Ερωτήματα για το πώς και πότε θα ανοίξουμε και πάλι την… πόρτα στον κόσμο και στην κανονική ζωή (ή τουλάχιστον σε μια ζωή πιο κανονική από αυτήν που ζούμε το τελευταίο διάστημα), ερωτήματα που μας απασχολούν όλους έθεσε «Το Βήμα» στην εκπρόσωπο του Παγκόσμιου Οργανισμού Υγείας (ΠΟΥ) δρα Μάργκαρετ Χάρις και έλαβε άκρως διαφωτιστικές απαντήσεις.
Η δρ Χάρις μάς μίλησε για τις στρατηγικές που πρέπει να ακολουθήσουν τα κράτη ώστε να βγουν από το ιο-τούνελ, για τις μάσκες και τα τεστ αντισωμάτων, για τα υποψήφια εμβόλια και θεραπείες, για το αν ο καλός καιρός θα σταθεί σύμμαχός μας.
Και εκείνο που τόνισε είναι ότι μιλάμε για μια πανδημία «έντονη και επιταχυνόμενη», η οποία βρίσκεται ακόμη στα «πρώτα της στάδια». Κοινώς, χρειάζεται υπομονή,, αφού η παγκόσμια «Ανάσταση» από αυτή τη σαρωτική πανδημική κατάσταση ακόμη αργεί και για να έρθει χρειάζεται, όπως θα διαβάσετε, και κόπο αλλά και τρόπο…
Επιταχυνόμενη εξάπλωση
Ποια είναι η εικόνα που διαμορφώνεται στο παγκόσμιο μέτωπο ενάντια στον SARS-CoV-2, ήταν η πρώτη μας ερώτηση στη δρα Χάρις. Οπως απάντησε, «σε παγκόσμιο επίπεδο έχουμε μια έντονη, επιταχυνόμενη πανδημία της οποίας αυτή τη στιγμή «οδηγοί» είναι οι μεγάλες επιδημίες που καταγράφονται στις ΗΠΑ και σε ορισμένες ευρωπαϊκές χώρες».
Καθώς ο ιός… πατάει γκάζι, τα κράτη προσπαθούν να του βάλουν «φρένο». Ο μισός παγκόσμιος πληθυσμός – περισσότερα από 3,9 δισεκατομμύρια άτομα – βρίσκεται σε απομόνωση εντός των σπιτιών, καθώς πολλές χώρες, συμπεριλαμβανομένης της Ελλάδας, έχουν επιβάλει «lockdown» προκειμένου να μειώσουν την εξάπλωση του SARS-CoV-2. Είναι όμως το «lockdown» αρκετό για να βγούμε από την «κορωνο-κρίση»; «Τα lockdowns προσφέρουν στις χώρες χρόνο ώστε να οργανωθούν κατάλληλα για να αντιμετωπίσουν τα επιδημικά κύματα αλλά δεν είναι αρκετά για να σταματήσει η μετάδοση του ιού. Οι στρατηγικές τις οποίες όλες οι χώρες πρέπει να ακολουθήσουν αφορούν διεξαγωγή τεστ σε κάθε ύποπτο κρούσμα του ιού και στη συνέχεια απομόνωση και στενή παρακολούθηση των ατόμων που θα επιβεβαιωθεί ότι έχουν μολυνθεί με SARS-CoV-2 αλλά και εξασφάλιση ότι θα έχουν απρόσκοπτη πρόσβαση σε νοσηλεία και θεραπεία αν εμφανίσουν σοβαρή νόσο. Επιπλέον είναι απαραίτητη η ιχνηλάτηση των επαφών των επιβεβαιωμένων κρουσμάτων. Τα άτομα αυτά πρέπει να μπαίνουν σε καραντίνα επί 14 ημέρες, να παρακολουθούνται στενά για τυχόν εμφάνιση συμπτωμάτων και να υποβάλλονται σε τεστ όταν αυτό κρίνεται σωστό. Η στενή παρακολούθηση μπορεί να συμβάλει σημαντικά και στο να σωθούν ζωές ανθρώπων που δεν νοσηλεύονται αλλά παραμένουν σπίτι με ήπια συμπτώματα και μπορεί ξαφνικά να εμφανίσουν ραγδαία επιδείνωση, καθώς θα μπορέσουν να φθάσουν εγκαίρως στο νοσοκομείο».
Στην πρώτη γραμμή
Κατά τη δρα Χάρις, υψίστης σημασίας είναι και η προστασία του ιατρικού και νοσηλευτικού προσωπικού που βρίσκεται καθημερινά στην πρώτη γραμμή της μάχης ενάντια στον ιό. «Στο υγειονομικό προσωπικό πρέπει να παρέχονται όλα τα κατάλληλα μέσα ατομικής προστασίας αλλά να του γίνεται και η κατάλληλη εκπαίδευση για τη σωστή αντιμετώπιση των κρουσμάτων του ιού. Πρέπει να υπάρχουν και εφεδρικές ομάδες γιατρών και νοσηλευτών ώστε να μην εξαντλείται το προσωπικό. Ακρως σημαντικός είναι και ο παράγοντας της περιβαλλοντικής υγιεινής∙ τα κράτη οφείλουν να εξασφαλίζουν ότι υπάρχουν ομάδες κατάλληλα εκπαιδευμένου και προστατευμένου με όλα τα μέσα προσωπικού καθαριότητας εντός και εκτός νοσοκομείων».
Τα διαγνωστικά τεστ για τον ιό, τα οποία, σύμφωνα με την εκπρόσωπο του ΠΟΥ, είναι ένας από τους «πυλώνες» για την έξοδό μας από την πανδημία, αποτελούν μια «πονεμένη ιστορία» σε ό,τι αφορά την επάρκειά τους σε πολλές χώρες. Οταν οι αριθμοί… δεν βγαίνουν, ποια τακτική πρέπει να ακολουθείται; «Αν ο αριθμός των πιθανών κρουσμάτων ξεπερνά τη διαγνωστική ικανότητα σε μια χώρα, ο ΠΟΥ συστήνει στοχευμένα τεστ σε ευάλωτες ομάδες όπως το υγειονομικό προσωπικό, τα άτομα σε ιδρύματα όπου υπάρχει πιθανό ξέσπασμα κρουσμάτων, π.χ. οίκοι ευγηρίας ή φυλακές, καθώς και σε άτομα που αντιμετωπίζουν αυξημένες πιθανότητες να νοσήσουν σοβαρά, όπως άτομα μεγάλης ηλικίας ή με υποκείμενα νοσήματα».
Τεστ αντισωμάτων
Και μια και βρισκόμαστε στον αστερισμό των τεστ, πολλή συζήτηση γίνεται το τελευταίο διάστημα σχετικά με τα τεστ αντισωμάτων τα οποία αναμένεται να αποτελέσουν το «διαβατήριο» προς τον έξω κόσμο, καθώς θα δείχνουν ποια άτομα στην κοινότητα έχουν περάσει τη νόσο και έχουν αναπτύξει αντισώματα εναντίον της, οπότε θα είναι προστατευμένα, τουλάχιστον για ένα διάστημα. Ποιο είναι αυτό το διάστημα κανένας δεν ξέρει βέβαια με σιγουριά – στοιχεία από προηγούμενη εμπειρία με κορωνοϊούς μαρτυρούν ότι μπορεί να κυμαίνεται γύρω στο έτος, γεγονός σημαντικό, αφού θα μας χαρίσει χρόνο έως ότου οι επιστήμονες βρουν τις κατάλληλες θεραπείες και αναπτύξουν εμβόλια για να αντιμετωπίσουμε το επόμενο κορωνο-κύμα. Ωστόσο υπάρχει ανησυχία για την ακρίβεια των τεστ αντισωμάτων – φανταστείτε τι μπορεί να σημάνει, για παράδειγμα, ένα ψευδώς θετικό τεστ το οποίο θα οδηγήσει σε έξοδο στον κόσμο ένα άτομο που πιστεύει ότι έχει ανοσία ενώ στην πραγματικότητα δεν έχει. Τι πιστεύει ο ΠΟΥ για το «καυτό» αυτό ζήτημα; «Ο ΠΟΥ χαιρετίζει και ενθαρρύνει τις προσπάθειες ανάπτυξης ορολογικών δοκιμασιών για την COVID-19. Αυτή τη στιγμή παράγονται τεστ σε διαφορετικές πλατφόρμες από πολλούς παρασκευαστές ενώ δεν έχει διεξαχθεί ακόμη αξιολόγηση των υπαρχόντων τεστ. Ο ΠΟΥ εργάζεται μαζί με εταίρους καθώς και με το διεθνές δίκτυο εργαστηρίων του για την αξιολόγηση των υπαρχόντων τεστ τόσο για διαγνωστικούς όσο και για ερευνητικούς σκοπούς» είπε η δρ Χάρις. Προσέθεσε ότι «η ταχύτητα ανάπτυξης μοριακών και ορολογικών τεστ κατά την πανδημία του SARS-CoV-2 είναι αξιοσημείωτη. Αυτό κατέστη δυνατό χάρη στην ταχεία δημοσιοποίηση της γενετικής αλληλουχίας του νέου κορωνοϊού στις πλατφόρμες ανοιχτής πρόσβασης». Και αυτή η ταχύτητα ελπίζουμε ότι θα χαρίσει και σύντομα αξιόπιστα τεστ αντισωμάτων που θα βοηθήσουν ώστε να επέλθει σταδιακά το τέλος του εγκλεισμού.
Ερωτήματα και κλινικές δοκιμές
Αναζητώντας «συμμάχους» για το πολυπόθητο αυτό τέλος στην απομόνωση, κάποιοι αναφέρουν ότι ένας τέτοιος μπορεί να είναι ο καλός καιρός που νομοτελειακά θα εμφανιστεί στο βόρειο ημισφαίριο. Το καλοκαίρι λοιπόν θα ηρεμήσουμε; «Δεν υπάρχουν σαφείς ενδείξεις για κάτι τέτοιο. Αντιθέτως, έχουν καταγραφεί μεγάλες επιδημίες του ιού σε χώρες του νότιου ημισφαιρίου που περνούσαν μέχρι τώρα το δικό τους καλοκαίρι».
Τελικώς, αφού ούτε με τον καλό μας τον καιρό φαίνεται να ηρεμούμε, πότε τελικώς θα μπορέσουμε να αποχαιρετίσουμε έστω το πρώτο κύμα της πανδημίας; Οπως σημείωσε η δρ Χάρις, το μόνο που φαίνεται να γνωρίζουμε είναι ότι… δεν γνωρίζουμε. «Είναι άγνωστο σε αυτή τη φάση πότε θα τελειώσει η πανδημία, καθώς βρισκόμαστε ακόμη στα πρώτα στάδια του ξεσπάσματος. Δεν μπορούμε να κάνουμε προβλέψεις, αλλά αυτό που μπορούμε να πούμε είναι ότι η πορεία της πανδημίας θα προσδιοριστεί από τις δράσεις των κρατών».
Και βέβαια θα προσδιοριστεί και από το πόσο σύντομα θα μας χαρίσει η επιστήμη τα «όπλα», προληπτικά αλλά και κατασταλτικά, ώστε να νικήσουμε τον ιό. Ποια είναι τα νέα από το καθοριστικό μέτωπο των εμβολίων και των θεραπειών; «Μέχρι σήμερα ο ΠΟΥ έχει δεχθεί αιτήσεις για αξιολόγηση 40 διαφορετικών διαγνωστικών τεστ, ενώ δεκάδες εμβόλια βρίσκονται στο στάδιο ανάπτυξης και πολλές κλινικές δοκιμές θεραπειών είναι σε εξέλιξη. Σε λίγες εβδομάδες αναμένουμε τα πρώτα αποτελέσματα αυτών των προσπαθειών. Σε ό,τι αφορά συγκεκριμένα τα εμβόλια, 67 βρίσκονται σε φάση προκλινικών δοκιμών ενώ τρία βρίσκονται σε κλινικές δοκιμές: πρόκειται για ένα κινεζικό εμβόλιο που περιέχει αδρανοποιημένο ιό και βρίσκεται σε κλινική δοκιμή φάσης Ι και ΙΙ, ένα DNA εμβόλιο αμερικανικής εταιρείας που βρίσκεται σε δοκιμή φάσης Ι, καθώς και ένα RNA εμβόλιο που αναπτύσσεται από το Εθνικό Ινστιτούτο για τις Αλλεργίες και τα Μεταδοτικά Νοσήματα των ΗΠΑ σε συνεργασία με αμερικανική εταιρεία και βρίσκεται επίσης σε φάση δοκιμών Ι. Συνεργαζόμαστε στενά με εταίρους και δωρητές, συμπεριλαμβανομένων της Παγκόσμιας Τράπεζας, του CEPI (σ.σ.: Συνασπισμός για Καινοτομίες Επιδημιολογικής Ετοιμότητας) και άλλων φορέων με στόχο την επένδυση στην ανάπτυξη εμβολίων».
Αναζήτηση αποτελεσματικών θεραπειών
Τα εμβόλια όμως θα αργήσουν, όπως επισημαίνουν όλοι οι ειδικοί – παρότι οι διαδικασίες ανάπτυξής τους γίνονται πραγματικά σε ρυθμούς ρεκόρ που όμοιούς τους δεν έχουμε ξαναδεί -, οπότε το βάρος στο άμεσο μέλλον θα πέσει στις αποτελεσματικές θεραπείες. Ποιες θεραπείες φαίνονται μέχρι στιγμής πιο υποσχόμενες; «Δεν υπάρχουν φαρμακευτικά προϊόντα τα οποία να έχουν αποδειχθεί έως τώρα ασφαλή και αποτελεσματικά για τη θεραπεία της COVID-19» τόνισε η δρ Χάρις και συμπλήρωσε: «Ωστόσο φάρμακα μελετώνται ως πιθανές θεραπείες, πολλά εκ των οποίων αξιολογούνται ήδη ή θα μελετηθούν σύντομα σε κλινικές δοκιμές, συμπεριλαμβανομένης της δοκιμής Solidarity που επιχορηγείται από τον ΠΟΥ και δεκάδες κράτη. Ως ετούτη τη στιγμή περισσότερες από 90 χώρες συμμετέχουν στη δοκιμή και περισσότεροι από 200 ασθενείς έχουν εισαχθεί σε αυτήν. Κάθε νέος ασθενής που εισάγεται στις δοκιμές μάς φέρνει ένα βήμα πιο κοντά στο να βρούμε αποτελεσματικές θεραπείες».
Σημειώνεται ότι στο πλαίσιο της Solidarity δοκιμάζονται τέσσερις διαφορετικές θεραπείες: το remdesivir που είχε δοκιμαστεί στο παρελθόν ως θεραπεία για τον ιό Εμπολα, ο συνδυασμός λοπιναβίρης/ριτοναβίρης που αποτελεί εγκεκριμένη θεραπεία για τον ιό HIV του ΑΙDS – βέβαια, παρότι πρώιμα στοιχεία από πειράματα στο εργαστήριο σχετικά με αυτή τη θεραπεία ήταν αισιόδοξα, οι μέχρι στιγμής μελέτες σε ασθενείς με COVID-19 έχουν δώσει ασαφή αποτελέσματα -, η ιντερφερόνη β-1 που χρησιμοποιείται ενάντια στην πολλαπλή σκλήρυνση, καθώς και η χλωροκίνη και η υδροξυχλωροκίνη, δύο ουσίες «συγγενείς» εκ των οποίων η πρώτη χρησιμοποιείται ενάντια στην ελονοσία και η δεύτερη ενάντια σε ρευματικά νοσήματα. Μικρές μελέτες σε Κίνα και Γαλλία έχουν προσφέρει ενδείξεις για πιθανά οφέλη από τη χρήση χλωροκίνης ενάντια στην πνευμονία που προκαλείται από τον νέο κορωνοϊό, ωστόσο, σύμφωνα με τον ΠΟΥ, απαιτείται επιβεβαίωση των πρώτων ευρημάτων μέσω τυχαιοποιημένων κλινικών δοκιμών. «Ηδη σε πολλές χώρες, ελλείψει αποδεδειγμένης αποτελεσματικής θεραπείας, οι γιατροί χορηγούν σε ασθενείς εγκεκριμένες θεραπείες, που δεν έχουν όμως ένδειξη για τη συγκεκριμένη νόσο – off label χρήση. Η απόφαση για χορήγηση σε ασθενή μιας μη αποδεδειγμένα αποτελεσματικής ή πειραματικής θεραπείας λαμβάνεται από τον ίδιο τον ασθενή και τον θεράποντα ιατρό του αλλά πρέπει να συμμορφώνεται με την εκάστοτε εθνική νομοθεσία» υπογράμμισε η δρ Χάρις.
Προσοχή στα fake news!
Η εκπρόσωπος του ΠΟΥ έκρουσε επίσης «τον κώδωνα του κινδύνου» σχετικά με έναν αυξανόμενο αριθμό πλαστών ιατρικών προϊόντων που ισχυρίζονται ότι προλαμβάνουν, ανιχνεύουν ή θεραπεύουν την COVID-19. «Οπως δήλωσε και ο γενικός διευθυντής του ΠΟΥ Τέντρος Αντανόμ Γκεμπρεγέσους, καλούμε τον πληθυσμό και τις χώρες να μη χρησιμοποιούν θεραπευτικά μέσα τα οποία δεν έχει αποδειχθεί ότι είναι αποτελεσματικά ενάντια στην COVID-19. Η ιστορία της Ιατρικής είναι γεμάτη παραδείγματα φαρμάκων που ήταν αποτελεσματικά στον δοκιμαστικό σωλήνα αλλά δεν είχαν αποτέλεσμα ή ήταν ακόμα και επιβλαβή για τον άνθρωπο. Πρέπει να ακολουθούμε τα στοιχεία. Δεν μπορούμε να κάνουμε παράκαμψη. Και πρέπει επίσης να διασφαλίσουμε πως η χρήση μη αποδεδειγμένα αποτελεσματικών φαρμάκων για την COVID-19 δεν προκαλεί έλλειψη αυτών των φαρμάκων σε ό,τι αφορά τη θεραπεία νόσων στις οποίες έχει αποδειχθεί πως έχουν αποτέλεσμα».
Οπως προκύπτει από τα λεγόμενα της δρος Χάρις, ο δρόμος είναι ακόμη μακρός μπροστά μας ώστε να αφήσουμε την πανδημία πίσω μας. Και μπορεί σε χώρες όπως η δική μας να επικρατεί (δικαιολογημένη με βάση τα στοιχεία) αισιοδοξία, καθώς τα πράγματα φαίνεται να πηγαίνουν καλύτερα από ό,τι σε άλλες χώρες στη μάχη με τον ιό, ωστόσο δεν πρέπει να ξεχνάμε πως αποτελούμε μέρος του παγκόσμιου χωριού που είναι ο πλανήτης μας. Αλλωστε όταν τον περασμένο Ιανουάριο ο SARS-CoV-2 πρωτομπήκε ως έννοια στη ζωή μας, πιστεύαμε ότι αποτελεί κινεζικό πρόβλημα. Είδαμε όμως όλοι τι προκάλεσε το πρώτο εκείνο κρούσμα στη μακρινή Κίνα…
«Οχι στη γενικευμένη χρήση μάσκας»
Τελικά πρέπει να φοράμε όλοι μάσκες για την προστασία μας από τον νέο κορωνοϊό ή όχι; Η σύσταση του ΠΟΥ διά στόματος της δρος Χάρις είναι χρήση μάσκας από συγκεκριμένες ομάδες του πληθυσμού. «Συστήνουμε, καθώς το απόθεμα μασκών είναι περιορισμένο, κατ’ αρχάς να χρησιμοποιείται από το υγειονομικό προσωπικό το οποίο εργάζεται νυχθημερόν για να σώζει ζωές. Στον γενικό πληθυσμό συστήνουμε τη χρήση μάσκας από άτομα που εμφανίζουν συμπτώματα ή φροντίζουν στο σπίτι ασθενή με COVID-19. Αν κάποιος φορά μάσκα, πρέπει να τη χρησιμοποιεί σωστά και με ασφάλεια, διότι διαφορετικά μπορεί να αυξήσει τον κίνδυνο μόλυνσης με τον ιό. Τέλος, ενθαρρύνουμε τις χώρες που εξετάζουν τη χρήση μάσκας από τον γενικό πληθυσμό να μελετήσουν την αποτελεσματικότητα αυτού του μέτρου ώστε να διδαχθούμε όλοι από τη δική τους εμπειρία». Η χρήση μάσκας όμως δεν είναι αρκετή για να σταματήσει την πανδημία, ανέφερε η δρ Χάρις. «Οπως δήλωσε και ο γενικός διευθυντής του ΠΟΥ, όλες οι χώρες πρέπει να συνεχίσουν να εντοπίζουν, να κάνουν τεστ, να απομονώνουν και να θεραπεύουν κάθε κρούσμα, καθώς και να ιχνηλατούν κάθε επαφή του. Με μάσκα ή χωρίς, υπάρχουν αποδεδειγμένες κινήσεις που όλοι μας μπορούμε να κάνουμε για να προστατεύσουμε τον εαυτό μας και τους άλλους – να κρατάμε αποστάσεις, να πλένουμε τα χέρια μας, να βήχουμε ή να φταρνιζόμαστε στο εσωτερικό του αγκώνα μας και να αποφεύγουμε να αγγίζουμε το πρόσωπό μας».