Αθήνα, Παρίσι, Λονδίνο, Μαϊάμι, Χονγκ Κονγκ, Πόλη του Μεξικού. Τι ενώνει αυτές τις πόλεις πέρα από το lockdown και τη μεγάλη προσπάθεια για την αντιμετώπιση της πανδημίας; Μέχρι πολύ πρόσφατα, η ακούσια ή εκούσια μοναξιά, η μονήρης ύπαρξη εν μέσω ενός κόσμου που ζει τη ζωή του αγνοώντας την ύπαρξη των διπλανών του. Η σειρά φωτογραφιών «Alone Together» του 37χρονου Αριστοτέλη Ρουφάνη απηχεί τη ρήση «η μοναξιά είναι ένα καλό μέρος για να επισκεφτείς, αλλά ένα άσχημο μέρος για να μείνεις» που είχε κάποτε διατυπώσει ένας αμερικανός χιουμορίστας. Και βέβαια, μοιάζει πιο επίκαιρη ποτέ. Πυκνά δομημένα αστικά τοπία, αρχιτεκτονικά συγκροτήματα που κανονικά θα έπρεπε να σφύζουν από ζωή, στέκονται άδεια σαν στοιχειωμένα, με ένα φως να ανάβει εντός τους ίσα για να θυμίζει ότι κάποιος κατοικεί εκεί, ενδεχομένως ακόμα και ο τελευταίος εκπρόσωπος του ανθρώπινου είδους. Ως γνωστόν, συμβαίνει και στις πιο αξιοζήλευτες μητροπόλεις. «Παρόλο που υπάρχουν μεγάλες διαφορές στον τρόπο με τον οποίο είναι δομημένες αυτές οι πόλεις, αυτό που ήθελα να δείξω μέσα από αυτό το σώμα δουλειάς είναι ότι τελικά δεν είναι πολύ διαφορετικές όταν πρόκειται για την αστική απομόνωση» εξηγεί ο καλλιτέχνης.
Πάντως ο ίδιος ο Ρουφάνης, ο οποίος ζει και εργάζεται μεταξύ Λονδίνου και Αθήνας, γνωρίζει από πρώτο χέρι περί τίνος πρόκειται. «H αρχική ιδέα για τη συγκεκριμένη σειρά γεννήθηκε όταν, ζώντας στο Λονδίνο, ένιωθα έντονα απομονωμένος, χωρίς να μπορώ να εκλογικεύσω αυτό το συναίσθημα. Ετσι, με αφορμή την προσωπική μου εμπειρία, άρχισα να ερευνώ αν ένιωθαν κάτι αντίστοιχο και άλλοι άνθρωποι. Πολύ γρήγορα αυτή η αναζήτηση εξελίχθηκε στην έναρξη μιας συστηματικής έρευνας σχετικής με την κοινωνική απομόνωση και τις πολλαπλές μορφές που μπορεί να πάρει. Πλέον διαρκεί αρκετά χρόνια και έχει οδηγήσει σε πολλαπλά σώματα δουλειάς εν εξελίξει. Πρότζεκτ τα οποία αναπτύσσουν σε μεγαλύτερο βαθμό τα διαφορετικά είδη κοινωνικού αποκλεισμού, όπως αυτόν που βιώνουν οι άστεγοι, οι ηλικιωμένοι και οι έφηβοι».
Παρεμπιπτόντως, οι φωτογραφίες από τη σειρά «Alone Together» χρονολογούνται από το 2017, γεγονός που τις καθιστά υπό μια έννοια «προφητικές». «Θεωρώ ότι παρόλο που δημιουργήθηκε τα προηγούμενα χρόνια, η σειρά «Alone Together» είναι αρκετά επίκαιρη στην εποχή που διανύουμε. Η κοινωνική απομόνωση έχει γίνει πιο αντιληπτή από ποτέ. Αυτό που κρίνω σημαντικό να επικοινωνήσω αυτή την περίοδο είναι το πώς μεμονωμένες ομάδες ανθρώπων, που αγνοούνται συνειδητά ή ασυνείδητα, βιώνουν τον κοινωνικό αποκλεισμό. Παράλληλα, μαζί με τους συνεργάτες μου, μελετάμε τρόπους για να φέρουμε κοντά τους δημιουργούς με το κοινό σε αυτή την πρωτόγνωρη συνθήκη που ζούμε».
Τέχνη σε gigapixels
Αυτό που παρουσιάζει ιδιαίτερο ενδιαφέρον είναι και ο τρόπος με τον οποίο έχει δημιουργήσει αυτές τις φωτογραφίες, σαν άλλος Τζέιμς Στιούαρτ στον «Σιωπηλό μάρτυρα» του Χίτσκοκ, όπως φαντάζεται κανείς με την πρώτη ματιά. Ο ίδιος αναφέρει ως επιρροές του τον Γκρέγκορι Κρούντσον, τον Αντρέας Γκούρσκι, τον Τοντ Χίντο και τον Μάικλ Γουλφ. Τα σουρεαλιστικά, απόκοσμα σύμπαντα που δημιουργούν στα εντελώς διαφορετικά μεταξύ τους έργα τους αυτοί οι κορυφαίοι δημιουργοί της εικαστικής φωτογραφίας, συχνά με τη συνδρομή της τεχνολογίας, ήταν η πυξίδα στις εικαστικές αναζητήσεις του Ρουφάνη.
«Οι εικόνες δεν είναι σκηνοθετημένες κατά τη λήψη, άλλωστε αυτό θα ήταν ιδιαίτερα δύσκολο όταν το αντικείμενο του θέματος είναι μια ολόκληρη πόλη. Κατά τη διάρκεια της επεξεργασίας όμως, οι εικόνες «σκηνοθετούνται» με ελεύθερο τρόπο μέσα από τη διαδικασία επιλογής μεμονωμένων θεματικών εντός της ευρύτερης εικόνας αλλά και της επιλογής στην απόδοση του χρώματος κ.λπ. Οι εικόνες τελικά δημιουργούνται μέσα από μια σύνθετη διαδικασία που απαιτεί στο σύνολό της μερικούς μήνες για καθεμία από αυτές. Κορμός της τεχνικής είναι η απεικόνιση των τοπίων σε υπερυψηλή ανάλυση (5-10 gigapixels ανά εικόνα) και πολλαπλές λήψεις για την καθεμία, που συνήθως έχουν διάρκεια από το ηλιοβασίλεμα έως το σούρουπο».
Τελικά αυτό που αναρωτιέται κανείς, ιδίως στην παρούσα συνθήκη που σε όλους μας λείπει η κοινωνικότητα, είναι σε τι έγκειται ακριβώς η γοητεία ενός χώρου, ενός σπιτιού, μιας πόλης που μοιάζει έρημη από ζωή. «Είναι εύκολο να συμπεράνει κανείς από αυτή τη δουλειά ότι γοητεύομαι από τους άδειους χώρους. Παρ’ όλα αυτά, δεν είναι αυτό το στοιχείο που με γοητεύει. Οι σπουδές μου ως πολιτικού μηχανικού και η προηγούμενη εργασιακή εμπειρία μου στον χώρο θεωρώ πως έχουν καθορίσει σε μεγάλο βαθμό το πώς αντιλαμβάνομαι τη σχέση της πόλης και των κατοικιών μας και του τρόπου ζωής μας. Πιάνω συχνά τον εαυτό μου να χρησιμοποιεί σχετικές αναφορές στα έργα μου». Απόδειξη ότι η κρίση του κορωνοϊού βρίσκει τον Αριστοτέλη Ρουφάνη στην Αθήνα και όχι στη θετή πατρίδα του την Αγγλία. «Παρόλο που είμαστε σε περιορισμό, η αίσθηση ότι είμαι κοντά σε αγαπημένα μου πρόσωπα είναι ανεκτίμητη».