«Το κόστος μιας ανθρώπινης ζωής» είναι ο τίτλος σχολίου της Handelsblatt με αφορμή τις δηλώσεις του προέδρου της γερμανικής βουλής Β. Σόιμπλε πως η άποψη ότι μπροστά στην προστασία της ανθρώπινης ζωής όλα έρχονται σε δεύτερη μοίρα δεν είναι σωστή στην απολυτότητά της. Προφανώς ο πρόεδρος της Βουλής θέλει να δείξει ότι η προστασία της υγείας και της ζωής σε καιρούς πανδημίας δεν μπορεί να είναι μονόδρομος.
H οικονομική εφημερίδα παρατηρεί: «Στην πολιτική και την κοινωνία ο υπολογισμός του κόστους μιας ανθρώπινης ζωής είναι συνήθως μια αφηρημένη διαδικασία. Σε καιρούς πανδημίας ωστόσο σταθμίζουμε τα αγαθά συχνά ψυχρά, όπως δεν θα κάναμε υπό κανονικές συνθήκες. Από τη μια θέλουμε να προστατέψουμε τους ηλικιωμένους και ευάλωτους ανθρώπους και από την άλλη να μην οδηγήσουμε στα όριά του το σύστημα υγείας. Με τι κόστος όμως; Κάθε επιπλέον εβδομάδα με κατεβασμένα ρολά προκαλεί ζημιές δισεκατομμυρίων, οι οποίες θα πλήξουν τους πάντες. Στη συζήτηση για τις οικονομικές επιπτώσεις τίθεται το δίλημμα της ζωής και του θανάτου, έστω και έμμεσα. Ένα αποδοτικό σύστημα υγείας δεν μπορεί να χρηματοδοτηθεί όταν η οικονομία έχει παραλύσει. Και δεν συνιστά μόνο ο κορωνοϊός απειλή για την υγεία, αλλά και η ανεργία ή τα ψυχολογικά προβλήματα. Η υγεία έχει και μια κοινωνική διάσταση. Ποιό είναι συνεπώς το κόστος μιας ανθρώπινης ζωής; Την απάντηση τη δίνουμε πάντα όταν παίρνουμε αποφάσεις για τη καταπολέμηση της πανδημίας. Είτε το θέλουμε, είτε όχι».
Χρήση μάσκας: Προχειρότητα στη Γερμανία, στρατηγική στο Βέλγιο
«Μέχρι πρόσφατα ακόμα και η καγκελάριος Μέρκελ τάσσονταν κατά της υποχρεωτικής χρήσης προστατευτικής μάσκας. Τελικά άκουσε τις προτάσεις των επιστημόνων», σχολιάζει η taz με τον ειρωνικό τίτλο «Ο στόχος επιτυγχάνεται και με στρατηγική» και συγκρίνει τα μέτρα προστασίας από τον κορωνοϊό σε Γερμανία και Βέλγιο. Η εφημερίδα του Βερολίνου σημειώνει: «Και ξαφνικά αποφασίστηκε η υποχρεωτική χρήση μάσκας, με ορισμένα κρατίδια να προβλέπουν τσουχτερά πρόστιμα για παραβάτες. Παρά το γεγονός ότι η χρήση μάσκας αφορά άμεσα ατομικά δικαιώματα, στη Γερμανία το ζήτημα δεν συζητήθηκε επαρκώς δημόσια.
Το γειτονικό Βέλγιο δείχνει ότι υπάρχει και διαφορετικός δρόμος. Εκεί, σε αντίθεση με τη Γερμανία, τα μέτρα περιορισμού της κυκλοφορίας χαλαρώνουν με πιο αργό ρυθμό. Οι Βέλγοι επιστρέφουν στα γραφεία στις 4 Μαΐου και τα καταστήματα ανοίγουν στις 11 Μαΐου. Η πρωθυπουργός του Βελγίου Σοφί Βίλμες ανακοίνωσε μάλιστα ότι κάθε πολίτης θα λάβει από το δημόσιο δύο μάσκες. Η βελγική στρατηγική είναι με δύο λόγια, πρώτα προστασία και έπειτα χαλάρωση. Είναι αδιανόητο γιατί δεν μπορούσε να γίνει έτσι και στη Γερμανία. Παρά τις ενστάσεις στο ίδιο το Βέλγιο για τα μέτρα της πρωθυπουργού, τουλάχιστον η Σοφί Βίλμες έχει στρατηγική. Δεν μπορούμε όμως να πούμε το ίδιο για τη καγκελάριο Μέρκελ και τους συνεργάτες της. Η Γερμανία αντιμετωπίζει όπως-όπως την κατάσταση και αφήνει το πρόβλημα στους πολίτες».
Περιττή μια θεσμοθέτηση της εργασίας εξ αποστάσεως
Η Süddeutsche Zeitung σχολιάζει με τίτλο «Περιττό» τα σχέδια του σοσιαλδημοκράτη υπουργού Εργασίας Χουμπέρτους Χάιλ για θεσμοθέτηση της εξ αποστάσεως εργασίας: «Όπου αποδείχθηκε ότι η εργασία εξ αποστάσεως λειτουργεί, οι επιχειρήσεις θα κάνουν χρήση της και μετά το τέλος της κρίσης διότι διαπίστωσαν ότι το σύστημα αποδίδει. Θα υπάρχουν σίγουρα μάνατζερ, οι οποίοι, σιωπηρά, υπολογίζουν πόσα θα γλιτώσουν από περιορισμούς χώρων εργασίας. Από τη σημερινή κατάσταση δεν προκύπτει ότι είναι απαραίτητος ένας νόμος για το δικαίωμα στην εξ αποστάσεως εργασία.
Απαραίτητος είναι ωστόσο ο εκσυγχρονισμός των ρυθμίσεων για ένα πιο ευέλικτο ωράριο εργασίας χωρίς όμως αυτό να σημαίνει ότι πρέπει να αναιρεθεί κάθε εργασιακό πλαίσιο. Το λεγόμενο home office βοήθησε πολλές οικογένειες να αντιμετωπίσουν την ξαφνική απόφαση των αρχών για κλείσιμο σχολείων και παιδικών σταθμών. Σε πολλές περιπτώσεις ωστόσο τις έφερε στα όριά τους. Πολλά ερωτήματα που τίθενται σε αυτή τη κρίση δύσκολα απαντώνται, όχι όμως το ερώτημα αν πρέπει να θεσμοθετηθεί η εργασίας εξ αποστάσεως. Ούτως άλλως οι περισσότεροι εργαζόμενοι δεν μπορούν να εργαστούν από το σπίτι τους. Ένας ενδεχόμενος νόμος δεν θα τους ωφελούσε».
Στέφανος Γεωργακόπουλος