Μιλώντας για πρωτόγνωρη κρίση και την πρόκληση της αντιμετώπισής της, η Ελλάδα θα βρεθεί πολύ σύντομα αντιμέτωπη με ένα σκηνικό εφιαλτικό.
Η πρώτη φάση της επιτυχούς διαχείρισης της πανδημικής κρίσης, ακολουθείται από την αγωνία για τις οικονομικές της επιπτώσεις και την αγωνιώδη αναζήτηση εφικτών, ρεαλιστικών και αποδοτικών λύσεων, προκειμένου να μην επέλθει η κατάρρευση και η είσοδος της χώρας σε μία περιδίνιση δίχως προηγούμενο και με άγνωστη κατάληξη.
Τα όσα είχαν προηγηθεί τα προηγούμενα χρόνια, βρίσκουν δυστυχώς την Ελλάδα σε συνθήκες εξαιρετικά εύθραυστης ισορροπίας, ακόμη και αν υπήρχαν όροι κανονικότητας.
Στοιχεία ανάκαμψης είχαν αρχίσει να παρουσιάζονται, πλην όμως εξανεμίστηκαν ήδη και όλα δείχνουν πως το κοντέρ όχι απλώς μηδενίζει, αλλά μάλλον δεν μπορεί πλέον να καταγράψει τα όσα συμβαίνουν.
Όσο θα συνεχίζεται η αναζήτηση εργαλείων και μέσων για την διαχείριση της οικονομικής κρίσης, θα προβάλλει αναγκαία και πιεστική η ανάγκη γενναίων και αντισυμβατικών αποφάσεων σε όλα τα επίπεδα.
Η πρώτη φάση της καταγραφής των οικονομικών απωλειών θα πρέπει να προχωρήσει, ταυτόχρονα όμως να λαμβάνονται και μέτρα για την σωτηρία επιχειρήσεων, νοικοκυριών, θέσεων εργασίας, ολόκληρων κλάδων της οικονομίας, ούτως ώστε όταν έλθει η περίοδος της κανονικότητας, όποτε έλθει, να υπάρχει ένας στοιχειωδώς λειουργικός ιστός για την διασφάλιση της παραγωγικής και οικονομικής δραστηριότητας. Εν τέλει για την διασφάλιση της κοινωνικής συνοχής και της κοινωνικής ειρήνης.
Το έργο είναι τιτάνιο και ίσως δεν έχει γίνει από όλους αντιληπτή η πραγματική του διάσταση. Όσο μιλούμε για «επανεκκίνηση» της οικονομίας, θα πρέπει να αναλογιζόμαστε πώς αυτή νοείται.
Τι δραστηριότητα θα είναι δυνατόν να επανεκκινήσει, για πόσο και με ποιους όρους; Πρέπει να γίνει σαφές ότι τίποτε από όλα αυτά δεν είναι ξεκαθαρισμένο αυτήν την στιγμή και σχεδόν για τίποτε δεν είναι εφικτό να γίνει επανασχεδιασμός.
Θα πρέπει να δούμε μόλις έχει περάσει το πρώτο κύμα της υγειονομικής κρίσης, τι θα στέκεται όρθιο μέσα στα ερείπια που αυτή ήδη θα έχει αφήσει στην οικονομία. Πόσες επιχειρήσεις θα είναι σε θέση να επαναλειτουργήσουν, με πόσες θέσες εργασίας, πόσες θα είναι βιώσιμες και πόσες θα έχουν την πολυτέλεια στο ενδεχόμενο ενός δεύτερου κύματος, να ξαναμπούν σε αυτόν τον κύκλο διακοπής της λειουργίας τους, επαναλειτουργίας, κ.ο.κ.
Πέραν αυτού, θα πρέπει να γίνει μία αξιολόγηση των συνθηκών, με βάση τον ρεαλιστικό χρόνο για την όποια επανεκκίνηση.
Για παράδειγμα, όταν μιλάμε για τον τουρισμό και τις λοιπές καθημαγμένες δραστηριότητες, πότε νομίζουμε ότι θα ανακάμψουν, όσο όλοι είναι όμηροι της ανυπαρξίας θεραπείας ή εμβολίου. Υπό την αίρεση ότι θα υπάρξουν ευχάριστες εξελίξεις στο πεδίο της έρευνας, πρέπει να είναι σαφές ότι και το πρώτο εξάμηνο του επόμενου έτους θα είναι μία οικονομική και κοινωνική κόλαση.
Αρκεί να έχουμε υπόψη δύο και μόνο στοιχεία. Οι κλάδοι τουρισμού, εστίασης, μεταφορών και ψυχαγωγίας αντιπροσωπεύουν συνολικά περίπου το 30% του ελληνικού ΑΕΠ και απασχολούν μαζί με τους συναφείς κλάδους σχεδόν το 40% του εργατικού δυναμικού της χώρας. Καταλαβαίνει κάποιος από αυτά τι συνθήκη θα διαμορφωθεί έως ότου βρεθεί φάρμακο/εμβόλιο και τι θα σημάνει μία παράταση της περιόδου υγειονομικής αβεβαιότητας.
Υπό αυτές τις συνθήκες, το σχέδιο της επόμενης ημέρας, πρέπει μάλλον να αντιμετωπιστεί ως σχέδιο για το σήμερα. Θα απαιτήσει όχι μόνο μέτρα στήριξης, ενίσχυσης, διευκόλυνσης, αλλά ενδεχομένως και γενναίες αναδιαρθρώσεις στο παραγωγικό μοντέλο της χώρας.