Η λαίλαπα του κορωνοϊού που πλήττει με ιδιαίτερη σφοδρότητα την Ευρώπη (και τον πλανήτη) κλονίζει πολλά απ’ αυτά που οικοδομήσαμε όχι μόνο στην κοινωνία και στην οικονομία αλλά και στις διανοητικές μας κατασκευές. Κλονίζει μεταξύ άλλων, πρώτον, την πίστη μας σε ορισμένες βεβαιότητες που είχαμε αναπτύξει και, δεύτερον, την πεποίθησή μας ότι μπορούμε να προβλέψουμε τις εξελίξεις και το μέλλον μας.
Στα τέλη Ιανουαρίου με κάλεσαν να συμμετάσχω σε μια συνάντηση στις Βρυξέλλες στα τέλη Μαρτίου. Απάντησα ότι θα συμμετάσχω «με την προϋπόθεση ότι ο κορωνοϊός» – που ήδη έπληττε την Κίνα – «δεν θα χτυπήσει την Ευρώπη». Η απάντηση που έλαβα: «Αυτό δεν μπορεί να συμβεί εδώ, στην Ευρώπη»!
Βεβαίως συνέβη και σαρώνει την Ευρώπη με επιθετικότητα. Και έτσι εμπεδωμένες βεβαιότητες κατέρρευσαν, νέες αναδείχθηκαν, ελλείμματα θεσμικά, πολιτικά, οικονομικά φωτίστηκαν, νοοτροπίες αποκαλύφθηκαν, φιλοσοφικές ή δογματικές θρησκευτικές θέσεις κλονίστηκαν. Μια ευρέως αποδεκτή βεβαιότητα, αν και όχι καθολικά δεκτή, υπήρξε αυτή που έλεγε ότι με την πρόοδο των τελευταίων δεκαετιών έίχαμε λίγο-πολύ αφήσει οριστικά πίσω τις μεγάλες επιδημίες και πανδημίες. Εστω κι αν οι περιπτώσεις SARS και Eμπολα στην Αφρική έδειχναν μάλλον το αντίθετο. Και παρά το γεγονός ότι στη βιβλιογραφία για τις «Μεγαλοκαταστροφές» που απειλούσαν τον πλανήτη και σε δημόσιες τοποθετήσεις προσωπικοτήτων, όπως λ.χ. του Μπιλ Γκέιτς, το ενδεχόμενο μιας πανδημίας που θα μπορούσε να προκύψει από έναν φονικό ιό θεωρούνταν ένα εξόχως πιθανό σενάριο. Η πεποίθηση ότι φονικές πανδημίες δεν μπορούν να συμβούν πλέον σήμερα (τουλάχιστον στον λεγόμενο αναπτυγμένο κόσμο) ήταν βαθιά εμπεδωμένη παρά το γεγονός ότι παγκοσμιοποίηση, άνοιγμα των συνόρων, αυξημένες δυνατότητες μετακινήσεων κ.λπ. ευνοούσαν την εξάπλωση μιας πανδημίας. Και επειδή ακριβώς δεν πίστευαν στο σενάριο αυτό, δεν έκαναν και απολύτως τίποτα, δεν είχαν κανένα σχέδιο έκτακτης ανάγκης, καμιά προετοιμασία για την περίπτωση που θα ξεσπούσε, όπως και ξέσπασε τελικά.
Ετσι ο πλανήτης ουσιαστικά «πιάστηκε στον ύπνο» με τον κορωνοϊό. Και φυσικά και η Ευρώπη. Και γι’ αυτό οι αντιδράσεις, οι πρώτες τουλάχιστον, υπήρξαν σπασμωδικές, ασυντόνιστες, ανοργάνωτες (ευτυχώς όχι στην Ελλάδα). Εδώ αναδεικνύεται και ένα βασικό έλλειμμα των δημοκρατικών πολιτικών συστημάτων, τα οποία λογικά ως συστήματα που στηρίζονται και λογοδοτούν στον απλό πολίτη θα έπρεπε να είχαν μεριμνήσει. (Τα αυταρχικά συστήματα ούτως ή άλλως δεν υπακούουν σε αυτή τη λογική.) Τα δημοκρατικά συστήματα διέπονται λίγο-πολύ από τη λογική του βραχυχρόνιου, αυτό που οι Αγγλοσάξονες αποκαλούν short-termism. Σχεδιάζουν κατά κανόνα για μία τετραετία ή πενταετία, όσο είναι η διάρκεια του εκλογικού κύκλου. Αποφεύγουν τον μεσοπρόθεσμο και, πολύ περισσότερο, τον μακροχρόνιο σχεδιασμό. «Μακροχρονίως όλοι θα είμαστε νεκροί», πρώτα απ’ όλα πολιτικά. Ετσι το διαχρονικό μακροχρόνιο σχέδιο έκτακτης ανάγκης εν πολλοίς απουσιάζει.
Και μέσα στην ύβρι των ακράδαντων βεβαιοτήτων ξεχάσαμε ότι «Οι άνθρωποι γνωρίζουν τα γινόμενα / Τα μέλλοντα γνωρίζουν οι θεοί» και «Εκ των μελλόντων οι σοφοί τα προσερχόμενα αντιλαμβάνονται». Την τόσο σοφή αυτή καβαφική διαπίστωση. Μεταξύ πολλών ανατροπών, η πανδημία του κορωνοϊού ανατρέπει και την όποια πίστη του ανθρώπου στην ικανότητά του να προβλέπει την πορεία του, το μέλλον του, προκειμένου να αποφύγει τη διαβρωτική αβεβαιότητα που ψυχολογικά τον παραλύει. Ο άνθρωπος θέλει να γνωρίζει τι φέρνει το αύριο, το μέλλον, και γι’ αυτό προχωράει στις προβλέψεις/προγνώσεις σχεδόν σε όλους τους τομείς, από τον καιρό μέχρι την οικονομία, την πορεία του ανθρώπινου γένους, κ.λπ. «Είμαστε εθισμένοι (addicted) στην ανάγκη της πρόβλεψης, απεγνωσμένα αναζητούμε τη βεβαιότητα» γράφει η M. Heffernan στο νέο βιβλίο της που μόλις κυκλοφόρησε με τίτλο «Αχαρτογράφητο: Πώς να χαράξουμε το μέλλον μαζί» / «Uncharted: How to Map the Future Together» (Λονδίνο, 2020). Η συγγραφέας τονίζει ότι, παρά την τεχνολογική πρόοδο, την τεχνητή νοημοσύνη, όλες τις επιστημονικές προόδους, η πρόβλεψη του μέλλοντος με κάποια επιστημονική εγκυρότητα είναι αδύνατη. Η περιπλοκότητα των κοινωνιών δεν το επιτρέπει, αλλά και πάντοτε μπορεί να εμφανιστεί ο «μαύρος κύκνος», το εντελώς αναπάντεχο δηλαδή που θα ανατρέψει και θα καταστρέψει κάθε ορθολογική – υποτίθεται – πρόβλεψη.
Αυτό ακριβώς συμβαίνει με τον κορωνοϊό. Ολες οι προβλέψεις μόλις ελαχίστων εβδομάδων πριν, στην αρχή του έτους, για την οικονομία λ.χ., τινάχτηκαν στον αέρα. Μια σειρά από προγραμματισμένα γεγονότα, από τη Eurovision μέχρι τους Ολυμπιακούς Αγώνες, εγκαταλείφθηκαν ή αναβλήθηκαν. Βέβαια ο μεγάλος K.R. Popper εδώ και δεκαετίες στο «Poverty of Historicism» / «Η ένδεια του ιστορικισμού» (1957) είχε ασκήσει δριμύτατη κριτική σε οποιαδήποτε προσπάθεια (κυρίως από πλευράς μαρξιστών) «να προβλέψουν την ανθρώπινη ιστορία». Εδειξε το μάταιο αλλά και επικίνδυνο της προσπάθειας. Οδηγεί κατά την άποψή του στον ολοκληρωτισμό. Μπορούμε να προβλέψουμε την έκλειψη του Ηλίου που θα συμβεί δεκάδες χρόνια από σήμερα, φαινόμενο που υπόκειται σε αυστηρούς φυσικούς νόμους, αλλά δεν μπορούμε να προβλέψουμε την ανθρώπινη πορεία που διέπεται από την ελεύθερη βούληση, τη νέα γνώση που παράγεται και τελικά το εντελώς τυχαίο και αναπάντεχο και τις «μη επιδιωκόμενες συνέπειες» (unintended consequences) της ανθρώπινης δράσης.
Μπορούμε βέβαια να προσδιορίσουμε ορισμένες τάσεις, να διατυπώσουμε πιθανά σενάρια και πιθανότητες, και βάσει όλων αυτών να προγραμματίσουμε την υπό αίρεση δράση μας και επιλογές μας. Η τραγωδία του κορωνοϊού μπορεί να μας κάνει πιο ταπεινούς στην ικανότητά μας να ελέγχουμε και να ορίζουμε το μέλλον μας. Και περισσότερο ευαίσθητους στην ανάγκη να προγραμματίζουμε για την αντιμετώπιση του αναπάντεχου, του απρόβλεπτου και καταστροφικού που μπορεί να προκύψει. «Υπάρχουν πάντοτε σοβαρότερα πράγματα σε Γη και Ουρανό που δεν γνωρίζουμε», δεν μπορούμε να προβλέψουμε και, πολύ περισσότερο, να ελέγξουμε…
Ο κ. Π.Κ. Ιωακειμίδης είναι ομότιμος καθηγητής του Πανεπιστημίου Αθηνών, πρώην πρεσβευτής – σύμβουλος ΥΠΕΞ.