Αυτό που ζούμε τις τελευταίες εβδομάδες με τις δωρεές εκατοντάδων εκατομμυρίων ευρώ στο Ε.Σ.Υ. από τις επιχειρήσεις ξεπέρασε κάθε φαντασία. Θυμίζει την εποχή των μεγάλων ευεργετών που εξόπλισαν το οικονομικά καθημαγμένο ελληνικό κράτος με προνοιακά ιδρύματα για ορφανά και άπορα παιδιά και με κτίσματα εξαιρετικού αρχιτεκτονικού κάλλους, τα οποία αποτελούν ακόμη και σήμερα σημεία αναφοράς.
Η έμπρακτη αυτή έκφραση εταιρικής κοινωνικής υπευθυνότητας από δεκάδες επιχειρήσεις, που αποτυπώνεται με την επιστροφή μέρους των κερδών στην κοινωνία, αναδεικνύει την Εταιρική Κοινωνική Ευθύνη (ΕΚΕ) σε θεμελιώδη θεσμό για επιχειρηματική επιτυχία και αποδοχή και σε βασικό εργαλείο σμίλευσης της ταυτότητας και της εικόνας τους. Οι σύγχρονες ελληνικές επιχειρήσεις άρχισαν με καθυστέρηση να αναγνωρίζουν ότι η υιοθέτηση επιχειρηματικών πρακτικών με κοινωνικό αποτύπωμα τις προσδίδει ισχυρό ανταγωνιστικό πλεονέκτημα, διότι αφενός προάγει τη συνολική εταιρική εικόνα (κύρος, φήμη, κοινωνική ευαισθησία, αξιοπιστία) στην αντίληψη της κοινής γνώμης και των καταναλωτών, με αποτέλεσμα την αύξηση πωλήσεων και κερδών, και αφετέρου αυξάνει τον βαθμό αφοσίωσης και δέσμευσης του ανθρώπινου δυναμικού στις επιχειρήσεις, με επακόλουθο την αύξηση της παραγωγικότητας. (Βλ. Ανδρέας Μήλιος (2020), «Εταιρική ταυτότητα και εικόνα», 2η έκδοση, σελ. 205-250, Εκδόσεις ΚΡΙΤΙΚΗ)
Αν και η Ευρωπαϊκή Ένωση, μέσω της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, αρχικά το 1995 με την Ευρωπαϊκή Διακήρυξη για τον Αποκλεισμό και στη συνέχεια το 2001 με την έκδοση της Πράσινης Βίβλου, καθόρισε ένα ενιαίο ευρωπαϊκό πλαίσιο για την ΕΚΕ, η ενσωμάτωση της τελευταίας στην εταιρική κουλτούρα και στα επιχειρηματικά σχέδια των επιχειρήσεων, ως κομβική στρατηγική της εταιρικής διακυβέρνησης, υλοποιήθηκε στη χώρα μας από μικρό αριθμό κοινωφελών ιδρυμάτων και επιχειρήσεων, κυρίως στον τομέα του πολιτισμού. Στο υπέρτατο αγαθό της δημόσιας υγείας, μέχρι την έλευση της πανδημίας, είχαν καταγραφεί δωρεές σημαντικών ποσών μόνο από τα ιδρύματα Σ. Νιάρχου, Α. Ωνάση και Ι. Λάτση και Μ. Βαρδινογιάννη και από τον ΟΠΑΠ και την Εθνική Τράπεζα.
Οι ελλείψεις του ΕΣΥ σε κλίνες εντατικής, ιατροτεχνολογικό εξοπλισμό και αναλώσιμα έγινε ιδιαίτερα αισθητή στα χρόνια της κρίσης, αλλά κανένας πρωθυπουργός ή υπουργός υγείας δεν φάνηκε να γνωρίζει τον κομβικό ρόλο και τη σημασία της ΕΚΕ. Κανείς δεν σκέφθηκε να απευθύνει έκκληση στον επιχειρηματικό κόσμο για να συνεισφέρει στο ΕΣΥ. Μέχρι που ήρθε ο κορονοϊός για να μας προειδοποιήσει πως φτωχοί και πλούσιοι είμαστε το ίδιο εκτεθειμένοι στις θανατηφόρες προθέσεις του.
Έτσι ξαφνικά, με πρωτοβουλίες του ίδιου του πρωθυπουργού, άνοιξαν οι κρουνοί των δωρεών των επιχειρήσεων με αποκλειστικό δωρεοδόχο το ΕΣΥ. Μέχρι την έκρηξη της πανδημίας η χώρα διέθετε έναν από τους χειρότερους δείκτες αναλογίας κλινών εντατικής ανά εκατό χιλ. κατοίκους στην Ευρώπη. Με 5,5 κλίνες/100.000 κατοίκους (μέσος όρος στην Ε.Ε. 11,5/100.000), οι γιατροί καλούνταν συχνά να παίξουν τον ρόλο του Θεού για το ποιος θα ζήσει και ποιος θα πεθάνει. Μέσα σε ένα δίμηνο, με τις δωρεές καταφέραμε να ανεβάσουμε την αναλογία σε 9 κλ./100.000, ενώ το υπουργείο υγείας δεσμεύθηκε ότι σύντομα θα προσεγγίσουμε τον μέσο όρο της Ε.Ε.
Η κυβέρνηση του Κ. Μητσοτάκη έδειξε, κατά γενική ομολογία, εξαιρετικά αντανακλαστικά και ικανότητες στη διαχείριση της πανδημίας. Για πρώτη φορά είδαμε την επιστήμη να καθοδηγεί την πολιτική και την πολιτική να αντλεί αυθεντία και κύρος από την επιστήμη. Η χρονική στιγμή είναι ιδανική για τη συνέχιση αυτής της μορφής συνεργασίας, μεταξύ κράτους και επιχειρηματικού κόσμου. Γι αυτό η κυβέρνηση οφείλει να φροντίσει να διατηρήσει ζωντανό το κοινωνικό πρόσωπο των επιχειρήσεων και να πείσει τον επιχειρηματικό κόσμο πως αυτή η μορφή συνεργασίας μεταφράζεται σε σημαντικό αξιακό μέρισμα μέσα στην κοινωνία. Η ανάθεση αυτού του ρόλο σε μια Ειδική Γραμματεία, την οποία θα διευθύνει ένας γνώστης του μάρκετινγκ, με διοικητικές εμπειρίες και ικανότητες διαπραγμάτευσης, είναι ίσως ο πιο ενδεδειγμένος και αποτελεσματικός τρόπος για την υλοποίηση αυτού του σχεδίου. Η στρατηγική αξιοποίηση αυτής της συνεργασίας θα κάνει σίγουρα την μετά την πανδημία Ελλάδα πιο ανθρώπινη, πιο αλληλέγγυα και πιο φωτεινή.
*Ο Ανδρέας Μήλιος είναι διδάκτωρ του πανεπιστημίου της Φρανκφούρτης, οικονομολόγος με ειδίκευση στο μάρκετινγκ. Είναι συγγραφέας του βιβλίου «Εταιρική ταυτότητα και εικόνα» που κυκλοφόρησε πρόσφατα από τις εκδόσεις «ΚΡΙΤΙΚΗ».