν είναι πιθανό να είναι μολυσμένοι και βεβαίως να συμφωνήσουν με τους όρους που θα θέσει η χώρα προορισμού».