Οι αποφάσεις που θα ληφθούν στην αυριανή Σύνοδο Κορυφής της ΕΕ πρέπει να εμφορούνται από την αξία της αλληλεγγύης, να μην είναι κατώτερες των περιστάσεων, ούτε να δείχνουν ατολμία ή απροθυμία. Αυτό περιμένουν όλοι οι πολίτες στην Ευρώπη. Το μήνυμα αυτό έστειλε ο υπουργός Οικονομικών, Χρήστος Σταϊκούρας, μία ημέρα πριν την τηλεδιάσκεψη των αρχηγών κρατών και κυβερνήσεων της ΕΕ.
Τη θέση του διατύπωσε ο υπουργός Οικονομικών κατά τη διάρκεια διαδικτυακής συζήτησης που συνδιοργάνωσαν το Ινστιτούτο Δημοκρατίας Κωνσταντίνος Καραμανλής και το γερμανικό ίδρυμα Hanns Seidel Foundation, με ομιλητές, εκτός του Χρ. Σταϊκούρα, τον Μάρκους Φέρμπερ, ευρωβουλευτή και συντονιστή του Ευρωπαϊκού Λαϊκού Κόμματος στην επιτροπή Οικονομικών και Νομισματικών Υποθέσεων του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, και τον Χρήστο Ταραντίλη, καθηγητή στο Οικονομικό Πανεπιστήμιο Αθηνών, βουλευτή της Νέας Δημοκρατίας, αλλά και μέλος του Επιστημονικού Συμβουλίου του ΙΔΚΚ.
Η έκταση και οι επιπτώσεις της κρίσης, είναι πολύ μεγαλύτερα από ό,τι αρχικά είχε προβλεφθεί, ήταν το εισαγωγικό σχόλιο του υπουργού. Άλλωστε, καμία ευρωπαϊκή χώρα δεν είναι αρκετά έτοιμη και ισχυρή για να ανταπεξέλθει μόνη της στις τεράστιες επιβαρύνσεις που γεννά η πανδημία. Ο εχθρός είναι κοινός, επομένως απαιτούνται κοινές ευρωπαϊκές λύσεις, ουσιαστικές, τολμηρές, ανάλογες της σοβαρότητας της κατάστασης, απαλλαγμένες από περιορισμούς και αγκυλώσεις του παρελθόντος, τόνισε και συνέχισε:
Η Ευρώπη σε αυτή την κρίση έχει κάνει αρκετά βήματα μπροστά, σε αντιδιαστολή με τη χρηματοπιστωτική κρίση πριν από μια δεκαετία. Οι υπουργοί Οικονομικών, οι ευρωπαϊκοί θεσμοί, έλαβαν σημαντικές και γρήγορες αποφάσεις, πρωτόγνωρα μέτρα. Παρόλ’ αυτά, είναι απαραίτητο να υπάρξουν καινούρια εργαλεία, να ριχτούν στη μάχη και άλλα όπλα – και αυτή είναι η θέση της χώρας, δήλωσε ο επικεφαλής του οικονομικού επιτελείου της κυβέρνησης. Απαιτούνται πρόσθετες πρωτοβουλίες που θα δώσουν επιπλέον ενέσεις ρευστότητας, με την αναδιάταξη και την ενίσχυση του προσεχούς Πολυετούς Δημοσιονομικού Πλαισίου (2021-2027) και τη δημιουργία ισχυρού ταμείου ανάκαμψης, μέσω της έκδοσης ενός κοινού ευρωπαϊκού εργαλείου ή και άλλων καινοτόμων λύσεων – κάτι που θα είναι προς όφελος της ευρωπαϊκής οικονομίας συνολικά, για τρεις λόγους:
– οι χρηματοδοτικές ανάγκες είναι μεγάλες παντού
– εάν μια ομάδα κρατών-μελών πέσει σε παρατεταμένη ύφεση, αυτό θα συνεπάγεται σημαντικό κόστος και για τα υπόλοιπα κράτη-μέλη
– και, αν δεν ανταποκριθεί με επάρκεια η δημοσιονομική πολιτική, τότε η νομισματική πολιτική θα είναι υποχρεωμένη να σηκώσει μεγαλύτερο βάρος στη φάση ανάκαμψης από ό,τι σήμερα σηκώνει. Αυτή δεν θα ήταν μια ιδανική, βέλτιστη επιλογή, παρατήρησε ο κ. Σταϊκούρας. Άλλωστε, λόγω του σοκ από την πλευρά της προσφοράς, η υπερβολική βαρύτητα στη νομισματική πολιτική ενδέχεται να οδηγήσει σε πληθωριστικές πιέσεις, θέτοντας σε απειλή τη σταθερότητα των τιμών, ενώ περαιτέρω νομισματική επέκταση ενέχει τον κίνδυνο χρηματοοικονομικής αστάθειας. Η ελληνική κυβέρνηση πιστεύει σε ένα ισχυρό ταμείο ανάκαμψης με αρκετούς πόρους, που θα προσφέρει κυρίως επιχορηγήσεις, με τη χρηματοδότησή του να προέρχεται κυρίως από κοινό δανεισμό – κι αυτό γιατί κάτι τέτοιο εξασφαλίζει χαμηλότερα επιτόκια, συμβάλλοντας στη βιωσιμότητα του δημοσίου χρέους, με ομοιόμορφη κατανομή του κόστους προσαρμογής στις σημερινές και μελλοντικές γενεές φορολογούμενων. Μια τέτοια απόφαση, ευχήθηκε ο κ. Σταϊκούρας να ληφθεί αύριο.
Εστιάζοντας στο αυριανό, κρίσιμο ραντεβού των ευρωπαίων ηγετών, ο υπουργός ανέφερε ότι τις τελευταίες ημέρες οι σχετικές διαβουλεύσεις είναι πυκνές, ενόψει και της αυριανής τηλεδιάσκεψης του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου. Οι αποφάσεις που θα ληφθούν πρέπει να εμφορούνται από την αξία της αλληλεγγύης, να μην είναι κατώτερες των περιστάσεων, ούτε να δείχνουν ατολμία ή απροθυμία. Αυτό περιμένουν όλοι οι πολίτες στην Ευρώπη, υπογράμμισε.
Στις ερωτήσεις που ακολούθησαν, ο Χρ. Σταϊκούρας είχε τη δυνατότητα να αναφερθεί σε αυτό που είναι και πρόταγμα του ΕΛΚ, όπως είπε, δηλαδή την κοινωνική οικονομία της αγοράς. Χρειάζεται η παρέμβαση του κράτους εκεί όπου χρειάζεται: Για παράδειγμα, σε μια κρίση, το κράτος πρέπει να στηρίζει την κοινωνική συνοχή, αλλά η επιδοματική πολιτική δεν μπορεί να συνεχισθεί επ’ άπειρον. Με άλλα λόγια, ελεύθερη οικονομία της αγοράς ναι, αλλά με ένα πολύ πιο σημαντικό, ουσιαστικό παρεμβατικό ρόλο του κράτους, για να λειτουργεί καλύτερα η οικονομία.
Σε άλλο ερώτημα, ο υπουργός Οικονομικών παρατήρησε ότι το Ταμείο Ανάκαμψης δίνει προοπτική για τη μετα-κοροναϊό εποχή. Για τα μέχρι τούδε ληφθέντα μέτρα, σχολίασε λέγοντας πως έχουν γίνει πολλά, έχουν γίνει υποχωρήσεις και συμβιβασμοί, αλλά για το μέγεθος, την ένταση και την έκταση της κρίσης πρέπει να γίνουν πολύ περισσότερα άμεσα.
Κατά την άποψη του οικονομικού επιτελείου της κυβέρνησης, στη β’ φάση της κρίσης πρέπει να ενισχυθεί περισσότερο η επιχειρηματικότητα με ρευστότητα, ώστε να πάρει εκείνη πάνω της την απασχόληση στη συνέχεια. Να επιστρέψουμε στην κανονικότητα στηρίζοντας την υγιή επιχειρηματικότητα και η οποία, με τη σειρά της, θα αναλάβει και τις δικές της ευθύνες, τη διατήρηση των θέσεων εργασίας. Σε άλλο σημείο της απάντησής του, ο υπουργός υπογράμμισε το στόχο για μεγαλύτερες επενδύσεις στον πρωτογενή τομέα.
Κλείνοντας, ο κ. Σταϊκούρας είπε πως τώρα άνοιξε μια παρένθεση – ευχόμενος να είναι σύντομη – και η κυβέρνηση προχωρά σε αυξήσεις δαπανών για τη στήριξη της κοινωνίας. Μόλις κλείσει αυτή η παρένθεση, οφείλουμε να γυρίσουμε στην ορθή δημοσιονομική πολιτική της μείωσης φόρων και ασφαλιστικών εισφορών, λαμβάνοντας υπόψη τα δεδομένα που θα έχουμε τότε στην οικονομία, δήλωσε.
Πηγή: ΑΠΕ-ΜΠΕ