Η αμήχανη εικόνα της Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν και του Σαρλ Μισέλ στην άδεια αίθουσα των συνεντεύξεων Τύπου στο κτίριο Justus Lipsius μάλλον ταίριαζε στο αποτέλεσμα της τέταρτης τηλεδιάσκεψης των αρχηγών κρατών και κυβερνήσεων της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΕΕ) η οποία πραγματοποιήθηκε χθες, Πέμπτη 23 Απριλίου. Από τις δηλώσεις της Προέδρου της Επιτροπής και του Προέδρου του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου αναδείχθηκε το δύσκολο έργο του συγκερασμού των διαφορετικών απόψεων που υπάρχουν στους κόλπους των «27». Τόσο η κυρία φον ντερ Λάιεν όσο και ο κ. Μισέλ απέφυγαν να δεσμευθούν σε ο,τιδήποτε πέραν όσων ήταν ήδη γνωστά τις τελευταίες ημέρες. Το μόνο που με βεβαιότητα είπαν είναι να μπορούν να τεθούν σε εφαρμογή οι αποφάσεις του Eurogroup της 9ης Απριλίου από την 1η Ιουνίου 2020 που προβλέπουν, βραχυπρόθεσμα, οικονομική βοήθεια που θα μπορούσε να ανέλθει σε 540 δισεκατομμύρια ευρώ.
Όσοι ανέμεναν την παρουσίαση κάποιας πρότασης από την Κομισιόν επί του νέου κοινοτικού προϋπολογισμού ή επί του Ταμείου Ανάκαμψης την προσεχή εβδομάδα μάλλον θα πρέπει να αναθεωρήσουν. Η Πρόεδρος της Κομισιόν παρέπεμψε για παρουσίαση των προτάσεών της στη δεύτερη ή και στην τρίτη εβδομάδα του Μαΐου – ένδειξη σαφής του πόσο περίπλοκη είναι η εξίσωση που έχει μπροστά της η ένοικος του Berlaymont. Σύμφωνα με την ιστοσελίδα Politico, ίσως η πρόταση να έλθει νωρίτερα (πχ στις 6 Μαΐου). Προς το παρόν πάντως, ο μόνος που φαίνεται να αντιλαμβάνεται πλήρως το μέγεθος του προβλήματος είναι η Πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας (ΕΚΤ) Κριστίν Λαγκάρντ που προειδοποίησε τους «27» ότι δεν αποκλείεται η οικονομία της ευρωζώνης να συρρικνωθεί ως και 15% το 2020 λόγω της πανδημίας του κορωνοϊού.
Όλα τα παραπάνω δεν συνιστούν έκπληξη. Άλλωστε, το πλαίσιο της πρότασης που παρουσίασε η κυρία φον ντερ Λάιεν στους ηγέτες, οι βασικοί άξονες της οποίας είχαν δημοσιευθεί σε πολύ κατατοπιστικό άρθρο του Bloomberg ήδη από το βράδυ της περασμένης Τετάρτης, είναι τόσο περίπλοκο που συνιστά πραγματική σπαζοκεφαλιά. Σύμφωνα με το δισέλιδο έγγραφο των ιδεών της Κομισιόν (σσ. βρίσκεται στη διάθεση του «Βήματος»), η αγωνιώδης προσπάθεια να συμβιβαστούν, από τη μία πλευρά η άτεγκτη στάση των «Frugal 4», δηλαδή των τεσσάρων φειδωλών κρατών του ευρωπαϊκού Βορρά (Φινλανδία, Σουηδία, Αυστρία, Ολλανδία) να μην μετακινηθούν σχεδόν καθόλου από την πάγια γραμμή που ακολουθούν στα κοινοτικά δημοσιονομικά ζητήματα και από την άλλη πλευρά η επιθυμία των χωρών του ευρωπαϊκού Νότου αλλά και της Γαλλίας για μία πιο επεκτατική πολιτική ανάκαμψης έχει οδηγήσει σε εντυπωσιακές ακροβασίες.
Όπως σημείωνε χαρακτηριστικά ευρωπαϊκή διπλωματική πηγή, οι φειδωλοί του Βορρά «έχουν εμμονή με το να κάνουν δώρα χωρίς οφέλη». Τόσο ο Πρόεδρος της Γαλλίας Εμανουέλ Μακρόν όσο και ο Πρωθυπουργός της Ισπανίας Πέδρο Σάντσεθ επέμειναν ότι η βοήθεια για την ανάκαμψη δεν πρέπει να συνιστά δανεισμό αλλά επιχορήγηση (grants), ενώ ο πορτογάλος Πρωθυπουργός Αντόνιο Κόστα έδειξε προς την πλευρά των «Frugal 4» για την αναζήτηση των υπευθύνων του αδιεξόδου. Η Άνγκελα Μέρκελ αναφέρθηκε και πάλι στην ανάγκη ουσιαστικών συνεισφορών για να ξεπεραστεί η προβλεπόμενη ύφεση, αλλά εκτιμάται ότι ακόμη κρατά κλειστά τα «δυνατά χαρτιά» της. Χαμηλότερους τόνους σε σχέση με το πρόσφατο παρελθόν κράτησε ο ιταλός Πρωθυπουργός Τζιουζέπε Κόντε.
Η σπαζοκεφαλιά των προτάσεων της Επιτροπής
Στο κείμενο της Κομισιόν, το Ταμείο Ανάκαμψης (Recovery Fund) ενσωματώνεται πλήρως στο επόμενο Πολυετές Δημοσιονομικό Πλαίσιο (Multiannual Financial Framework – MFF) και το ύψος του ανέρχεται σε 300 δισεκατομμύρια ευρώ. Θα είναι προσωρινό και στοχευμένο (temporary and targeted). Ένα χαρακτηριστικό – κλειδί της στρατηγικής της Επιτροπής είναι επίσης η δημιουργία ενός Εργαλείου Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας (Recovery and Resilience Facility) ύψους 200 δισεκατομμυρίων ευρώ για να χρηματοδοτηθεί η ανάκαμψη στα κράτη – μέλη. Τα σχετικά κονδύλια θα προέλθουν από τα εργαλεία BICC/CRI (που αφορούν στη σύγκλιση, τις μεταρρυθμίσεις και την ανταγωνιστικότητα) και θα είναι προσβάσιμα από την 1/1/2021. Παράλληλα, περίπου 50 δισεκατομμύρια ευρώ από το Ταμείο Συνοχής θα δοθούν εμπροσθοβαρώς (τη διετία 2021-2022) για την ενίσχυση των αγορών εργασίας, των συστημάτων υγείας και των μικρομεσαίων επιχειρήσεων. Προτείνονται επίσης άλλα δύο ταμεία για τη στήριξη της Ενιαίας Αγοράς (συνολικά 400 δισεκατομμύρια ευρώ). Όλα τα παραπάνω αποτελούν χρήματα του προϋπολογισμού που αλλάζουν σκοπό και χρήση.
Η πρόταση της Κομισιόν εκτιμά ότι όλες οι νέες προτάσεις της θα αποφέρουν περίπου 2 τρισεκατομμύρια ευρώ σε επενδύσεις και δαπάνες, αλλά μένει να φανεί πως ακριβώς θα προκύψει αυτό το ποσό. Επίσης, με δεδομένη τη δυσκολία των διαπραγματεύσεων ο κ. Μισέλ άφησε ανοιχτό το ενδεχόμενο να πρέπει να συγκληθεί Σύνοδος Κορυφής με φυσική παρουσία των ηγετών ώστε να μπορέσει να γίνει σοβαρή διαπραγμάτευση. Αν η Κομισιόν καταλήξει στις προτάσεις της το Μάιο, δεν θα πρέπει να αναμένονται εξελίξεις πριν από τον Ιούνιο. Δύσκολα πάντως μπορεί να φανταστεί κανείς αύξηση των συνεισφορών των κρατών – μελών και ιδιαίτερα από τους καθαρούς συνεισφορείς, κρίνοντας από το ναυάγιο των προσπαθειών Μισέλ τον περασμένο Φεβρουάριο.
Ο Πρόεδρος του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου σημείωσε άλλωστε ότι πρέπει να ληφθεί υπόψη ότι το ΑΕΠ θα είναι σε όλα τα κράτη – μέλη μειωμένο. Αυτές οι δυσκολίες έχουν οδηγήσει ορισμένα κράτη στην ιδέα να υπάρξουν γεφυρωτικές λύσεις, όπως πχ η υιοθέτηση ενός προϋπολογισμού εκτάκτων συνθηκών για ένα διάστημα δύο ετών ώστε να αντιμετωπιστεί η δύσκολη περίοδος και να υπάρξει χρόνος για διαπραγμάτευση επί ενός συνολικού MFF, ίσως μικρότερη διάρκειας. Πρόκειται για ιδέα που υποστηρίζεται κυρίως από το Παρίσι και δεν θα άφηνε αδιάφορη την Αθήνα.
Τα καινοτόμα εργαλεία, οι ίδιοι πόροι και το… headroom
Η κυρία φον ντερ Λάιεν αναφέρθηκε κατά τη διάρκεια της συνέντευξης Τύπου σε καινοτόμα χρηματοδοτικά εργαλεία (μία έκφραση που χρησιμοποιήθηκε από το Eurogroup και είχε από τότε προκαλέσει ενόχληση σε χώρες όπως η Ολλανδία), αλλά και στην αξιοποίηση του headroom μέσα από την αύξηση των ιδίων πόρων (own resources) της ΕΕ. Σε ό,τι αφορά στα καινοτόμα εργαλεία, το έγγραφο-πρόταση της Επιτροπής περιλαμβάνει ένα Εργαλείο Ανάκαμψης (Recovery Instrument) που θα βασίζεται στο Άρθρο 122, παράγραφος 1 της Συνθήκης για τη Λειτουργία της ΕΕ (σσ. πρόκειται για το άρθρο σύμφωνα με το οποίο το Συμβούλιο μπορεί να θεσπίζει, κατόπιν πρότασης της Επιτροπής, τα κατάλληλα μέτρα σε πνεύμα αλληλεγγύης για την αντιμετώπιση της οικονομικής κατάστασης, ιδίως αν ανακύψουν σοβαρές δυσκολίες) και θα επιτρέψει στην Ένωση να αντλήσει περί τα 320 δισεκατομμύρια ευρώ από τις αγορές.
Το μισό από το ποσό αυτό θα αποτελεί δάνεια που θα δοθούν στα κράτη – μέλη, ενώ το υπόλοιπο θα μείνει στον προϋπολογισμό επί μια πολύ μακρά περίοδο ή για να αποπληρωθεί πολύ αργότερα (ίσως από πρόσθετους ίδιους πόρους). Προτείνεται δε να υπάρξει επανεξέταση αυτού του εργαλείου το 2024 (στη μέση του επόμενου MFF). Ωστόσο, ένα σημείο που θα απασχολήσει πολύ τους ηγέτες είναι η τελική ισορροπία δανείων και επιχορηγήσεων (grants), για τον απλούστατο λόγο ότι τα πρώτα θα επιβαρύνουν το δημόσιο χρέος και θα επηρεάσουν συνολικά τις ισορροπίες στην ΕΕ και στην Ενιαία Αγορά την επομένη της πανδημίας. Είναι σαφές ότι η Αθήνα συμπαρατάσσεται με εκείνες τις χώρες, όπως η Γαλλία, που προτιμούν επιχορηγήσεις και όχι νέο δανεισμό.
Κοινοτικές πηγές έδιναν μεγάλη σημασία στην αναφορά της κυρίας φον ντερ Λάιεν στο headroom και στους ίδιους πόρους. Το headroom είναι η διαφορά μεταξύ των συνεισφορών των κρατών – μελών στον προϋπολογισμό (σσ. πρόκειται για την οροφή πληρωμών) και της οροφής των ίδιων πόρων. Αν και είναι εύκολο κάποιος να… χαθεί στον κυκεώνα των κοινοτικών χρηματοδοτικών εξισώσεων, αυτό που ουσιαστικά προτείνει η Πρόεδρος της Κομισιόν είναι να αυξηθεί η οροφή των ίδιων πόρων από το 1,23% του Ακαθάριστου Εθνικού Εισοδήματος (Gross National Income – GNI), που αποτελεί τον όρο μέτρησης των συνεισφορών στο MFF, σε περίπου 2%. Εφόσον η διαφορά (headroom) μεταξύ των δύο οροφών αυξηθεί, το ποσό αυτό θα μπορεί να χρησιμοποιηθεί για μόχλευση και άντληση κεφαλαίων από τις αγορές εκ μέρους της Κομισιόν. Η κυρία φον ντερ Λάιεν δεν εισήλθε σε λεπτομέρειες για τους τρόπους αύξησης των ίδιων πόρων, αν και επί του θέματος υπάρχει αναλυτική μελέτη επιτροπής υπό τον πρώην Πρωθυπουργό της Ιταλίας Μάριο Μόντι ήδη από το 2016.
Ένα σημείο δυσκολίας σε αυτή την περίπτωση, όπως πρόσφατα το παρουσίασε σε ανάλυσή του ο Μουχτάμπα Ράχμαν του Eurasia Group, είναι ότι η αύξηση των ίδιων πόρων θα απαιτούσε την έγκριση των Κοινοβουλίων σε αρκετά «δύσκολα» κράτη – μέλη, όπως η Ολλανδία και η Φινλανδία που ανήκουν στη συμμαχία των «Frugal 4». Είναι μάλιστα χαρακτηριστικό ότι το Ελσίνκι κάνει δεύτερες σκέψεις ακόμη και για την παροχή εγγυήσεων στο πρόγραμμα SURE για την προστασία της απασχόλησης.
Ο κ. Ράχμαν εκτιμά ότι αν αυτό είναι δύσκολο, υπάρχουν δύο εναλλακτικά σενάρια εξίσου δύσκολα. Το πρώτο θα ήταν να καταβάλλουν εμπροσθοβαρώς τις ετήσιες εγγυήσεις τα κράτη – μέλη ή, το δεύτερο, να ζητηθεί η αύξηση της οροφής των εθνικών συνεισφορών στο προϋπολογισμό και μάλιστα εμπροσθοβαρώς. Σημειώνεται συναφώς ότι στη δεύτερη περίπτωση απαιτείται ομοφωνία στο Ευρωπαϊκό Συμβούλιο.