Άμεσες παρεμβάσεις για να μπορέσουν να τρέξουν οι μικρομεσαίες επιχειρήσεις των ψηφιακό τους μετασχηματισμό και να ανταπεξέλθουν με καλύτερους όρους στην «ψηφιακή πρόκληση» η οποία επιταχύνεται από την πανδημία Covid – 19, έθεσε στην κυβέρνηση η Γενική Συνομοσπονδία Επαγγελματιών Βιοτεχνών Εμπόρων Ελλάδας (ΓΣΕΒΕΕ).
Σε ανάλυση που εκπόνησε το Ινστιτούτο Μικρών Επιχειρήσεων της ΓΣΕΒΕΕ θεωρείται δεδομένο ότι η τρέχουσα συγκυρία της πανδημίας θα αναδείξει, εκ νέου, ιδιαίτερες πτυχές στο πεδίο της «ψηφιοποίησης», θα επιταχύνει εξελίξεις αλλά και θα οξύνει αντιθέσεις σε επίπεδο επιχειρηματικότητας, ως προς τα θέματα ψηφιακής ωριμότητας ετοιμότητας και ψηφιακής προσαρμογής σε μια ολοκληρωτικά νέα οικονομική πραγματικότητα που θα χαρακτηριστεί από ένα ακόμη πιο ψηφιοποιημένο οικονομικό περιβάλλον το επόμενο διαστημα.
Οι εκτιμήσεις αυτές, βασίζονται και στα δεδομένα που προέκυψαν από έρευνα του ΙΜΕ ΓΣΕΒΕΕ (Δεκέμβριος 2019) και τα οποία αποδεικνύουν την ψηφιακή ανωριμότητα των ελληνικών επιχειρήσεων. Συγκεκριμένα μόλις η μια στις τέσσερις επιχειρήσεις (25,1%) έχουν αναπτύξει συμμετοχή σε διαδικτυακή πλατφόρμα και μόλις το 20,5% των επιχειρήσεων έχουν ενσωματώσει συστήματα ηλεκτρονικών πωλήσεων.
Το ιδιο χαμηλό σχετικά είναι και το ποσοστό των επιχειρήσεων
(24,1%) που εχει έχει υιοθετήσει εφαρμογές επεξεργασίας και ανάλυσης δεδομένων παραγωγικής και εμπορικής δραστηριότητας (π.χ. analytics, big data), ενώ το 15% δηλώνει χρήση εφαρμογών υπολογιστικού νέφους, ενώ το 12,3% φαίνεται να έχει υιοθετήσει εφαρμογές αυτοματοποίησης στην παραγωγική διαδικασία. Σε αντίθεση οι μεγαλύτερες επιχειρήσεις φαίνεται να καταγράφουν σημαντικά υψηλότερα ποσοστά ενσωμάτωσης ψηφιακών συστημάτων.
Ταυτόχρονα μικρό είναι και το ποσοστό των μικρομεσαίων μόνο το 29,7% των επιχειρήσεων που δηλώνουν ότι έχουν
πραγματοποιήσει επενδύσεις τα τελευταία 3 έτη σε τεχνολογικό-ψηφιακό εξοπλισμό (π.χ. λογισμικό, ψηφιακές συσκευές και εφαρμογές), ενώ 3 στις 10 επιχειρήσεις έχει πραγματοποιήσει επενδύσεις σε λοιπά μηχανήματα και μηχανολογικό εξοπλισμό, με υψηλότερα ποσοστά να εντοπίζονται στις κατηγορίες τζίρου πάνω από 300.000. Περισσότερες από τις 8 τις 10 μικρομεσαίες (83,2%) που πραγματοποίησαν επενδύσεις κατά τα 3 προηγούμενα έτη, χρηματοδότησαν τις επενδύσεις αυτές με ίδια κεφάλαια, έναντι των πολύ χαμηλών ποσοστών αξιοποίησης του τραπεζικού δανεισμού και των προγραμμάτων χρηματοδότησης (π.χ. ΕΣΠΑ). Μάλιστα όπως προκύπτει από την έρευνα ως τα βασικότερα εμπόδια για τις περισσότερες επιχειρήσεις σχετικά με την ενσωμάτωση τεχνολογικού εξοπλισμού ή την υιοθέτηση ψηφιακών λύσεων και εργαλείων παραμένουν τόσο η έλλειψη χρηματοδότησης όσο και το υψηλό κόστος αγοράς και συντήρησης εξοπλισμού.
Συνεπώς, αναδεικνύεται η αναγκαιότητα άμεσων εκτεταμένων και στοχευμένων παρεμβάσεων πολιτικής ως προς την ψηφιακή ανάπτυξη των μικρών επιχειρήσεων, ιδιαίτερα σε μια σειρά από σχετικούς κλάδους που επηρεάζονται άμεσα, δεδομένου ότι οι επιχειρήσεις που έχουν μετασχηματίστηκαν ήδη ψηφιακά αναμένεται να επιταχύνουν την ψηφιακή τους πορεία μεγαλώνοντας έτσι το χάσμα με τις υπόλοιπες.
Υπό αυτά τα δεδομένα, για να ανταπεξέλθουν οι μικρές και οι πολύ μικρές επιχειρήσεις στο νέο περιβάλλον που διαμορφώθηκε και μετα το ξέσπασμα της πανδημίας , η ΓΣΕΒΕΕ, ζητά από την κυβέρνηση τη συγκρότηση Ταμείου Ψηφιακής Οικονομίας για τις πολύ μικρές και μικρές επιχειρήσεις (μέσω μεικτών σχημάτων χρηματοδότησης συμπεριλαμβανομένου του ΕΣΠΑ) που θα υποστηρίξει, μέσω στοχευμένων δράσεων ψηφιακής ανάπτυξης (π.χ. κοινές ψηφιακές υποδομές, διευκόλυνση υιοθέτησης εφαρμογών, σχεδιασμός και υλοποίηση προσαρμοσμένων συνεργατικών έργων), την τάχιστη προσαρμογή και τον ψηφιακό μετασχηματισμό συγκεκριμένων κλάδων (π.χ. λιανεμπόριο, μικρά καταλύματα, εστίαση, υπηρεσίες). Επισης την προώθηση δράσεων οικοδόμησης δικτύων ψηφιακής συνεργασίας μικρών επιχειρήσεων σε ειδικότερα θέματα κοινών ψηφιακών συστημάτων καθώς και κοινών ηλεκτρονικών προμηθειών, ηλεκτρονικών παραγγελιών και διάθεσης προϊόντων και υπηρεσιών.
Αλλά και ανάπτυξη δράσεων και εργαλείων κατάρτισης σε νέες ψηφιακές δεξιότητες με έμφαση σε εξειδικευμένες ανάγκες (π.χ. ηλεκτρονικές παραγγελίες, τηλεργασία), όπως και φορολογικά κίνητρα για επενδύσεις σε υιοθέτηση και ενσωμάτωση νέων ψηφιακών τεχνολογιών.