Ο Τζον Κένεθ Γκαλμπρέιθ στο βιβλίο του «Ταξίδι στον χρόνο της Οικονομίας» ανατέμνει τη μεγάλη οικονομική κρίση του 1929 και περιγράφει με εύληπτο και καθαρό τρόπο τόσο τη φούσκα που προηγήθηκε όσο και το μεγάλο κραχ που ακολούθησε, βυθίζοντας την Αμερική και τον κόσμο ολόκληρο σε βαθιά και αξεπέραστη ύφεση.
Παρότι οπαδός και του New Deal και ένθερμος υποστηρικτής του Ρούζβελτ, δεν κρύβει πως ούτε εκείνη η τόσο ριζοσπαστική οικονομική πολιτική πέτυχε να βγάλει την αμερικανική οικονομία από τη μεγάλη κρίση.
Αμβλυνε χωρίς αμφιβολία τις συνέπειές της, διόρθωσε εν μέρει τις βαθύτατα υφεσιακές συνθήκες, αλλά δεν κατάφερε να φέρει την επιδιωκόμενη ανάπτυξη.
Αυτή, σύμφωνα πάντα με τον αείμνηστο Γκαλμπρέιθ, επήλθε μόνο με την αποκληθείσα «πολεμική οικονομία», όταν το αμερικανικό έθνος, μετά τη γιαπωνέζικη επιδρομή στο Περλ Χάρμπορ, εισήλθε στον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο και έθεσε όλη την παραγωγική μηχανή της χώρας στην υπηρεσία της Αμυνας.
Τότε για τις ανάγκες ναυπήγησης νέων πολεμικών πλοίων, την κατασκευή νέων μαχητικών αεροσκαφών, τεθωρακισμένων, οπλικών συστημάτων, εν γένει εξοπλισμού και αγαθών για την υποστήριξη των στρατιωτικών δυνάμεων, ενεργοποιήθηκε και η τελευταία παραγωγική μονάδα και δυνατότητα της χώρας.
Είναι η μόνη στιγμή στην οικονομική ιστορία που επιτεύχθηκε ο στόχος της πλήρους απασχόλησης και της απόλυτης χρησιμοποίησης των διαθέσιμων παραγωγικών μέσων και δυνατοτήτων.
Οι παρούσες συνθήκες μπορεί να μην είναι ακριβώς πολεμικές, αλλά κατά πάσα βεβαιότητα μοιάζουν, ενσωματώνουν στοιχεία καταναγκασμού, αυτοπεριορισμού και απώλειας δυνατοτήτων.
Δεν είναι επίσης τυχαίο ότι πολλοί έχουν σημειώσει ότι ο κόσμος βιώνει συνθήκες «πολεμικής οικονομίας», για να δηλωθεί προφανώς η ιδιαιτερότητα και η μοναδικότητα των περιστάσεων, όπως και η ανάγκη υιοθέτησης ανορθόδοξων μέτρων και πολιτικών, ειδικώς στη σφαίρα της οικονομίας.
Η τρίλιζα της υγειονομικής κρίσης, της επακόλουθης ύφεσης και της επιδιωκόμενης επανεκκίνησης και ανάκαμψης δεν έχει προφανή απάντηση και δεν πρόκειται να δοθεί με τα υπάρχοντα εργαλεία και μέσα οικονομικής πολιτικής, ούτε βεβαίως με την επίκληση των παλαιών στερεοτύπων του ισοσκελισμένου προϋπολογισμού και των πρωτογενών πλεονασμάτων.
Θα χρειαστεί η επιστράτευση νέων ιδεών και εμπνευσμένων προσώπων, ικανών να σχεδιάσουν πολιτικές και να ανακαλύψουν μέσα ικανά να κινητοποιήσουν τις αργούσες αυτή την ώρα παραγωγικές δυνάμεις της χώρας.
Το οικονομικό επιτελείο της κυβέρνησης αλλά και ο Πρωθυπουργός προσωπικά επιβάλλεται να διευρύνουν τον κύκλο των συνομιλητών τους, να απευθυνθούν σε πρόσωπα έξω από το «κουτί της εξουσίας» και σε δυνάμεις όχι κατ’ ανάγκη πολιτικές, οι οποίες ωστόσο διαθέτουν εμπειρίες και υπήρξαν αποτελεσματικοί χειριστές σύνθετων καταστάσεων σε περιόδους κρίσεων. Εκεί έξω, στην ακαδημαϊκή και επιχειρηματική κοινότητα, υπάρχουν πάμπολλες ξεχωριστές προσωπικότητες, ικανές να προσφέρουν τις καλές τους υπηρεσίες.
Για την αντιμετώπιση της υγειονομικής κρίσης η κυβέρνηση εμπιστεύθηκε την επιστημονική κοινότητα και έλαβε έγκαιρα τις σωστές, όπως αποδεικνύεται, αποφάσεις.
Το ίδιο μπορεί να πράξει και για την αντιμετώπιση της παρεπόμενης οικονομικής κρίσης. Ενα ισχυρό συμβουλευτικό σχήμα σαν κι αυτό του κ. Τσιόδρα στην Υγεία χρειάζεται να συγκροτήσει ο Πρωθυπουργός και στην Οικονομία. Ιδού πεδίον δόξης λαμπρόν…