Στις επιστημονικές αβεβαιότητες που υπάρχουν γύρω από τον κοροναϊό αλλά και στο ρίσκο που ενέχει η αποκλιμάκωση των μέτρων αναφέρθηκε ο Ηλίας Μόσιαλος.
Η κ. Μόσιαλος σε μία μακροσκελή ανάρτησή του στο Facebook αναρωτιέται εάν μπορεί να ποσοτικοποιηθεί το ρίσκο της αποκλιμάκωσης των μέτρων.
Αναφέρεται στα αναπάντητα ερωτήματα που υπάρχουν, τέσσερις μήνες μετά την εμφάνιση της νόσου στην Κίνα, όπως στην πραγματικά ποσοστά θνητότητας, στον αριθμό των ατόμων που έχουν μολυνθεί αλλά και στα τεστ ανίχνευσης αντισωμάτων.
Μιλάει επίσης για τους ασυπτωματικούς φορείς του ιού, τη διάρκεια της ανοσίας ενώ αναφέρεται και στο αν θα υπάρξει μετάλλαξη του ιού.
Διαβάστε ολόκληρη την ανάρτηση του Ηλία Μόσιαλου:
«Μπορεί να ποσοτικοποιηθεί το ρίσκο της αποκλιμάκωσης των μέτρων;
Παρά τις ταχύρρυθμες και εντεταμένες προσπάθειες των επιστημόνων σε όλο τον κόσμο, υπάρχουν ακόμα παράμετροι αναφορικά με τον κορωνοϊό SARS-COV-2 που δεν έχουμε ακόμα αρκετά στοιχεία για να αποφανθούμε. Αυτές οι επιστημονικές αβεβαιότητες που προκύπτουν από την έλλειψη γνώσης της νόσου COVID-19, είναι που δυσχεραίνουν τον υπολογισμό του ρίσκου της σταδιακής άρσης των μέτρων.
Τέσσερις μήνες μετά την εμφάνιση της νόσου στη Wuhan, ας δούμε μερικά από τα σημαντικά αναπάντητα ερωτήματα, των οποίων η απάντηση ενέχει συνεπειών στον υπολογισμό του ρίσκου.
1. Πόσα άτομα έχουν μολυνθεί και ποια είναι η πραγματική θνητότητα της νόσου;
Είναι ένα από τα πιο βασικά και πιο κρίσιμα ερωτήματα. Υπήρξαν εκατομύρια επιβεβαιωμένες περιπτώσεις σε όλο τον κόσμο, αλλά αυτό είναι μόνο ένα κλάσμα του συνολικού αριθμού λοιμώξεων, με τα στοιχεία να μπερδεύονται επιπλέον από έναν άγνωστο αριθμό ασυμπτωματικών περιπτώσεων.
Τα αξιόπιστα τεστ ανίχνευσης αντισωμάτων θα μας επιτρέψουν να επιβεβαιώσουμε ποιος έχει νοσήσει από τον ιό και να κάνουμε επιδημιολογικές αναλύσεις. Δηλαδή, ένα τεστ που εντοπίζει την παρουσία αντισωμάτων στο αίμα ενός ατόμου, διαφέρει σημαντικά από τη μοριακή εξέταση που χρησιμοποιείται. Το μεν δείχνει ότι ένα άτομο έχει αναπτύξει αντισώματα στον ιό SARS-CoV-2, πράγμα που σημαίνει ότι έχει νοσήσει ή έχει ήδη αναρρώσει. Το δεύτερο ανιχνεύει την παρουσία γενετικού υλικού του ιού, και αποτελεί οριστικό δείκτη ότι ο εξεταζόμενος έχει ενεργή λοίμωξη κατά τη λήψη του δείγματος που αναλύθηκε.
Γνωρίζουμε από εκτιμήσεις του πανεπιστημίου Ιmperial College London, πως το ποσοστό μπορεί να είναι πολύ υψηλό σε χώρες όπως η Ιταλία και η Ισπανία (9,8% και 15%, αντίστοιχα). Στο κρουαζιερόπλοιο «Diamond Princess» το ποσοστό έφτασε το 17% και το ποσοστό της θνητότητάς το 1,2%. Σε μελέτες σε μικρές περιοχές που επλήγησαν από την πανδημία, όπως στη γερμανική πόλη Gangelt, το ποσοστό της διασποράς έφτασε το 15% και το ποσοστό θνητότητας το 0,37%, ενώ άλλη μελέτη έδωσε ποσοστό θνητότητας 0,1-0,3% στη Santa Clara της California. Χρειαζόμαστε λοιπόν περισσότερα δεδομένα.
Πρέπει να διαπιστώσουμε την πραγματική θνητότητα στο σύνολο όσων έχουν προσβληθεί και όχι στο σύνολο των επιβεβαιωμένων κρουσμάτων. H θνητότητα στις περισσότερες χώρες φαίνεται να υπερβαίνει το 1% ενώ είναι πολύ πιθανό να είναι μικρότερη. Εάν όμως γνωρίζαμε πόσο μικρότερη είναι, αυτό θα βοηθούσε να βελτιστοποιήσουμε τους χειρισμούς αποκλιμάκωσης. Παράλληλα θα μας έδινε και ενδείξεις της πιθανής πίεσης στο σύστημα υγείας για τους επόμενους μήνες. Γνωρίζουμε πως η Γερμανία, η Φινλανδία, η Ελβετία και οι ΗΠΑ κάνουν αντίστοιχες ενδελεχείς μελέτες για τη διασπορά και θα έχουμε σύντομα τα αποτελέσματα.
2. Ποιος είναι πιο ευπαθής στην ασθένεια;
Η κατανόηση του τρόπου με τον οποίο το φύλο, η φυλή και οι συννοσηρότητες επηρεάζουν αυτό είναι μελέτες που βρίσκονται σε εξέλιξη. Γνωρίζουμε όμως ότι οι ηλικιωμένοι διατρέχουν πολύ μεγαλύτερο κίνδυνο τόσο σοβαρής ασθένειας όσο και θανάτου.
3. Γιατί μερικοί άνθρωποι έχουν πολύ πιο σοβαρά συμπτώματα;
Η νόσος Covid-19 είναι μια ήπια λοίμωξη για τους περισσότερους, ωστόσο, κάποιο ποσοστό αναπτύσσει σοβαρή ασθένεια. Η κατάσταση του ανοσοποιητικού συστήματος ενός ατόμου είναι μέρος του προβλήματος. Ίσως και να υπάρχουν και γενετικοί παράγοντες που η κατανόησή τους θα μπορούσε να οδηγήσει σε τρόπους πρόληψης των ατόμων που χρειάζονται εντατική φροντίδα.
4. Ποια συμπτώματα υποδεικνύουν ότι πρέπει να κάνει κάποιος τεστ;
Ορισμένες χώρες θεωρούν τη θερμοκρασία του σώματος ως αρχικό στάδιο διάγνωσης. Αυτό βοηθά να αναγνωρίσουμε πιθανές περιπτώσεις και θα μπορούσαμε να το χρησιμοποιήσουμε σε αεροδρόμια και μεγάλες συγκεντρώσεις. Για άλλους ανθρώπους το πρώτο στάδιο είναι η ανοσμία. Πρέπει όμως να στοχεύσουμε τα τεστ που έχουμε στους ανθρώπους που απειλούνται περισσότερο εάν μολυνθούν, καθώς δεν έχουμε ακόμα επάρκεια τεστ για όλους.
5. Πως γίνεται η μετάδοση του ιού από τους ασυμπτωματικούς φορείς;
Τα ασυμπτωματικά κρούσματα έχουν θέσει ακόμα αναπάντητα ερωτήματα για την μετάδοση και τη συμπτωματολογία του ιού. Ασυμπτωματικά θεωρούμε τα εργαστηριακά επιβεβαιωμένα κρούσματα όπου τα μολυσμένα με COVID-19 άτομα, δεν εμφανίζουν συμπτώματα.
Η κλασική συμπτωματική μετάδοση αναφέρεται στη μετάδοση από ένα άτομο που βιώνει συμπτώματα. Έχουν αναφερθεί επίσης περιπτώσεις όπου ορισμένα άτομα μπορούν να μεταδώσουν τον ιό στην περίοδο επώασης, δηλαδή τον χρόνο μεταξύ έκθεσης στον ιό και έναρξης των συμπτωμάτων, που είναι επίσης γνωστή ως ‘προ-συμπτωματική’ περίοδος.
Τα υπολογιστικά μοντέλα δείχνουν ότι εάν υπάρχουν πολλοί άνθρωποι που είναι ασυμπτωματικοί αλλά μολυσματικοί, είναι πολύ πιο δύσκολο να γίνει αποκλιμάκωση χωρίς αναζωπύρωση.
Υπάρχει διαφωνία σχετικά με το πόση διασπορά προέρχεται από ασυμπτωματικούς ή προσυμπτωματικούς, αλλά γνωρίζουμε ότι πολλοί άνθρωποι με τον ιό δεν αναφέρουν συμπτώματα και κάποιοι από αυτούς ενδέχεται να τον μεταδώσουν. Τους επόμενους μήνες οι μετα-αναλύσεις θα βοηθήσουν στην εξαγωγή σαφέστερων συμπερασμάτων.
6. Πόσο διαρκεί η ανοσία;
Οι ασθενείς που αναρρώνουν αφού καταπολεμήσουν με επιτυχία έναν ιό, μετά την ανοσοαπόκριση κανονικά δημιουργούν και ανοσία. Όμως, καθώς η ασθένεια μελετάται για λίγους μόνο μήνες, υπάρχει έλλειψη μακροπρόθεσμων δεδομένων.
Μέχρι στιγμής, οι περισσότεροι ερευνητές που έχουν μελετήσει κορωνοϊούς που σχετίζονται με τον SARS-CoV-2, συμπεριλαμβανομένων του SARS, του MERS και του κοινού κρυολογήματος, είναι πεπεισμένοι ότι οι άνθρωποι που αναρρώνουν κερδίζουν κάποια ανοσία στον νέο ιό, με βάση παλιότερες μελέτες και αναφορές κλινικών περιπτώσεων (γράφημα).
Τώρα οι ερευνητές παγκοσμίως προσπαθούν να προσδιορίσουν τα επίπεδα αντισωμάτων που απαιτούνται για τη δημιουργία προστατευτικής ανοσίας έναντι του SARS-COV-2, πως η σοβαρότητα της λοίμωξης επηρεάζει τη δύναμη αυτής της ανοσίας και και πόσο καιρό το ανοσοποιητικό σύστημα μπορεί να διατηρήσει την άμυνά του έναντι του COVID-19. Δεν ξέρουν όμως ακόμα αν και αν η ανοσία θα διαρκέσει μερικούς μήνες, ένα χρόνο ή εάν θα είναι ισόβια.
Πολλά επίσης θα εξαρτηθούν από το πόσο ευαίσθητα και συγκεκριμένα είναι τα διάφορα τεστ αντισωμάτων και αν μπορούν να αποφύγουν ψευδείς θετικές διαγνώσεις λόγω ομοιότητας των αντισωμάτων σε σχετικούς ιούς. Η διάρκεια της ανοσίας είναι εξαιρετικά σημαντική όχι μόνο για να υπολογιστεί η έκταση της ανοσίας τής αγέλης, αλλά ώστε να υπάρξει σταδιακή επιστροφή στον κοινωνικό και εργασιακό ιστό με ασφάλεια.
7. Γνωρίζουμε εάν ο ιός θα μεταλλαχθεί;
Οι ιοί μεταλλάσσονται συνεχώς, αλλά οι περισσότερες τροποποιήσεις στον γενετικό τους κώδικα δεν επιφέρουν σημαντική διαφορά στη δομή τους. Η πραγματική ανησυχία μας έγκειται στο εάν ο ιός μεταλλαχθεί τόσο, ώστε το εμβόλιο να μην λειτουργεί.
8. Η ασθένεια εξαρτάται από την εποχή ή από τον καιρό και κατά πόσο θα υπάρξουν λιγότερες περιπτώσεις το καλοκαίρι;
Σχεδόν όλοι οι αναπνευστικοί ιοί (μια ομάδα που περιλαμβάνει τον SARS-COV-2) είναι εποχικοί. Τα κρυολογήματα και η γρίπη είναι πιο συνηθισμένα στους χειμερινούς μήνες από ότι το καλοκαίρι, αλλά δεν είναι ακόμη γνωστό αν ο θερμότερος καιρός θα αλλάξει το ρυθμό της εξάπλωσης του ιού και εάν δηλαδή θα υπάρξουν εποχιακές επιπτώσεις. Από τα μέχρι στιγμής στοιχεία, ο ιός SARS-COV-2 μπορεί να μεταδοθεί σε όλες τις περιοχές, συμπεριλαμβανομένων των ζωνών με ζεστό και υγρό κλίμα.
9. Πως μπορούμε να περιορίσουμε τις αβεβαιότητες και να μειώσουμε το ρίσκο;
Αυτό θα γίνει με το να εντοπίσουμε σε ποιες πληθυσμιακές ομάδες η θνητότητα είναι πολύ υψηλή. Προσδιορίζοντας το πρόβλημα θα μπορέσουμε να μειώσουμε το ρίσκο για συγκεκριμένες κατηγορίες πολιτών, ενώ παράλληλα, άλλες κατηγορίες στις οποίες η θνητότητα είναι εξαιρετικά μικρή θα μπορούν σταδιακά να επανέρχονται στην εργασία τους. Αν μπορέσουμε να προστατεύουμε τις ευπαθείς ομάδες του πληθυσμού, τότε θα περιορίσουμε κατά πολύ το πρόβλημα.
Πρακτικά αυτό σημαίνει ότι όσοι ανήκουν σε αυτές τις ομάδες πρέπει να συνεχίζουν να εργάζονται από το σπίτι, χωρίς αυτό να σημαίνει ότι θα είναι αποκλεισμένοι στο σπίτι. Θα πρέπει όμως να προσέχουν πολύ περισσότερο.
10. Σημαίνει όμως αυτό πως όλοι οι υπόλοιποι μπορούμε να επιστρέψουμε στην εργασία και στις συνήθειές μας χωρίς να υπάρχει κανένα πρόβλημα;
Θα πρέπει να συνεχίσουμε να τηρούμε τους κανόνες φυσικής απόστασης και υγιεινής. Κατά δεύτερον, πρέπει να εξασφαλίσουμε για τις ευπαθείς ομάδες και τους ηλικιωμένους βοήθεια στο σπίτι, φαρμακευτική αγωγή και πρόσβαση σε ασφαλές περιβάλλον μέσα στο σύστημα υγείας. Είναι αναγκαίο επίσης να έχουμε συγκεκριμένες οδηγίες συγκατοίκησης όταν υπάρχει άτομο που ανήκει στις ευπαθείς ομάδες μέσα στις οικογένειες. Παράλληλα οι επιχειρήσεις πρέπει να διαμορφώνουν ασφαλές περιβάλλον εργασίας.
Η αποκλιμάκωση θα πρέπει να γίνει σε στάδια, έτσι ώστε να μπορούμε να μετράμε σε κάθε στάδιο τις επιπτώσεις του προηγούμενου. Δηλαδή, εάν η αύξηση των εισαγωγών στα νοσοκομεία και στις ΜΕΘ είναι μικρή, τότε μπορούμε να προχωράμε με εμπιστοσύνη στο μέτρο που αποσύρθηκε. Εάν είναι μεγάλη και δημιουργεί πίεση στο σύστημα υγείας, τότε το μέτρο που αποκλιμακώθηκε μπορεί να επανέλθει και έναντι αυτού να δοκιμαστεί κάποιο άλλο».