Με την πρώτη άρση των περιορισμών σε αυτήν την φάση της πανδημικής κρίσης και πέραν των όσων θα συμβούν στο επιδημιολογικό πεδίο, ανοίγει ένα νέο κεφάλαιο.
Είναι αυτό της οικονομικής και πολιτικής διαχείρισης.
Τηρουμένων των αναλογιών, η διαδικασία αυτή προμηνύεται πολύ πιο σύνθετη και πολύ πιο δύσκολη.
Καταβάλλεται μία προσπάθεια τις τελευταίες εβδομάδες να αναλυθεί και να περιγραφεί η αλλαγή που θα επέλθει στην πολιτική και στην οικονομία από την πανδημία.
Σενάρια καταστρώνονται, υποθετικά ποσοστά της ύφεσης παρατίθενται, επιμέρους και αλυσιδωτές συνέπειες διερευνώνται.
Από την ανάγνωσή τους και μόνο και παρατηρώντας το εύρος των διαφορών στις αναλύσεις και εκτιμήσεις, διαπιστώνει κανείς το μέγεθος και το βάθος του προβλήματος: στην πραγματικότητα δεν μπορεί να γίνει καμία απολύτως εκτίμηση. Δεν υπάρχει καμία σταθερά, κανένα δεδομένο, καμία βάσιμη προσδοκία, σε χρονικό, οικονομικό και κοινωνικό επίπεδο.
Όλα εξαρτώνται από τον μεγάλο άγνωστο Χ, που είναι η πορεία της πανδημίας.
Υπό αυτήν την έννοια, η αλλαγή έχει συντελεστεί ήδη και όλοι οφείλουν να το αποδεχθούν. Είναι η αλλαγή που έχει επέλθει στο πεδίο της πολιτικής.
Από το σημείο αυτό κι έπειτα, η όποια κούφια υπόσχεση, ο εξωραϊσμός κάθε κατάστασης και η χάραξη ανέφικτων στρατηγικών βασισμένων στην σπέκουλα, θα είναι επικίνδυνη και επί της ουσίας ανήθικη.
Μόνο η βήμα-βήμα αντιμετώπιση της δυσκολίας μπορεί να είναι αποδοτική και μόνο αυτή μπορεί να γίνει, σε μία συνθήκη όπου τα δεδομένα αλλάζουν καθημερινώς.
Είναι κάτι που επισήμανε ο Πρωθυπουργός την Πέμπτη στη Βουλή, είναι η δυσάρεστη αλήθεια και κάθε τι άλλο είναι απλώς λόγια του αέρα.
Δυστυχώς, οι ενδείξεις ως προς το αν η πραγματικότητα αυτή έχει εμπεδωθεί, δεν είναι ενθαρρυντικές. Οι δυνάμεις του λαϊκισμού και της ανευθυνότητας, με πρώτη την αξιωματική αντιπολίτευση, δείχνουν να αντιλαμβάνεται αλλιώς την κατάσταση.
Παίζουν ήδη με τα υποθετικά ποσοστά της ύφεσης, καταφεύγουν σε παιδιάστικες αναλύσεις ως προς το τι τμήμα της θα οφείλεται στον ιό και τι στον Μητσοτάκη και καθώς θα προχωρούμε στις επόμενες φάσεις και όσο δεν θα υπάρχουν ενθαρρυντικά στοιχεία για θεραπεία ή/και εμβόλιο, μπορεί κάποιος να κάνει μία ασφαλή πρόβλεψη: οι δυνάμεις αυτές θα επιχειρήσουν να προσεταιρισθούν κάθε επαγγελματική ομάδα η οποία θα αντιμετωπίζει προβλήματα, θα είναι παραπονούμενη επειδή δεν πήρε την επιθυμητή επιδότηση ή πλήττεται ούτως ή άλλως, ενδεχομένως και ανεπανόρθωτα από την κρίση.
Όσοι σκέφτονται έτσι, διαφαίνεται ότι θα επιχειρήσουν να υπονομεύσουν κάθε προσπάθεια προσαρμογής στην νέα συνθήκη, κάτι που είναι βασική προϋπόθεση για την υπέρβασή της.
Παρά ταύτα, μία είναι η ρεαλιστική προτεραιότητα και προσδοκία αυτήν την στιγμή: η σταδιακή, έστω και απελπιστικά αργή άρση της αβεβαιότητας. Η προσπάθεια διαμόρφωσης ενός περιβάλλοντος, στο οποίο θα είναι δυνατόν να γίνουν εκτιμήσεις και να οργανωθούν σχέδια.
Με την αποσπασματική, αλλά αναγκαία επαναλειτουργία της οικονομίας, θα γίνουν αυτά τα βήματα. Αν δεν υπάρξουν πισωγυρίσματα στο υγειονομικό πεδίο, η κατά κλάδο επανέναρξη δραστηριοτήτων θα δώσει και μία εικόνα για το πού βρισκόμαστε.
Μέχρι στιγμής, η διαχείριση της οικονομίας σε αυτές τις πρωτοφανώς αντίξοες συνθήκες, είναι η καλύτερη δυνατή, αν θέλει κάποιος να είναι ρεαλιστής. Δεν υπάρχει επαγγελματική κατηγορία που να μην έχει στηριχθεί προκειμένου να επιβιώσει σε αυτήν την φάση (ακόμη και για τους δικαίως ανησυχούντες καλλιτέχνες θα υπάρξει πρόνοια) και ό,τι γίνεται βασίζεται στην αξιολόγηση των υπαρκτών δεδομένων και στοιχείων. Οι κραυγές και οι πλειοδοσίες των αντιδρούντων απλώς δείχνουν τι θα πρέπει να αναμένει κανείς.
Ίσως κάποιοι να ονειρεύονται επιστροφή στο 2012-2015, με φόντο μία κρίση για την οποία δεν υπάρχουν ευθύνες. Οι ορέξεις αυτών θα πρέπει να κοπούν, με όποιο θεμιτό και πρόσφορο μέσο…